Μάρτιν Κρέεμπ
τ. Αναπληρωτής Καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Πατρών

Στη Ρώμη δεν μπορείς να ξεφύγεις από την ιστορία. Ακόμη και όταν θέλεις να πάρεις μια ανάσα από ένα αστικό περιβάλλον στο οποίο η σύγχρονη ζωή στριμώχνεται ανάμεσα στα αρχαία ερείπια, τις αμέτρητες εκκλησίες, τα αναγεννησιακά μέγαρα και τον νοσταλγικό εκλεκτικισμό του 19ου αιώνα, και πάλι βρίσκεσαι αντιμέτωπος με τα σημάδια που αφήνει το πέρασμα του χρόνου.

Όταν το 1644 ο καρδινάλιος Giambattista Pamphilj εκλέχτηκε Πάπας και έλαβε το όνομα Innocenzo X, μετέτρεψε την μικρή εξοχική κατοικία της οικογένειάς του σε μια επιβλητική villa suburbana, που έγινε γνωστή ως Villa Doria Pamphilj, αφού έναν αιώνα αργότερα ο Giovanni  Andrea IV Doria ορίστηκε επικαρπωτής του ονόματος και των περουσιακών στοιχείων των Pamphilij. Ήδη από τα μέσα του 17ου αιώνα το δάσος και αμπελώνες στις πλαγιές του λόφου Giannicolo, νότια του Αγίου Πέτρου, εκεί που κάποτε ξεκινούσε η via Aureliana, αγοράστηκαν από την οικογένεια, ώστε να αποτελέσουν συνέχεια των γεωμετρικών κήπων της εξοχικής τους κατοικίας.

Σήμερα η Villa Doria Pamphilj με τις εκτάσεις που την περιβάλουν, αποτελεί το μεγαλύτερο αστικό πάρκο της αιώνιας πόλης, με έντονη ζωή από τις 7 το πρωί, που ανοίγουν οι πύλες του, έως αργά το βράδυ. Κάπου πεντακόσια μέτρα από τη βίλλα βρίσκεται το Casale dei Cedrati, η αγροικία των κέδρων, όπου ετοιμάζονταν οι πρώτες ύλες που προμήθευαν την κουζίνα της βίλλας. Με στιβαρούς τοίχους και έχοντας ενσωματώσει κάμποσα τόξα του αρχαίου υδραγωγείου του Τραϊανού το Casale dei Cedrati έχει πια μετατραπεί σε εκθεσιακό χώρο υπό την άμεση εποπτεία της Sovrintendenza Capitolina ai Beni Culturali -της Εφορείας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Πρωτεύουσας, ενώ στην αυλή του τις νύχτες του καλοκαιριού ακούγονται οι νότες κάποιας συναυλίας, συνήθως τζαζ.

Στο Casale dei Cedrati παρουσιάστηκε στις αρχές του Σεπτεμβρίου η ατομική έκθεση της Νόρας Λέφα, Αναπληρώτριας Καθηγήτριας στη Σχολή Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, έκθεση που είχε τίτλο Bodies of Shadows. Το αντικείμενο της απόλυτα ταιριαστό με έναν χώρο τόσο πλούσιο σε ιστορία: η ενσώματη εμπειρία πραγμάτων που δεν είναι παρόντα. Η παρουσία του παρελθόντος, και ίσως του μέλλοντος. Η υλικότητα των σκιών μέσα από τις οποίες αυτό που δεν είναι εδώ παρίσταται στο σήμερα.

Με νέα έργα της, ειδικά ετοιμασμένα για την έκθεση, αλλά και αξιοποιώντας παλιότερη δουλειά της (που αποτελούσε το ένα τρίτο του όγκου των έργων που παρουσίασε), η Νόρα μίλησε για το χρόνο που φεύγει, για τη ζωή που ζήσαμε και που δεν ζήσαμε, για τα όνειρα που κάναμε και τους εφιάλτες από τους οποίους προσπαθούμε να δραπετεύσουμε. Μίλησε για τα νεανικά της χρόνια στο Σαράγεβο, τη συντριβή ενός ολόκληρου κόσμου από τον πόλεμο της δεκαετίας του΄90, αφήνοντας τον επισκέπτη να αισθανθεί τη συγγένεια της δικής της, προσωπικής, εμπειρίας με αυτό που συμβαίνει παντού και πάντοτε. Την αέναη μετατροπή του παρόντος σε παρελθόν, τον εκτοπισμό των χτεσινών συναισθημάτων, των σκέψεων, των γεγονότων από τα σημερινά, που όμως χρωματίζονται από αυτό το οποίο έχουν προσπαθήσει να αντικαταστήσουν. Και αυτό είναι που έκανε το έργο της άξιο να παρουσιαστεί σε ένα τέτοιο περιβάλλον.

