Κριτική | «Ντίνος Χριστιανόπουλος – Το ταγκαλάκι» στο Vault: η ποίηση είναι ρεαλισμός. Μια τέτοια πολυσύνθετη και εξαιρετικά μοναδική προσωπικότητα σαν του Χριστιανόπουλου είναι ομοούσια και αδιάσπαστη. Δεν μπορείς να την κατατμήσεις στα στοιχεία της, δεν μπορείς να της αποσπάσεις μόνο το λόγο, ούτε μόνο την έκφραση ή τη σωματικότητα ή ακόμα και μόνο τη σκέψη. Και το ρίσκο μιας απαίδευτης και με ευκολίες ερμηνείας, είναι να την «μασκαρευτείς» και κατά συνέπεια να την απαξιώσεις σε καρικατούρα. Σε καμία περίπτωση από τις δύο, δε θα μπορούσες τότε να ερμηνεύσεις τον Χριστιανόπουλο

           

Δὲν ξέρω ἄν θα ’θελα νὰ ἐπιστρέψω, εἶναι τόσο ὀδυνηρὴ ἡ ἐποχὴ τῆς φρόνησης, θα ’θελα μόνο νὰ ξεριζώσω μὲ τὰ χέρια μου τὴ μνήμη.

Χαρακτηρίστηκε «σχεδόν αποκλειστικά ερωτικός» (Λίνος Πολίτης, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας), χαρακτηρισμός που επεκτάθηκε σε «αποκλειστικά σχεδόν ερωτικός και ακοινώνητος» (Δημήτριος Τσάκωνας, Επίτομη ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας).  Και παρόλο που και ο ίδιος χαρακτήριζε τον εαυτό του «ερωτικό ποιητή», δεν παρέλειπε να διαχωρίζει εμφατικά τη θέση του από την φλύαρη «αισθηματολογία» που εμπεριέχεται σε μια ποίηση που καλείται ερωτική.

Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος , όσο και αν επέμεινε ότι η πολιτική ήταν κάτι που δεν τον αφορούσε, αναγνωρίζοντας στον εαυτό του τη δυνατότητα να μιλά «για τον πόνο που μας αφορά όλους», και να βλέπει τον έρωτα ως αναπόσπαστο κομμάτι της κοινωνικής συνύπαρξης των ανθρώπων, εκτιμώ ότι υπήρξε ένας βαθιά πολιτικοποιημένος ποιητής. Ο έρωτας, για τον Ντίνο Χριστιανόπουλο, όσο και αν είναι βιωματικός έχει αναντίρρητες κοινωνικές προεκτάσεις. Ο έρωτας, δεν είναι άψυχος, δεν είναι άυλος, δεν είναι πνεύμα, δεν είναι Θεός. Είναι ανθρώπινος, συγκεκριμένος, με όνομα, επίθετο, χαρακτηριστικά.  Και γι αυτό, η αποστροφή «ερωτικός και ακοινώνητος» μάλλον αδικεί τον Ντίνο Χριστιανόπουλο. Ο δικός του Έρωτας, με την αγωνία της στέρησης κυρίαρχη, καταγράφεται στο πλαίσιο μιας κοινωνικής (και γι αυτό πολιτικής) προβληματικής.

Η παράσταση «Ντίνος Χριστιανόπουλος – Το ταγκαλάκι» που έκανε πρεμιέρα πέρσι στο Θέατρο Αμαλία στη Θεσσαλονίκη και αυτές τις ημέρες παίζεται στο Vault, έχει θέμα της , για την ακρίβεια αποτελεί, τη μεταφορά στο σανίδι της συνέντευξης που παραχώρησε ο ποιητής στο δημοσιογράφο Αντώνη Μποσκοΐτη. Δημοσιογράφος από τους πλέον «διαβασμένους» του δημοσιογραφικού χώρου στον πολιτισμό, ο οποίος έχοντας την ικανότητα να «ξεκλειδώνει» τους συνομιλητές του, ήδη γράφει ιστορία στον τομέα των βιωματικών συνεντεύξεων-πρότυπων.

Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος υποδέχεται τον δημοσιογράφο και παρόλες τις αντιρρήσεις του, που έτσι κι αλλιώς πάντα συνόδευαν το λόγο και το έργο ενός ποιητή που η λέξη δύστροπος ήταν η πιο επιεικής που μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν για αυτόν οι επικριτές του. Ταγκαλάκι, είναι λέξη  σαλιωνικιώτικη, προερχόμενη από την τουρκική γλώσσα, σημαίνει αλητάκι, διαβολάκι, πειραχτήρι. Και αυτήν ακριβώς την πλευρά του Χριστιανόπουλου, ο δημοσιογράφος «σκαλίζει», σε μια προσπάθεια να κατανοήσει ο ίδιος και κατά συνέπεια οι τότε αναγνώστες και οι σημερινοί θεατές , τα μύχια της ξεχωριστής προσωπικότητας του ποιητή. Γρουσούζης ή δηκτικός; Αφοριστικός ή απλά προκλητικός; Ναρκισσιστικά εγωπαθής ή επιλεκτικά απόμακρος; Και τελικά μισάνθρωπος ή ιδιαιτέρως ουμανιστής;

Ο Αντώνης Μποσκοΐτης, μεταφέρει αυτήν την επαφή του σε ένα κείμενο με βαθιά δομημένο λόγο, που αναδύει αγάπη και θαυμασμό για τον ποιητή και το έργο του, καλοζυγισμένο και ισορροπημένο, με καίριες δραματουργικές παρεμβάσεις, που «σκοπεί» (με την αρχετυπική σημασία της λέξης) με ευθύτητα χωρίς να κοιτά στην κλειδαρότρυπα, και φέρνει στο φως αυτήν την σύνθετη προσωπικότητα της ελληνικής διανόησης ( ο όρος χρησιμοποιείται καταχρηστικά μιας και  ο ίδιος τον σιχαινόταν).

Έτσι η πάντα κλειστή πόρτα του Χριστιανόπουλου ανοίγει και,  υπό το βλέμμα των Τσιτσάνη-Καβάφη σε κάδρα που κοσμούσαν το γραφείο του, γνωρίζουμε τον ποιητή, τον εκδότη, τον δοκιμιογράφο, τον μεταφραστή, τον βιβλιοκριτικό, τον λαογράφο, τον ρεμπετολόγο, τον συλλέκτη, τον μελετητή. Μιλά για Χατζιδάκι, Γκάτσο, Νταντωνάκη, Τσιτσάνη, αλλά και για Δημήτρη Παπαϊωάννου. Για Θεοδωράκη, για Ρίτσο, για Ελύτη αλλά και για Παπαγιαννοπούλου, Αγέλλακα, Βέγγο. Για Καββαδία και για Λίνο Πολίτη. Με έναν λόγο για τον καθένα, στον οποίο πάντα υπάρχει ένα «αλλά», μια άρνηση στην έμφυτη και αναμφισβήτητη κατάφασή του για όλους αυτούς τους ανθρώπους.  Γιατί  ο Χριστιανόπουλος με αυτήν την μόνιμη άρνησή του, αυτό το μόνιμο «αλλά», αμφισβητούσε και έθετε υπό κρίσιν πρωτίστως τον ίδιο του τον εαυτό και την εκτίμηση του, όχι αυτούς καθαυτούς. Και βεβαίως, μέσα από το κείμενο-συνέντευξη αναδεικνύεται ο Χριστιανόπουλος άνθρωπος, που δεν ξεχνάει την ταξική καταγωγή του, που συμπονά τον λαϊκό άνθρωπο, που φτύνει κατάμουτρα την αστική διανόηση και τα υποταγμένα «καπρίτσια» της, που κατανοεί με όρους ταξικότητας την πολιτιστική ένδεια των καιρών μας. Ο ίδιος μέσα στον επιλεκτικό εστετισμό του είναι βαθιά λαϊκός .«Η ποίηση είναι η μαγεία του ρεαλισμού» ακούγεται  δια στόματός του στην παράσταση, σφραγίζοντας ο ίδιος την ουσία του έργου του.

