γραφει ο ψυχολόγος Αναστασία Νικολάου //

Τρεις μοναχοί έκαναν διαλογισμό δίπλα σε μια λίμνη. Ένας σηκώθηκε και είπε: “Έχω ξεχάσει το χαλάκι μου”. Πατώντας πάνω στην επιφάνεια του νερού μπροστά του, περπάτησε προς την άλλη πλευρά, όπου βρισκόταν η μικρή καλύβα τους. Όταν επέστρεψε, ο δεύτερος μοναχός είπε: “Θυμήθηκα ότι δεν έχω απλώσει τα πλυμένα ρούχα μου”. Και αυτός με τη σειρά του, έκανε το ίδιο, περπάτησε απαλά πάνω στο νερό μέχρι την απέναντι όχθη και επέστρεψε σε λίγα λεπτά με τον ίδιο τρόπο.

Ο τρίτος μοναχός τούς παρακολουθούσε προσεκτικά. Θεωρώντας ότι αυτή ήταν μια δοκιμασία και για τις δικές του δεξιότητες, είπε δυνατά: “Πιστεύετε λοιπόν ότι οι ικανότητες σας είναι ανώτερες από τις δικές μου! Κοιτάξτε με!” και έτρεξε στην άκρη της λίμνης. Με το που άπλωσε το πόδι του, βρέθηκε ολόκληρος μέσα στο νερό .

Απτόητος, προσπάθησε να περπατήσει ξανά πάνω στην επιφάνεια του νερού. Και ξανά και ξανά, χωρίς αποτέλεσμα. Οι άλλοι δυο μοναχοί παρακολούθησαν αυτό το θέαμα σιωπηλά. Κάποια στιγμή ο ένας ρώτησε τον άλλον: πιστεύεις ότι πρέπει να του πούμε πού βρίσκονται οι πέτρες που πατάμε;

•Είναι άραγε δυνατό να περπατήσει κανείς πάνω στο νερό; Μπορεί με τη δύναμη του νου ή με την πίστη να υπερβεί κάποιος αυτό που ονομάζουμε “φυσικό νόμο”; Και, αν αυτό είναι εφικτό, τότε πώς ονομάζεται;

Στην παραπάνω μικρή ιστορία του Ζεν ο μοναχός επιδιώκει να περπατήσει πάνω στο νερό, όπως νομίζει ότι έχουν κάνει ήδη οι άλλοι δυο μοναχοί. Ζητά κάτι που είναι εντελώς ασυνήθιστο, εντούτοις πιστεύει ότι αυτό συμβαίνει μπροστά στα ίδια του τα μάτια και το λαμβάνει επίσης ως μια δοκιμασία των ικανοτήτων του και της πίστης του.

•Η επιστήμη και η τεχνική έχουν ήδη απαντήσει στην ανάγκη και την επιθυμία του ανθρώπου να κινηθεί στην επιφάνεια του νερού. Ο άνθρωπος χρησιμοποιεί το κολύμπι ως τεχνική. Ξέρει πώς να τοποθετεί το σώμα του στο νερό ώστε να επιπλέει και ήδη γνωρίζει τους νόμους της άνωσης. Μπορεί επίσης να διανύει μακρινές αποστάσεις με κατασκευές που ο ίδιος έχει επινοήσει γλιστρώντας πάνω στο νερό, εξελίσσοντας παράλληλα τις κατάλληλες επιστήμες και τεχνικές με τους δικούς τους νόμους και αξιώματα

Το να περπατήσει κανείς όμως πάνω στο νερό είναι ένα διαφορετικό αίτημα. Ο μοναχός αυτός έχει μια προσδοκία, λοιπόν, ίσως ένα όνειρο, ίσως μια απαίτηση από τον ίδιο τον εαυτό του και αυτό ακριβώς βλέπει να το πράττουν οι άλλοι δίπλα του. Στο δικό του κόσμο, στη δική του θεώρηση αυτό που βλέπει με τα μάτια του δεν επιδέχεται καμίας διαφορετικής ερμηνείας. Δεν υπάρχει καμία άλλη εξήγηση πέρα από τη δική του αντίληψη, τη δική του ματιά. Βουτά και ξαναβουτά στα νερά ακαταπόνητος και αποφασισμένος να πραγματοποιήσει αυτήν την δοκιμασία. Είναι όμως μια δοκιμασία, μια πρόκληση ή μια βαθιά επιθυμία αυτή; Τι σπρώχνει τον άνθρωπο να θελήσει το ακατόρθωτο και πώς το ορίζει;

