Στην πρόβα | «Ο βομβιστής του Παρθενώνα» από τον Θεοδόση Σκαρβέλη: βεβηλώνοντας το αβεβήλωτο.Ένδοξα παρελθόντα ως αφηγήματα, παραδόσεις κάθε άλλο ρομαντικές και νοσταλγικές, μια ελληνικότητα επίπλαστη και διεφθαρμένη, ξεφτισμένες απρόσωπες σχέσεις, μηχανικές επαναλαμβανόμενες κινήσεις, περιχαρακωμένες ρουτίνες, επαναληπτικότητα ζωών ασταθών και άσκοπων, κακοποιητικές συμπεριφορές, στρατικοποιημένες συνήθειες,  ψευδαισθητικές ελευθερίες,  «προσαρμοστικές» δημοκρατίες», δόξες δανεικές. Η Πόλη, δεν είναι πια ένα τοπόσημο, αλλά τρόπος επιβίωσης.

«Είναι πολύ σημαντικό για μένα να μην παρανοηθούν τα κίνητρά μου. Δεν σκόπευα να  κάνω κακό. Δεν ήθελα να καταστρέψω. Δεν ήταν σκοπός μου να στερήσω αυτό που ήταν πολύτιμο. Αποζητούσα μόνο να απελευθερώσω από αυτό που θεωρούνταν αξεπέραστα τέλειο. Έβλεπα τον εαυτό μου να προσφέρει ένα δώρο, μια διέξοδο, μια πρόκληση. Άνοιξα το παράθυρο και τον είδα να αστράφτει μέσα στο ηλεκτρικό, πορτοκαλί πέπλο του. Είχα δίκιο. Έπρεπε να πέσει όποιο κι αν ήταν το τίμημα…»

Είναι οι σκέψεις του Χ.Κ. του ήρωα του «Βομβιστή του Παρθενώνα» που ανατίναξε ένα από τα βάθρα του σύγχρονου πολιτισμού – και πλήρωσε γι’αυτό. Με αυτήν την  ανατρεπτική νουβέλα του Χρήστου Χρυσόπουλου,  ο Θεοδόσης Σκαρβέλης, νέος σκηνοθέτης με θεατρικές σπουδές στη Ρωσία, κα΄νει το σκηνοθετικό ντεμπούτο του στη σκηνή του Arroyo.  Νουβέλα, γραμμένη το 1996, με προσθήκες το 2010, που έχει εκδοθεί και στην «δύσκολη» Αμερική και που κεντρίζει το ενδιαφέρον με τον προκλητικό της λόγο.  Ο Λευτέρης Παπακώστας, η Μαρία Γκιώνη, ο Τρύφωνας Ζάχαρης και ο Δημήτρης Μπούρας οικειοποιούνται  τον λόγο του συγγραφέα με τον μουσικό Νίκο  Σαρλή να βρίσκεται μαζί τους επί σκηνής συνοδεύοντας τον παλμό της παράστασης.

Εκείνο που εντοπίζει αμέσως κανείς, μπαίνοντας στο θέατρο είναι η ετερόκλητη ταξιθεσία των θεατών, μέσα στο πορτοκαλί φόντο του πατώματος. Είναι μέρος της παράστασης οι ηθοποιοί να ανακατεύονται με το πλήθος των θεατών, να γεννιούνται μέσα από το κοινό. Θα δει επίσης ενσαρκωμένα τα ανθρωπάκια του Γαΐτη, μέσα στην γκρίζα ομοιομορφία τους, ένα αισθητικό περιβάλλον φτιαγμένο με απόλυτη διακριτικότητα από τη Μαριλένα Καλαϊτζαντωνάκη . Σε λίγο η ιστορία θα ξετυλίγεται με όρους ενός τεκμηριωμένου δοκιμίου. Μια έκπληξη για το πώς μπορείς να αποδώσεις θεατρικότητα σε ένα κείμενο που δεν γράφτηκε για θέατρο και που ίσως ούτε ο ίδιος ο δημιουργός του, σκέφτηκε ότι θα βρεθεί ποτέ σε θεατρική σκηνή. Ο Θεοδόσης Σκαρβέλης, όμως το κατάφερε.

