Ένα διαμέρισμα το βράδυ. Τα παράθυρά του βλέπουν σε έναν δρόμο.

Σε έναν τοίχο γράφει: «Είμαστε τα παιδιά του Φριτς Λανγκ και του Βέρνερ Φον Μπράουν», καθώς ο David Bowie τραγουδά το «Helden». Στο μπάνιο υπάρχει ένα πτώμα.

Ο Robert B κλείνει το ραδιόφωνο που παίζει το ίδιο τραγούδι στο αυτοκίνητό του και ανοίγει ένα φάκελο που περιέχει τρεις κασέτες Kraftwerk και ένα σημείωμα από τον αδερφό του, που του εύχεται χρόνια πολλά. Βάζει τη μία από τις κασέτες και οδηγεί προς το διαμέρισμά του, όπου η κοπέλα του παρακολουθεί ένα τηλεοπτικό πρόγραμμα ειδήσεων σχετικά με τον εγκλεισμό στη Βόρεια Ιρλανδία. Εκεί συζητούν για το τέλος της σχέσης τους.

Καθώς οδηγεί προς το Μπρίστολ, τα ραδιοφωνικά δελτία ειδήσεων που ακούει και οι άγνωστοι που συναντά στο ταξίδι του, αναφέρονται στη δεινή πολιτική και οικονομική κατάσταση της Βρετανίας στα τέλη της δεκαετίας του ’70. Τα πάντα στο Radio On, η μουσική, τα γκράφιτι Baader-Meinhof, μέχρι ένα αγροτικό βενζινάδικο (πρώτη κινηματογραφική εμφάνιση του Sting) στη μέση του πουθενά, φέρουν την αίσθηση ότι έχουν τοποθετηθεί εκεί σκόπιμα.

Σε σκηνοθεσία Christopher Petit και συμπαραγωγή του Wim Wenders, με πρωταγωνίστρια τη Lisa Kreuzer (ως Ingrid), το Radio On είναι ένα οδικό ταξίδι του ραδιοφωνικού παραγωγού Robert (David Beames) από το Λονδίνο στο Μπρίστολ, στα τέλη της δεκαετίας του 1970, προσπαθώντας να διερευνήσει την αυτοκτονία του αδελφού του.

Ο Wenders έπρεπε να πάει στις ΗΠΑ για να κάνει τη δική του road movie, το Παρίσι-Τέξας (Δ. Γερμανία/Γαλλία, 1984). Ο Chris Petit όμως κατάφερε με το Radio On μια ιδιόμορφη, ξεχωριστή (και πολιτιστικά) εξαίρεση σε έναν βρετανικό κινηματογράφο με λίγα μέχρι τότε road movie.

Το πραγματικό αστέρι του Radio On είναι το soundtrack με τις παραξενιές του, από Wreckless Eric, Lene Lovich, David Bowie μέχρι Devo, Kraftwerk, Robert Fripp και Ian Dury. Η σημασία της ποπ μουσικής στον καθορισμό της ταινίας έχει μια “άβολη” σχέση με τη διήγηση στο Radio On. Οι ρομποτικές μελωδίες των Kraftwerk, η μανιακή pub funk του Ian Dury και η progressive electronica του Robert Fripp ανήκουν σε πολύ διαφορετικές μουσικές παραδόσεις. Καθόλου τυχαία όλα αυτά, μιας και ο Petit μέσα απ’ τη μουσική της ταινίας προβάλλει τον συναισθηματικό αυτισμό της μετα-πανκ Βρετανίας πριν από τη Θάτσερ. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Robert είναι ραδιοφωνικός παραγωγός στο επάγγελμα, αλλά ως χαρακτήρας είναι φοβερά εσωστρεφής.

Αν και η ταινία είναι λιτή στην αφήγησή της, αναδεικνύει την απογοήτευση που ελλοχεύει στα νεανικά κινήματα της εποχής, το αγγλικό τοπίο και τη μοντερνίστικη αρχιτεκτονική, που φαίνονται μέσα από το παρμπρίζ του αυτοκινήτου του Robert που μοιάζει να ζει σαν ξένος μέσα στη δική του ιστορία. Σαν να τα βλέπει στην οθόνη ενός παλιού θερινού σινεμά στο κέντρο της Αθήνας.

Καλές διακοπές!