Κώστας Β. Ζήσης

Το παράλογο  στο θέατρο σήμερα, περισσότερο αφορά τη σκηνογραφική αποτύπωσή του, παρά την ουσία και την εκχύμωση της ρίζας του, δηλαδή του ίδιου του κειμένου.  Στην εποχή της εικόνας  και του ακατάσχετου βομβαρδισμού της πληροφορίας, το παράλογο απλά εικονοποιείται, και –τις περισσότερες φορές- δεν αποδίδεται παρά μόνο ως σχήμα και φόρμα.  Αυτή η αίσθηση, ήρθε ως επιβεβαίωση, παρακολουθώντας την παράσταση του Δημοσθένη Παπαδόπουλου, βασισμένη στο έργο του Ζαν Ζενέ «Το μπαλκόνι».

Το μπορντέλο που αποτελεί τη μινιατούρα του κοινωνικού οικοδομήματος, με τους πελάτες που αναλαμβάνουν ρόλους εκπροσώπων των εξουσιών (δικαστικής, εκκλησιαστικής, στρατιωτικής) και  η επανάσταση εναντίον του, μέσα από το εναλλακτικό, προκλητικό ύφος του Ζαν Ζενέ γίνεται το σύμβολο –πρωταγωνιστής ενός πρωτοποριακού κειμένου όπου η τελετουργική σύμπραξη σάρκας και πολιτικής καταθέτουν ένα δριμύ σχόλιο και χλευασμό της αστικής κοινωνίας.  Όλα αυτά, εν είδη ονείρου και ψευδαίσθησης, που αποκαλύπτεται σταδιακά ως τέτοια, και με όχημα τον υπαρξισμό οδηγούνται στον απόλυτο μηδενισμό (πάντα εκεί καταλήγει άλλωστε ο υπαρξισμός), και στο αναπόφευκτο της υποταγής. Το «Μπαλκόνι», κατά τον Ζενέ, παραμένει υψωμένο και ακλόνητο εκεί όπου «εξουσιαστές και επαναστάτες  είναι το ίδιο χαρμάνι. Τομάρια»…

Ο Δημοσθένης Παπαδόπουλος, προέβη σε μια καταλυτική συμπίεση του κειμένου του Γάλλου δραματουργού, γράφοντας εκ νέου το έργο υπό τον τίτλο «Η επανάσταση δε θα έρθει ποτέ», κείμενο που οδήγησε και την παράσταση που ο ίδιος σκηνοθέτησε, επιχειρώντας μια παρέμβαση στα πολύ βασικά χαρακτηριστικά του έργου του συγγραφέα: την αναλυτικότητα του λόγου από τη μια και τη συμβολική διάσταση των εικόνων από την άλλη. Η επέμβαση αυτή, ενώ εικάζω θεωρητικά ότι συνέβη για να αποφορτιστεί το κείμενο από τη φλύαρη επαναληπτικότητα του, την  περιπεπλεγμένη δράση του  με τα αποσπασματικά και σε περιπτώσεις ασύνδετα επεισόδιά του, στην ουσία έφερε το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα. Ενίσχυσε την χαώδη, παραληρηματική  ατμόσφαιρα, περιέπλεξε τους χαρακτήρες και δημιούργησε  λόγο και εικόνα  αποκλειστικά εγκιβωτισμένα μέσα στα συρόμενα  αμαξίδια/θαλάμους, αφαιρώντας ακόμα και την καυστικότητα του συγγραφέα περιορίζοντας την επιδερμικά στη βωμολοχία.  Η παράσταση, υποχρεωτικά καταλήγει σε μια παραθετική παρέλαση ενώπιον του κοινού, αποσπασμάτων, εικόνων και θραυσμάτων, μοιράζοντας απλόχερα «άρωμα» αλλά όχι γεύση από «Το μπαλκόνι». Το κοινό δεν γίνεται προέκταση της σκηνής (και επομένως μέτοχος της ονείρωξης), όπως επιτάσσει στις σκηνικές οδηγίες του ο Ζενέ, αλλά απλός παρατηρητής ενός διαδοχικού βομβαρδισμού σύντομων σκηνών, που καταλήγουν σε ένα σκηνικά αδρανές αποτέλεσμα. Από κάποιο σημείο και μετά, η παράσταση φαίνεται πως δεν ενδιαφέρει  κανέναν και δεν απευθύνεται  σε κανέναν.