Πως γεννήθηκε αυτή η διαφορετική προοπτική αυτού του έργου; Χειμαρρώδης, και γεμάτος πάθος και ενέργεια ο Θεοδόσης θα μου πει: «Συμπαντικές συμπτώσεις.‘Ετσι το έχω ονομάσει. Κάτι η ταράτσα που μένω και που βλέπει στον Λυκαβηττό, κάτι οι ατέλειωτες συζητήσεις με παρέες εκεί περί τέχνης και πολιτισμού, και κάτι αυτό το χαρακτηριστικό που ειπώθηκε εκεί  ως συμπέρασμα, ότι αν δεν υπήρχε ο Παρθενώνας η Πολιτεία θα στήριζε τον σύγχρονο πολιτισμό, κάπως έτσι επέλεξα αυτό το έργο. Πέρα από την πλάκα, βρίσκομαι στη Ρωσία όπου σπουδάζω, μιλάω με έναν φίλο Έλληνα όπου ήταν στο Παρίσι για σπουδές κι εκείνος  συζητώντας τι θα κάνω όταν γυρίσω Ελλάδα και μου «το ρίχνει»: τον «Βομβιστή του Παρθενώνα» τον έχεις διαβάσει; Και για μένα ήταν ένα σοκ».

Ο Χρυσόπουλος με τον «Βομβιστή» δε μιλά για τον Παρθενώνα αλλά για την Πόλη.  Ο Παρθενώνας, σύμβολο της Πόλης, σχεδόν αποκτά ανθρώπινες διαστάσεις, στέκοντας στο μέσο της, ορθωμένος από πάνω της, δηλώνοντας την επίπλαστη καταγωγή των κατοίκων της, αποδεικνύοντας μέσα από την ομορφιά του, την ασχήμια της. Ένδοξα παρελθόντα ως αφηγήματα, παραδόσεις κάθε άλλο ρομαντικές και νοσταλγικές, μια ελληνικότητα επίπλαστη και διεφθαρμένη, ξεφτισμένες απρόσωπες σχέσεις, μηχανικές επαναλαμβανόμενες κινήσεις, περιχαρακωμένες ρουτίνες, επαναληπτικότητα ζωών ασταθών και άσκοπων, κακοποιητικές συμπεριφορές, στρατικοποιημένες συνήθειες,  ψευδαισθητικές ελευθερίες,  «προσαρμοστικές» δημοκρατίες», δόξες δανεικές. Η Πόλη, δεν είναι πια ένα τοπόσημο, αλλά τρόπος επιβίωσης, ούτε καν ζωής.

Πολλά είναι τα στοιχεία που συθέτουν την παράσταση σε μια ολοκληρωμένη ιδεολογική και σκηνογραφική απόδοση. «Πρώτα – πρώτα ο πυρήνας της» θα πει ο Θεοδόσης. «Ψάξαμε να  βρούμε πως θα ακουμπήσουμε δραματουργικά το θέμα Πόλη και αυτονόητα καταλήξαμε στην αρχαία τραγωδία, όπου η Πόλη είναι κυρίαρχη μέσα από τον Χορό. Η αρχική ιδέα ήταν ένας «Χορός» δεκαπέντε ατόμων . Αυτό σε επίπεδο παραγωγής ήταν δύσκολο να γίνει, οπότε δουλέψαμε σκηνογραφικά ώστε το κοινό να γίνει μέρος της Πόλης. Και , μετά βεβαίως ο Γαϊτης και τα ανθρωπάκια του. Που αν ένας έχει ασχοληθεί ενδελεχώς με την Πόλη είναι αυτός. Και αυτά τα «ανθρωπάκια», αυτό το κατεστημένο όπως έχει αναφέρει ο Γαΐτης,  χαρακτηρίζουν και την παράσταση. Ο Βομβιστής, εκπροσωπεί έναν κόσμο, οι υπόλοιποι ηθοποιοί που μοιράζονται την Πόλη, έναν άλλο».

Ο Θεοδόσης Σκαρβέλης, κινείται σχεδόν σαν αίλουρος κατά τη διάρκεια της πρόβας ανάμεσα στους ηθοποιούς, οι οποίοι άλλοτε σε μπλοκ και άλλοτε διάσπαρτα μεταφέρουν αυτό το βασανιστικό νόημα της Πόλης (η διδασκαλία της κίνησης  από την Νικολέτα Ξεναρίου είναι υποδειγματική για τον τρόπο που κινούνται οι ηθοποιοί), ενσαρκώνοντας αυτά τα δυστυχή «ανθρωπάκια που είμαστε αλλά δε θέλουμε να λεγόμαστε», αυτά τα ανθρωπάκια που έχουν ανάγκη τέτοια αλλοτινά μεγαλειώδη μνημεία για να ξεχνούν τη δική τους μικρότητα. Στιγμές-στιγμές, με απλές και μόνο χειρονομίες,  μοιάζει σαν ενορχηστρωτή μιας ορχήστρας που δίνει  σιωπηλές εντολές χρωματισμού μιας παρτιτούρας.  Ίσως είναι και η μουσική του Νίκου Σαρλή που εξελίσσεται σε χρόνο ενεστώτα, σχεδόν διαδραστικά με τα τεκταινόμενα στη σκηνή, που υποβάλλει σε  αυτήν την μουσικότητα δημιουργίας

