του Μάρκου Ψυχάρη //

Βράδυ στην πλατεία Προσκόπων. Τυπικό ανοιξιάτικο κλίμα. Παιδάκια που κάνουν πατίνι και παρέες ενηλίκων που παραγγέλνουν αλκοόλ. Μια από τις πιο χαρακτηριστικές, πιο ιστορικές πλατείες της πόλης δέχεται μετά το λοκντάουν κόσμο. Οι ξεχασμένες συνήθειες επιστρέφουν. Είμαστε ξανά έξω, όχι ακριβώς με τους όρους που γνωρίζαμε. Τα βλέμματα δεν είναι χαλαρά. Το εφέ του εγκλεισμού παραμένει ενεργό. Κοιτάμε, ακόμα, τον διπλανό μας με υποψία. Ανάμεσα στον κόσμο κυκλοφορεί ένα νέο είδος “αρνητισμού”. Με αέρα εμβολιασμένης ελευθερίας πολλοί άνθρωποι, περαστικοί ή γνωστοί γνωστών, χωρίς κανένα μέτρο προστασίας για κάθε διπλανό τους, κινούνται με αυτοπεποίθηση. Μια άσκοπη πιρουέτα ελευθερίας. Υπάρχουν εμβολιασμένοι που δεν τους αρκεί το ότι είναι εμβολιασμένοι. Είναι εμβολιασμένοι και πρέπει και να το δείξουν με κάθε τρόπο. Η προβολή της αδιαφορίας απέναντι στις ζωές και την ηθική των άλλων είναι μια λύση. Απλά δεν τηρούν κανένα μέτρο προστασίας ενάντια στην Covid-19. Η ηχώ του παρατεταμένου sos των νοσοκομειακών γιατρών γύρω από την κατάσταση που επικρατεί στο σύστημα υγείας και τις φουλαρισμένες ΜΕΘ δεν ακούγεται στα αυτιά τους. Μια νέα προσωρινή τάξη. Οι εμβολιασμένοι που κυκλοφορούν αδιαφορώντας για τους μη εμβολιασμένους. Κάτι πάει λάθος εδώ.

Δεν είναι τα νούμερα, είναι οι άνθρωποι. Δεν είναι οι περαστικοί, είναι και ο κάθε διπλανός σε δημόσιο ή μη δημόσιο χώρο. Μαζί ζούμε. Οι εμβολιασμένοι δεν είναι φυλή. Και οι εμβολιασμένοι που χαζολογούν δίπλα σου σε κλειστό ή ανοιχτό χώρο  σαν να μην πέρασε μια μέρα από την άνυδρη περίοδο του εγκλεισμού είναι η χαμένη παρτίδα της ενσυναίσθησης που έκανε πάρτι στο λοκντάουν.