Στην πρώτη αίθουσα, αποτυπώματα ουλών που προξένησαν οι όλμοι σε κτήρια του Σαράγεβο τοποθετήθηκαν δίπλα στα σημάδια που άφησαν οι αιώνες -και ίσως οι Οστρογότθοι πριν από 1500 χρόνια, ποιός ξέρει, πια- στο αρχαίο υδραγωγείο. Δεξιά προβαλόταν ένα βίντεο από μια περφόρμανς, πάλι στο Σαράγεβο: Ένα τραμ στο οποίο τοποθετήθηκαν κούκλες βιτρίνας έκανε τη διαδρομή από το κέντρο της πόλης προς το προάστειο της Ίλιτζα, δεχόμενο κανονικά επιβάτες, που κάθονταν ανάμεσα στις ακίνητες, λευκές φιγούρες που είχαν πάρει τη θέση αυτών που δεν ήταν πια εκεί, αυτών που σκοτώθηκαν ή έφυγαν μακρυά, ή αυτών που είναι εκεί, αλλά και δεν είναι: γιατί το πιο ανθρώπινο κομμάτι τους δεν είναι πια ζωντανό, εδώ και τριάντα χρόνια… Στο βάθος αιωρούνταν σκιάχτρα ντυμένα με νυφικά, νύφες που δεν έγιναν ποτέ νύφες, άπιαστες οπτασίες μιας χαράς που δεν βιώθηκε ποτέ ή που βιώθηκε μόνο για να ακυρωθεί την επαύριο.

Παρακάτω, στη δεύτερη αίθουσα, υποδέχονταν το επισκέπτη φιγούρες φτιαγμένες, λες, με τρισδιάστατες μονοκοντυλιές, αφηρημένες αποδόσεις ανθρώπων που, και πάλι ήταν και δεν ήταν εκεί. Η περιπλάνηση ανάμεσά τους έδινε στον επισκέπτη αυτή την περίεργη αίσθηση ότι βρίσκεται ανάμεσα σε πρόσωπα πραγματικά, ανθρώπους διπλανούς μας, ή ανθρώπους που δεν υπήρξαν ποτέ, που θα θέλαμε να έχουν υπάρξει, ανθρώπους που ήταν κάποτε και δεν είναι τώρα, ή είναι τώρα και δεν θα είναι αύριο, όπως εξ άλλου όλοι οι άνθρωποι. Και δεν μπορούσε -τι περίεργο- παρά να έρθει στο μυαλό του επισκέπτη μια ριζικά διαφορετική εικόνα: εκείνη η μικρή αίθουσα στο αστικό μέγαρο των Pamphilij στο κέντρο της Ρώμης, με το πορτραίτο, φτιαγμένο από τον μεγάλο Velazquez, του Ιννοκέντιου του 10ου με κόκκινα άμφια και αυστηρό παρουσιαστικό, και την αριστουργηματική μαρμάρινη προτομή του, φτιαγμένη από τον Bernini, με τα βαθουλωμένα μάγουλα, το διαπεραστικό βλέμμα, τη σχεδόν ζωντανή παρουσία ενός πανίσχυρου ανθρώπου που δεν υπάρχει πια.