Ο Χάρης Φλέουρας ενσαρκώνει τον ποιητή σε μια απόλυτα ευθυγραμμισμένη ταύτιση.  Ένας ταλαντούχος ηθοποιός, ο οποίος πολιορκεί και κατακτά  εντέλει τον «δύσκολο» Χριστιανόπουλο. Και όχι μόνο σωματικά, που θεωρώ ότι αυτό ίσως είναι και το πιο εύκολο κομμάτι της ερμηνείας του. Ο Χάρης Φλεόυρας, δεν υποδύεται τον Χριστιανόπουλο, γίνεται ο ίδιος ο Χριστιανόπουλος. Δεν είναι μόνο η κίνηση, δεν είναι μόνο το λύγισμα των γονάτων, το σύρσιμο των ποδιών, το ρυτίδιασμα των φρυδιών, το σκοτείνιασμα του προσώπου, η λάμψη των ματιών την ώρα της αποστομωτικής ατάκας. Είναι και ο λόγος και η γλωσσική έκφραση με τα σύμφωνα να πέφτουν και να σμπαριαλιάζονται στα φωνήεντα και να δημιουργούν εκείνο το μοναδικό ηχόχρωμα της άρθρωσης του ποιητή. Η δυσκολία του υποκριτικού εγχειρήματος του Φλέουρα είναι συντριπτική. Μια τέτοια πολυσύνθετη και εξαιρετικά μοναδική προσωπικότητα σαν του Χριστιανόπουλου είναι ομοούσια και αδιάσπαστη. Δεν μπορείς να την κατατμήσεις στα στοιχεία της, δεν μπορείς να της αποσπάσεις μόνο το λόγο, ούτε μόνο την έκφραση ή τη σωματικότητα ή ακόμα και μόνο τη σκέψη. Και το ρίσκο μιας απαίδευτης και με ευκολίες ερμηνείας, είναι να την «μασκαρευτείς» και κατά συνέπεια να την απαξιώσεις σε καρικατούρα. Σε καμία περίπτωση από τις δύο, δε θα μπορούσες τότε να ερμηνεύσεις τον Χριστιανόπουλο. Τίποτα από αυτά, ευτυχώς δε συμβαίνει. Μελέτησε βαθιά, βασανιστικά ο Φλέουρας τον Χριστιανόπουλο και αυτό δεν είναι κάτι που κρύβεται και που βέβαια επιβραβεύεται με την παράδοση του κοινού στον χείμαρρο του λόγου του

Ο Αντώνης Μποσκοΐτης, σωστά και δίκαια δραματουργικά, ερμηνεύοντας το δικό του φυσικό ρόλο του δημοσιογράφου, κάνει ένα βήμα πίσω αφήνοντας τη σκηνή στους Φλέουρα-Χριστιανόπουλο, να κλέβουν την παράσταση. Το τραγούδι των Γιώργη Χριστοδούλου –Θωμά Κοροβίνη σε ερμηνεία Παντελή Θεοχαρίδη λειτουργεί ως καταλύτης συναισθημάτων.

Στο Vault, συντελείται η επιστροφή του Ντίνου Χριστιανόπουλου, και ο ποιητής μάλλον παίρνει το μάθημά του: η μνήμη τελικά δεν ξεριζώνεται…

Η παράσταση παίζεται στον Πολυχώρο – Θέατρο Vault κάθε Δευτέρα & Τρίτη στις 21:00. Εισιτήρια μπορείτε να προμηθευτείτε ΕΔΩ

Κείμενο – σκηνοθεσία: Αντώνης Μποσκοΐτης
Μουσική: Γιώργης Χριστοδούλου
Τραγούδι: Παντελής Θεοχαρίδης (Γιώργη Χριστοδούλου – Θωμά Κοροβίνη)
Βοηθός σκηνοθέτη: Ηλίας Καρακωνσταντάκης
Γραφιστικά – αφίσα – reel: Γιάννης Μουράρος
Επικοινωνία: Νταίζη Λεμπέση
Παραγωγή: Πόλις Πολιτισμού
Παίζουν: Χάρης Φλέουρας – Αντώνης Μποσκοΐτης