Σε αυτό το ίδιο πλαίσιο, ως φαίνεται καθοδήγησε και τους ηθοποιούς (Βίκη Χαλαύτρη, Μυρτώ Λελόβα, Αποστόλης Παπαδημητρίου, Μάγδα Τασούλα, Ανδρέας Γιαννακούλας, Αλέξανδρος Πασχάλης, Νίκος Μυλωνόπουλος, Δήμητρα Κόκκορη, Γιώργος Αντωνόπουλος, Βαγγέλης Ραφαήλ Καλλίτσογλου, Γιάννης Νταής, Νικόλας Αλεξίου, Θωμάς Θάνος, Ζωή Κουσάνα). Στην πλειοψηφία τους νέοι, τοποθετούνται περισσότερο ως εκθέματα προς παρατήρηση, με περιορισμένη δράση, με στατικές τοποθετήσεις στα συρόμενα αμαξίδια ή στη σκηνή , με κατατονικές κινήσεις και στομφώδη  εκφορά λόγου.  Το αποτέλεσμα αδικεί τους ηθοποιούς, που καταδικάζονται να υποβιβάσουν την τέχνη τους σε δεύτερο ρόλο προς χάριν της σκηνοθεσίας (με εξαίρεση ίσως τη σκηνή της ακροβασίας). Τα πολλαπλά επίπεδα των ρόλων που προϋποθέτει το έργο για την επίτευξη της ονειρικής ταυτότητας, δεν αναδεικνύονται, μέσα στην μονομέρεια της σκηνοθετικής άποψης.  Προβαίνει σε μάλλον κοινότυπες και προφανείς σκηνικές λύσεις (από τη χρήση της κόκκινης μπογιάς και των φακών, έως το ομόφυλο φιλί), κοινοτυπίες που δείχνουν να αποζητάν απεγνωσμένα τη σφραγίδα του εναλλακτικού.

Στο παρελθόν έχουμε δει πραγματικά ωραίες δουλειές από τον Δημοσθένη Παπαδόπουλο (Θείος Βάνιας, Έξι μαθήματα χορού σε έξι βδομάδες, Το στρίψιμο της βίδας, Πάρτυ γενεθλίων, ανακαλώ κάποιες).  Στην «Η επανάσταση δε θα γίνει ποτέ», οδηγήθηκε μάλλον σε αυτοαναφορικούς δρόμους, σε κείμενο, σκηνοθεσία, σκηνογραφία, μουσική επιμέλεια (που περιοριζεται στους κτύπους τυμπάνου ως ηχητικό τοπίο) και  (αυτό)φωτισμούς, παγιδευμένος σε μια αισθητική και μόνο ταύτιση του έργου με τον αυτονόητα επιλεγμένο χώρο της παράστασης και τα πραγματικά πολύ ενδιαφέροντα κοστούμια του Αλέξιου Φούκου (κι εδώ οφείλουμε να επισημάνουμε πως οι φθαρμένοι τοίχοι του ερειπωμένου Μπάγκειου, έχουν πάψει εδώ και καιρό  να αποτελούν εναλλακτικό σκηνικό χώρο ικανοποιώντας περισσότερο μια σκηνογραφική οικονομίστικη ευκολία), αρνούμενος εντέλει την εγγενή σφοδρότητα του έργου του Ζενέ. Και μάλλον σε αυτήν την αυτοαναφορικότητα, θα πρέπει να καταλογίσουμε και το σκηνοθετικό εύρημα, να σφραγίσει κάθε ελεύθερη  πρόσβαση του κοινού στην έξοδο, τοποθετώντας σκηνικά αντικείμενα και ηθοποιό (ο οποίος ο ίδιος στην έναρξή της είχε υποδείξει από πού να εξέρχεται ο κόσμος σε περίπτωση ανάγκης), να στέκεται φωτίζοντας την σκηνή. Ευκολία; Αμηχανία; Απαξίωση στο κοινό;

Ταυτότητα παράστασης

Κείμενο – Σκηνοθεσία – Σκηνικά – Μουσική Επιμέλεια: Δημοσθένης Παπαδόπουλος
Κοστούμια: Αλέξιος Φούκος
Φωτισμοί: Δημοσθένης Παπαδόπουλος, ομάδα ContraTiempo
Κοσμήματα: Μαριλένα Παπαδοκωνσταντάκη
Βοηθοί σκηνοθέτη: Βαγγέλης Ραφαήλ Καλλίτσογλου, Ντίνος Ψυχογιός
Social media: Ζωγραφιά Πουγάτσια
Υπεύθυνη Επικοινωνίας: Μαρίκα Αρβανιτοπούλου
Παίζουν με σειρά εμφάνισης
Ίρμα: Βίκη Χαλαύτρη
Κάρμεν: Μυρτώ Λελόβα
Επίσκοπος: Αποστόλης Παπαδημητρίου
Εξομολογουμένη, κλέφτρα, πόρνη, φωτογράφος: Μάγδα Τασούλα
Σκλάβος, Φωτογράφος: Ανδρέας Γιαννακούλας
Σκλάβος, Φωτογράφος: Αλέξανδρος Πασχάλης
Στρατηγός: Νίκος Μυλωνόπουλος
Παλόμα: Δήμητρα Κόκκορη
Δικαστής: Γιώργος Αντωνόπουλος
Αρτύρ, Φωτογράφος: Βαγγέλης Ραφαήλ Καλλίτσογλου
Πρέσβης, Αρχηγός της Αστυνομίας: Γιάννης Νταής
Απεσταλμένος: Νικόλας Αλεξίου
Ροζέ: Θωμάς Θάνος
Σαντάλ: Ζωή Κουσάνα

8 Απριλίου έως 21 Μαΐου
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Παρασκευή και Σάββατο στις 21.00
Διάρκεια παράστασης: 110’
Τιμές εισιτηρίων: 12 ευρώ (κανονικό), 8 ευρώ (μειωμένο)

Ξενοδοχείο Μπάγκειον: Πλατεία Ομονοίας 18