Κριτική | «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας» από τους Loxodox: ανιχνεύοντας (επίμονα) τον Σαίξπηρ. Μαγικά κουρδισμένη,  πραγματικά νεωτερική παράσταση που ανατέμνει τη σαιξπηρική ποιητική πρόσληψη επί της ουσίας με αφοσιωμένη ανίχνευση  και με μια εύληπτη και δημιουργική δραματουργία. Ιδιότητες που τείνουν να εξαφανιστούν στο σύγχρονο ελληνικό θέατρο

«Θα’ ναι κουτός, όποιος καταπιαστεί να εξηγήσει τούτο το όνειρο» λέει ο Σαίξπηρ στο «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας», δίνοντας τη σημαντικότερη σκηνική οδηγία προς τους μελλοντικούς επίδοξους σκηνοθέτες του έργου του. Κάτι που σχεδόν όλοι προσπερνούν.

Έργο, που καταγράφεται στην παγκόσμια δραματουργία, όχι τόσο για την πλοκή, τη δράση και τους χαρακτήρες του, αλλά για την επιβολή της ποίησης στη θεατρική πράξη, τόσο, ώστε να έχει διατυπωθεί η άποψη ότι είναι προτιμότερο να «ακούγεται» παρά να παραστάται. Είναι τέτοιος και ο ίδιος ο χαρακτήρας του έργου: ένα παραμύθι, μια αλληγορική ιστορία για τη δύναμη του Έρωτα ως αναπόσπαστο κομμάτι της Φύσης και της Ζωής, φορέας τους και ταυτόχρονα ιδιότητά τους.  Πόσο τυχαία να είναι η ελληνική ονοματοδοσία των ηρώων του, στον καιρό της αναγέννησης , όταν υιοθετείται και καταγράφεται σε αυτό , αυτή η αρχαία ελληνική φιλοσοφική διάσταση του Έρωτα;

Έξυπνα ο Σαίξπηρ, πλάθει δύο κόσμους, τον πραγματικό και τον φανταστικό, που στην ουσία πρόκειται για τον έναν και μοναδικό κόσμο μας . Η Φύση κυριαρχεί και στους δύο, ο Έρωτας είναι το διακύβευμα και στους δύο και στήνει ένα παιχνίδι ανάμεσα στα «θέλω» και στα «πρέπει», ένας πρώιμος Φρόυντ της εποχής του και ένας αθεράπευτα πραγματιστής μέσα στον ρομαντισμό του. Οι δύο κόσμοι διασταυρώνονται και ταυτίζονται και ο ένας αποτελεί συνέχεια του άλλου, ο ένας  ιδανικό και στόχος του άλλου.

Η παράσταση στο ΠΛ.ΥΦΑ. από τον Αλκίνοο Δωρή και τους LOXODOX, έρχεται σε μια εποχή όπου ο θεατρικός βερμπαλισμός και μεγαλομανία κατακρημνίζουν τον Λόγο, την πρόθεση, και τις ίδιες τις θεατρικές αξίες. Ο νεαρός σκηνοθέτης και η ομάδα «διάβασαν» το έργο και δίκαια βασίστηκαν στις πολύ διακριτές (αλλά τόσο παραβιασμένες από αυτόν τον βερμπαλισμό κατά καιρούς) αρχές του. Αποφεύγοντας την ωμή ενσάρκωση της παράστασης, επένδυσαν κερδοφόρα στο άρωμα της σαιξπηρικής ποίησης που αναδύεται σε όλα τα στοιχεία της. Υιοθέτησαν σκηνικά και ερμηνευτικά (παρά τις επιμέρους αδυναμίες σε κάποιους ρόλους) το χαρακτηριστικό που κάνει το έργο να ξεχωρίζει, τη μυστικιστική διάσταση του δηλαδή, κατά την οποία τα πρόσωπα δεν αποτελούν χαρακτήρες αλλά αύρες, τα λόγια είναι ήχοι, η κίνηση είναι θρόισμα. Για αυτό, κουμπώνει  με τόση αρμονία ο μπερντές του Θεάτρου Σκιών, όπου παράλληλες δράσεις συνομολογούν τη σκηνική (δίνοντας και μια άλλη διάσταση στο εγγενές θέατρο εν θεάτρω του έργου), για αυτό και η κίνηση της Αγγελικής Τσούπρα έρχεται σαν φυσική ομολογία της, γι αυτό η πρωτότυπη μουσική της Στέλλα Γαδέδη οργανώνει μια λαϊκή παγανιστική γιορτή της υπαίθρου.

