Μπορεί η τρέλα του calypso να υποχωρούσε, ο βασιλιάς του είδους όμως Harry Belafonte παρέμενε στο θρόνο του! Δεν είχε, αλλά ούτε υπήρχε και κάποιος λόγος να αποσυρθεί. Με ντύσιμο πάντα στην “πένα” ο συνέχιζε να κάνει επιτυχίες, που περιέκλειαν τη μουσική της Καραϊβικής, την jazz, τα blues και τη folk με μια όμως pop προσέγγιση.

Τα χρόνια του στην RCA ήταν σίγουρα τα πιο προσοδοφόρα και ίσως να ήταν και ο πιο επιτυχημένος μαύρος καλλιτέχνης στην εταιρεία. Την άνοιξη του 1961 μπαίνει στο στούντιο της RCA της Νέας Υόρκης για την ηχογράφηση ενός νέου δίσκου, αρκετά διαφορετικού απ’ τον προηγούμενό του, το  “Jump Up Calypso”.

Με μια μικρή ορχήστρα η οποία ήταν κάτω από την επίβλεψη του Jimmy Jones και τον Hugo Montenegro στην παραγωγή, ο Harry Belafonte ηχογραφεί 9 παραδοσιακά κομμάτια με τον τίτλο “Midnight Special”. Το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς ο δίσκος έχει ολοκληρωθεί. Ο Bob Bollard έχοντας ακούσει το τελικό αποτέλεσμα, αρχίζει να γράφει το σημείωμα για το οπισθόφυλλο του δίσκου με την εξής φράση: “Ο δίσκος ξεκινάει με έναν φυσαρμονικίστα που φυσάει με όλη του την ψυχή μέσα από μια φτηνή φυσαρμόνικα”.

 

Ο εικοσάχρονος τότε Robert απ’ τη Minnesotta, που τριγυρνούσε στους δρόμους της Νέας Υόρκης με μια κιθάρα και μια φυσαρμόνικα αναζητώντας δουλειά ακόμα και για ένα δολάριο τη βραδιά, βρέθηκε ξαφνικά να παίζει για πρώτη φορά στη ζωή του σε μια κανονική ηχογράφηση, σε ένα κανονικό στούντιο.

Αν και καθ’ όλη τη διάρκεια της ηχογράφησης γκρίνιαζε γιατί ήταν αναγκασμένος να παίζει ξανά και ξανά το ίδιο κομμάτι μέχρι το αποτέλεσμα να ικανοποιήσει τους Belafonte και Montenegro, στο τέλος έφυγε ευτυχισμένος με 40 δολάρια στην τσέπη του και φυσικά την ικανοποίηση ότι συμμετείχε σε δίσκο του Harry Belafonte. Ο θρυλικός κυνηγός ταλέντων John Hammond, ο άνθρωπος που είχε ανακαλύψει τις/τους Billie Holiday, Benny Goodman, Count Basie άκουσε τον εικοσάχρονο Robert να παίζει στο στούντιο για το πρώτο album της Carolyn Hester, την οποία είχε γνωρίσει λίγους μήνες πριν.

 

Εκείνο τον καιρό ήταν ελάχιστοι οι κιθαρίστες τραγουδιστές που συνόδευαν τα τραγούδια τους με μια φυσαρμόνικα. Ο Robert είχε δει τον μπλουζίστα Jesse Fuller με μια αυτοσχέδια βάση γύρω απ’ τον λαιμό του και τον είχε αντιγράψει. Επίσης είχε την πρωτοτυπία να τονίζει τον ρυθμό περισσότερο από τη μελωδία. Ο Hammond εντυπωσιάστηκε απ’ αυτό και τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς (1961) τού υπογράφει συμβόλαιο με την Columbia.

Μαζί μπαίνουν στο στούντιο για την ηχογράφηση του πρώτου προσωπικού του δίσκου. Στις 23 Μαρτίου του 1962 κυκλοφορεί το “Midnight Special” μπαίνοντας μέσα στην πρώτη δεκάδα των charts. Λίγες μέρες πριν (19 Μαρτίου) ο εικοσάχρονος Robert είχε κυκλοφορήσει το δικό του πρώτο album που δυστυχώς πέρασε απαρατήρητο σε μια “κοιμισμένη” Αμερική, που υποδεχόταν τον ερχομό ενός νέου μεσσία με το όνομα Bob Dylan.