«Κι ύστερα ήρθε η μουσική του Νίκου», θα συνεχίσει ο Θεοδόσης «που έρχεται  με ελευθερία να συνοδεύσει όλη αυτήν την προσπάθεια. Ο Νίκος μεταμορφώνει τους καθημερινούς ήχους σε μουσική, και γι αυτό η μουσική του είναι ένα από τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν την παράσταση. Γνώριμες μελωδίες, γνώριμοι ήχοι, γνώριμα ακούσματα μετουσιώνονται στην παράσταση»

Και γιατί πρέπει να «πέσει» ο Παρθενώνας;  «Αφενός γιατί είναι υγιής αναγκαιότητα να αποκοπούμε από τις επιβεβλημένες και κατασκευασμένες» ρίζες» μας στις οποίες είμαστε ταμένοι  σχεδόν θρησκοληπτικά» θα μου πει ο Λευτέρης Παπακώστας για να προσθέσει ο  Δημήτρης Μπούρας «Ο Παρθενώνας πρέπει να πέσει ακόμα γιατί αυτή η ομορφιά δεν ταιριάζει στη σημερινή ασχήμια». «Και γιατί αυτή η διεφθαρμένη ελληνικότητα είναι κυρίαρχη.  Αν ο Παρθενώνας ήταν άνθρωπος θα ήθελε να αυτοκτονήσει μέσα σε αυτό το αμαυρωμένο πλαίσιο» θα συμπληρώσει με νόημα ο Τρύφωνας Ζάχαρης.

Με ένα τέτοιο ανατρεπτικό έργο, είναι σχεδόν βέβαιο ότι δε θα λείψουν οι αντιδράσεις. «Μα υπάρχουν ήδη» θα μου πει η Μαρία Γκιώνη «Μας γράφουν υβριστικά  σχόλια στα σόσιαλ, μας αποκαλούν ανθέλληνες και άλλα τέτοια γραφικά που απλά επιβεβαιώνουν όλο το σκεπτικό του συγγραφέα για το πόσο λάθος είμαστε ταυτισμένοι με τέτοια σύμβολα. Άλλωστε όπως λέει και ο ίδιος ο συγγραφέας «η βεβήλωση του αβεβήλωτου είναι το πολιτικό καθήκον της γενιάς που έρχεται»

Η παράσταση έχει πρεμιέρα την Τετάρτη 22 Νοεμβρίου στο Θέατρο Arroyo και θα παίζεται κάθε Τετάρτη και Πέμπτη στις 21:15. Εισιτήρια μπορείτε να προμηθευτείτε ΕΔΩ

Κείμενο: Χρήστος Χρυσόπουλος
Σκηνοθεσία: Θεοδόσης Σκαρβέλης
Βοηθοί σκηνοθέτη: Λουκία Μισσούρα, Αλεξάνδρα Γεωργίου
Σκηνικά / κοστούμια: Μαριλένα Καλαϊτζαντωνάκη
Βοηθός Σκηνογράφος: Μαρίνα Μηλιάρη
Σχεδιασμός φωτισμών: Εβίνα Βασιλακοπούλου
Σχεδιασμός Ήχου – Σύνθεση πρωτότυπης μουσικής: Νίκος Σαρλής
Επιμέλεια κίνησης: Νικολέτα Ξεναρίου
Επικοινωνία- Δημόσιες Σχέσεις: Γιώτα Δημητριάδη
Παίζουν: Λευτέρης Παπακώστας, Μαρία Γκιώνη, Τρύφωνας Ζάχαρης, Δημήτρης Μπούρας
Μουσικός επί σκηνής: Νίκος Σαρλής
Φωτογραφίες: Αναστασία Γιαννάκη
Βίντεο: Νώντας Μιχαλόπουλος
Ενδυματολόγος φωτογράφισης: Μαρίνα Μηλιάρη