Η παράσταση ξορκίζει το μπαρόκ, το γκροτέσκο και  την υποκριτική σοβαροφάνεια και αναδεικνύει την έμφυτη λαϊκότητα και μουσικότητα του κειμένου (με τη σύγχρονη μετάφραση του Διονύση Καψάλη).  Με νεανική ορμή, ευτυχώς δεν πατά σε κοινά κωμικά καμώματα και στερεότυπα. Δε θα συναντήσουμε για παράδειγμα τη φαρσική φασαρία (παρόλα τα φαρσικά επιμέρους στοιχεία του έργου) ή την οχλαγωγική φωνασκία (πράγματα που μεν, χαρακτηρίζουν άλλο θέατρο αλλά υιοθετούνται με ελαφρή καρδία μιας και επικοινωνούν με μεγαλύτερη ευκολία με το κοινό) και ευρήματα αυτοναφορικής σάχλας.  Στην παράσταση γελάς, χωρίς να περιγελάς. Δέκα ηθοποιοί στη σκηνή, αξίζει να αναφερθούν και οι δέκα, Μαρίζα Θεοφυλακτοπούλου, Σταύρος Καστρινάκης, Δήμητρα Κολοκυθά, Νάσος Κρέτσης, Κατερίνα Κωνσταντίνου, Γιάννης Μπάτσης, Μηνάς Πασπαλάς, Μπέτυ Σαράντη, Δήμητρα Σπανούλη, Βασίλης Σταματάκης, έχουν σμίξει σε ένα σώμα, μοιράζονται τους ρόλους, έχοντας ενστερνιστεί ακριβώς αυτήν την ποιητική ισορροπία και ταίριασμα των ηρώων και αποφεύγοντας το λεγόμενο «προσωπικό παίξιμο». Τα κοστούμια των  Μαρίζας Θεοφυλακτοπούλου και  Ισμήνης Ασημάκη, στο ίδιο πνεύμα, υποδηλώνουν χωρίς να περιγράφουν. Τα φώτα του Θωμά Οικονομάκου, αγχωμένα σε στιγμές,  επενδύουν στο φεγγαρόφωτο παλεύοντας με επιτυχία την αντιθεατρική, είναι αλήθεια, αίθουσα του ΠΛ.ΥΦΑ.

Μαγικά κουρδισμένη, πραγματικά νεωτερική παράσταση που ανατέμνει τη σαιξπηρική ποιητική πρόσληψη επί της ουσίας με αφοσιωμένη ανίχνευση και με μια εύληπτη και δημιουργική δραματουργία. Ιδιότητες που τείνουν να εξαφανιστούν στο σύγχρονο ελληνικό θέατρο, και είναι αποκάλυψη να αξιοποιούνται από μια νέα γενιά του θεάτρου μας.

Η παράσταση παίζεται κάθε Παρασκευή & Σάββατο στις 21:00, Κυριακή στις 19:00, στο ΠΛ.ΥΦΑ. Εισιτήρια μπορείτε να προμηθευτείτε ΕΔΩ

Κείμενο: Ουίλιαμ Σαίξπηρ
Σκηνοθεσία: Αλκίνοος Δωρής
Μετάφραση: Διονύσης Καψάλης
Κίνηση: Αγγελική Τσούπρα
Μουσική: Στέλλα Γαδέδη
Σκηνογραφία: Μαρίζα Θεοφυλακτοπούλου
Κοστούμια: Μαρίζα Θεοφυλακτοπούλου, Ισμήνη Ασημάκη
Πίνακας ζωγραφικής: Ισμήνη Ασημάκη
Φωτισμοί: Θωμάς Οικονομάκος
Φωτογραφίες παράστασης: Sabrina Brodescu
Κατασκευή Κοστουμιών: ΡΑΜ ΡΑΜ
Κατασκευή μάσκας: Φωτεινή Γεωργίου
Επικοινωνία: Χρύσα Ματσαγκάνη
Παραγωγή: LOXODOX
Οργάνωση παραγωγής: Loxodox, Όλγα Τσατσούλη
Διανομή (αλφαβητικά)
Μαρίζα Θεοφυλακτοπούλου: Ελένη, Μπρίκης
Σταύρος Καστρινάκης: Δημήτριος, Βελόνης
Δήμητρα Κολοκυθά: Πουκ
Νάσος Κρέτσης: Πάτος
Κατερίνα Κωνσταντίνου: Νεράϊδα
Γιάννης Μπάτσης: Λύσανδρος, Σουραύλης
Μηνάς Πασπαλάς: Αιγέας, Σφήνας
Μπέτυ Σαράντη: Ερμία, Αλφάδης
Δήμητρα Σπανούλη: Ιππολύτη, Τιτάνια
Βασίλης Σταματάκης: Θησέας, Όμπερον
Μουσικοί επί σκηνής: Κατερίνα Κωνσταντίνου (φλάουτο), Νάσος Κρέτσης, Μηνάς Πασπαλάς (βιολί, κιθάρα), Νάσος Κρέτσης (νταούλι)