του Μάρκου Ψυχάρη //

Αρχαία Ολυμπία. Το τι μπορείς να νιώσεις με αυτό που ιστορικά θεωρείς πως σου ανήκει είναι ένα θέμα. Το τι μπορείς να νιώσεις με αυτό που σε πραγματικό χρόνο συστήνεται μπροστά σου πέριξ του αρχαιολογικού της χώρου δεν περιγράφεται εύκολα. Είναι το σημείο της γης που ακόμα και το κιτς λυγίζει από ζήλια.   

Πλαστικά αγαλματάκια, επιγραφές σε αρχαιοελληνίζουσα γραμματοσειρά που γράφουν Souvlaki – Gyros. Βαθύ μπλε φορέματα με χρυσοκέντητη ζώνη στο ύψος της μέσης και μαγνητάκια, πολλά μαγνητάκια με σύμβολα της περιοχής. Α, ξέχασα, και σημαίες, πολλές σημαίες.  Όλα αυτά δίπλα σε έναν αρχαιολογικό χώρο που η αναγνωρισημότητά του – brand name – μου λέει επαγγελματίας της περιοχής που σέβεται τον εαυτό του, έρχεται δεύτερη μετά την Coca Cola. Η οδός Πραξιτέλη Κονδύλη, που σε οδηγεί στον μαγικό και απείρου κάλλους αρχαιολογικό χώρο της Ολυμπίας είναι μια τίμια στιγμή νεοελληνικής κακογουστιάς.
Όταν ο συγγραφέας και ποιητής Αντρέ Μπρετόν είχε, δικαίως, αναρωτηθεί “Πότε θα δοθεί στο “αυθαίρετο” η θέση που αξίζει στη διαμόρφωση έργων και ιδεών;” δεν είχε υπολογίσει την αυθαίρετη κανιβαλιστική διάθεση του κέρδους γύρω από την εστία του κάλλους.
•Λίγα, μόνο, μέτρα πριν την είσοδο του αρχαιολογικού χώρου της Αρχαίας Ολυμπίας σε ένα από τα μαγαζιά που πουλούν τουριστικά σουβενίρ (ανοιχτήρια μπύρας, μαγνητάκια για να ψυγείο) υπάρχει μια πλαστική κούκλα που την “έντυσαν” Λεωνίδα. Μια βίαιη αναπαράσταση έτοιμη προς κατανάλωση. Κέρδος über alles
Η αρχαία Ολυμπία δεν στέκει σαν φάρος υπενθύμισης του τι είχαμε και του τι χάσαμε. Στέκει, ακόμα, ως πρόλογος του τι μπορεί να θεωρηθεί όμορφο διαχρονικά. Εννοείται πως μέχρι να φτάσεις ως εκεί, κάθε μινιατούρα που πλαστικού πολεμιστή που θα συναντήσεις, θα είναι μαχαιριά στην καρδιά της αισθητικής σου.