Στον τοίχο δεξιά μια πτυχωτή κατασκευή, με αποσπασματικές εικόνες μιας πόλης -ή περισσότερων;-, ίχνη παρεμβάσεων της Νόρας στον αστικό χώρο, σχέδια της με κιμωλία σε πεζοδρόμια και σε τοίχους, προορισμένα να εξαφανιστούν με την πρώτη βροχή, φωτογραφίες προσώπων που πρόβαλαν από παράθυρα, ερειπωμένοι τοίχοι, όλα σε μια ενότητα χωρίς διακοπή, όπως η πραγματικότητα γύρω μας. Από μπροστά περνούσαν σκιές -ένας προτζέκτορας πρόβαλε αφαιρετικές φιγούρες, δυο διαστάσεων αυτή τη φορά, που παραμορφώνονταν σε κάθε έξαρση και βύθιση του υπόβαθρου, άπιαστες, αλλά παρούσες, φευγαλέες, αλλά πάντα εκεί. Στον απέναντι τοίχο αιωρούνταν στον ουρανό, και αυτές σε προβολή, μορφές ανθρώπων -ένα απόκοσμο, αλλά και τόσο οικείο, ανθρωποσύννεφο. Από παντού ακούγονταν φωνές από το παρελθόν, σαν τις φωνές που μας έχουν σημαδέψει, αλλά που το πέρασμα του χρόνου τις έχει κάνει ψιθύρους. Ψίθυροι, λοιπόν, παντού ψίθυροι, ακατανόητοι στον επισκέπτη, όμως ψίθυροι, σίγουρα, που μας έλεγαν κάτι που δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε -και που ίσως δεν χρειαζόταν να καταλάβουμε.

Και, στην τρίτη αίθουσα, μια αίθουσα προβολής έπαιζε σε αέναη επανάληψη μια περιπλάνηση στο Σαράγεβο. Ένα σκηνικό από προσόψεις κτηρίων χωρίς κτίσματα από πίσω, πληγωμένα από τον πόλεμο, χωρίς ανθρώπους, άδεια βαγόνια τραμ, ένα απόκοσμο τοπίο, με γαυγίσματα σκύλων να ακούγονται στο βάθος, αλλά και μια θεϊκή μουσική, τoν Jascha Heifetz να ερμηνευει την Chaconne του Tommaso Antonio Vitali.

Έξω στον κήπο, άλλες ανθρώπινες φιγούρες, και αυτές σαν τις τρισδιάστατες μονοκοντυλιές, μία κάτω από κάθε τόξο του υδραγωγείου που χρησίμευε ως εξωτερικό περιτείχισμα της βίλλας. Από κρυμμένα ηχεία ακούγονταν και εδώ οι ψίθυροι που μας συνόδευαν στις αίθουσες. Παραπέρα, ακριβώς στην είσοδο της αυλής του Casale, σε μια κρήνη με ένα γκρότο σαν αυτά που συνηθίζονταν την αναγέννηση, επέπλεε ένα σκιάχτρο ντυμένο με νυφικό. Ίσως η κατάληξη ενός δράματος που θα μας μείνει για πάντα άγνωστο, όμως πάντα παρόν.

«Δεν είμαστε μόνοι, ακόμη και όταν είμαστε -ευτυχώς» λέει η Νόρα. «Είμαστε το σύνολο αυτού που μας περιβάλλει, του υλικού και του άυλου κόσμου, των ανθρώπων γύρω μας, αυτών που είναι και αυτών που δεν είναι πια μαζί μας, αυτών που ήταν εδώ παλιά, και αυτών που τα δάκρυά τους βλέπουμε μόνο στις ειδήσεις. Και των φανταστικών προσώπων της λογοτεχνίας, του θεάτρου και της όπερας, που ζουν μαζί μας στις πόλεις. Οι πόλεις που ζήσαμε, οι κουβέντες που ανταλλάξαμε, οι μουσικές που ακούσαμε, μένουν παρούσες μέσα μας. Μας ακολουθούν, μας διαμορφώνουν, μας κρατάνε σαν ένα πλούσιο σύννεφο, γεμάτο από μοναδικές σκιές. Είναι οι αναμνήσεις των πιο βαθιών εμπειριών μας, του μικρόκοσμού μας. Πόσο μας διαμορφώνει η συλλογική μνήμη, η μνήμη του τόπου, του παρελθόντος, των προγόνων μας; Τα δέντρα, ακούνε και θυμούνται τις φωνές, τις σκέψεις, τα αισθήματα όσων πέρασαν μπροστά τους; Εμείς, μπορούμε να αντιληφθούμε αυτή την πολλαπλή πραγματικότητα; Ο καθένας μας έχει το δικό του μικρό σύννεφο, τον μικρό του κόσμο, που συναντιέται με τον κόσμο του διπλανού του. Και μετά, υπάρχουν και άλλοι κόσμοι, μεγαλύτεροι και ακόμη μεγαλύτεροι, και πιο μακρυά. Όχι, δεν είμαστε μόνοι, και όταν ακόμα είμαστε μόνοι. Και αυτό πιθανόν να είναι καλό».