•Η επιστήμη και η τεχνολογία, δημιουργήματα του ανθρώπινου νου, έχουν κατορθώσει εκείνο που μέχρι χτες θεωρούνταν αδύνατο, σήμερα να είναι καθημερινότητα. Ο ερευνητής στοχεύει στο άγνωστο, στο αδιανόητο και μεθοδεύει τον τρόπο της κατάκτησής του διαμέσου της γνώσης. Οι θεολογικές προσεγγίσεις από την άλλη πλευρά παρακινούν στην καλλιέργεια του νου στην πίστη και στις δυνάμεις που αυτή κινητοποιεί

Θα μπορούσε άραγε ο μοναχός της ιστορίας να είναι ο ονειροπόλος άνθρωπος που ρίχνεται απτόητος στις δυσκολίες και στις αντιξοότητες μέχρι να πετύχει το ακατόρθωτο ή είναι ένας τυφλωμένος από τη φιλοδοξία άνθρωπος, που ερμηνεύει τον κόσμο μέσα από το κλειστό σύστημα των νοηματοδοτήσεων που κουβαλά ήδη;

Οι άλλοι δυο μοναχοί φαίνεται να μοιράζονται έναν κοινό τρόπο για να διασχίζουν το ποτάμι. Μοιάζει να μοιράζονται μια γνώση, κάτι αυτονόητο για τους ίδιους, όχι όμως και οφθαλμοφανές. Κάτι που έχει ήδη κατακτηθεί, όχι όμως τόσο ευφάνταστο ή τολμηρό ή φιλόδοξο. Αναρωτιούνται αν πρέπει να το πουν και στον τρίτο που είναι εντελώς απορροφημένος από τον δικό του αγώνα.

Η κίνηση του ανθρώπου από την ατομικότητα προς τη συλλογικότητα, από την αναζήτησή ενός προσωπικού νοήματος στην επίτευξη μιας διαπροσωπικής σχέσης και την πανανθρώπινη εντέλει συνύπαρξη, είναι αέναη και συνεχής. Είναι σαν ταυτόχρονα με τη δική μας παρουσία και τη σημασία που αυτή έχει, το γιατί υπάρχουμε δηλαδή, να φέρουμε μαζί και τον Άλλο. Η ανθρώπινη ύπαρξη “γίνεται” μέσα από την επαφή της με τον κόσμο και τα πράγματα, βρίσκεται σε μια συνεχόμενη ροή, συμβαίνει, δεν είναι κάτι περίκλειστο και στατικό. Οι άλλοι άνθρωποι και τα πράγματα έρχονται να μας συναντήσουν. Άλλες φορές η συνάντηση είναι ανεμπόδιστη και άλλες φορές μοιάζει να έρχεται κατά πάνω μας με τη μορφή σύγκρουσης, σαν ρήξη. Τότε ο κόσμος μας, έτσι όπως τον γνωρίζαμε, αλλάζει, αμφισβητείται, επερωτάται από εμάς τους ίδιους.

Σε αυτό το καινούργιο άνοιγμα εισχωρούν νέα νοήματα, διαφορετικές οπτικές, καινούργιες δυνατότητες: Ο μοναχός της ιστορίας παύει να είναι μόνος στην αναζήτηση του προσωπικού του οράματος, οι άλλοι δυο μοναχοί παύουν να βλέπουν μόνοι τους τον δρόμο που φτιάχνουν οι πέτρες κάτω από την επιφάνεια του νερού. Σε μια νέα οπτική οι τρεις τους καλούνται να συνομιλήσουν και να δουν τις σχέσεις τους και τη σχέση τους με τον κόσμο μέσα από ένα άλλο φως. Θα ήταν και αυτό μια δυνατότητα.