Του Παναγιώτη Καλυβίτη //

Πλησιάζοντας στο θέατρο Άνεσις ρέουν στη σκέψη μου οι περγαμηνές του έργου. Αριστούργημα της υπαινικτικότητας. Η δεξιοτεχνία είναι τόσο ευρηματική που παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο, σχολιάζει ο Τζουλιέν Γκρην. Αγαπημένες εικόνες και συναισθήσεις με κατακλύζουν. Σχεδόν ερήμην μου, γεμίζω προσδοκίες. Φτάνω.

Εικόνα πρώτη. Στο πιο εξωτερικό κομμάτι της σκηνής, απομονωμένο από ένα βαρύ πέπλο, δύο άνθρωποι συναντιούνται. Αποκομμένοι και προστατευμένοι από το υπόλοιπο μέρος της σκηνής. Από το βάθος της. Από τα βάθη της. Ένας άντρας και μια γυναίκα. Της ζητάει να αναλάβει χρέη παιδαγωγού. Να φροντίζει τα ορφανά ανίψια του, τα οποία ζούνε μόνα τους στον πύργο μαζί με τον οικονόμο. Ένα αγοράκι κι ένα κοριτσάκι. Το κοριτσάκι δεν μπορεί να μιλήσει. Στέκει βουβό. Πάντα. Ο γοητευτικός κύριος, ο κύριός της, της θέτει μονάχα έναν όρο. Να μην τον ενοχλήσει ποτέ.

-Η οποιαδήποτε επικοινωνία προς αυτόν, συνιστά ενόχληση. Αυστηρή, οριστική απαγόρευση. Αποκλεισμός. Εγκλεισμός στο αβίωτο.

Αυτή θα μένει πίσω. Θα μείνει με τα ορφανά και τον οικονόμο στον πύργο. Χωρίς να είναι σίγουρη γι’αυτό. Αυτός κάπου αλλού. Μακριά. Μακριά από την παιδικότητα και τον απαγχονισμό της, μακριά από τον ευνουχισμό της επιθυμίας, τη συμπίεση των ενστίκτων, την καταπίεση των διαθέσεων, την παραίσθηση της φαντασίωσης, μακριά απωθημένος ευελπιστεί στην ασφάλεια που του παρέχουν οι ώσεις της οικογενειακής  πραγματικότητας. Της οικογενειακής του, εαυτότητας. Κυκλικά ερείπια μιας εκφυλισμένης ταυτότητας. Της κοινής τους ταυτότητας. Και απομακρύνεται. Φεύγει ο κύριος, ακολουθώντας τα βήματα ενός μικρού αγοριού. Απρόσιτου. Παντοτινά.

Αυτή όμως μένει. Μένει πάλι εκεί. Φεύγει μόνο παλινδρομώντας. Ένα παρόν λιωμένο στο παρελθόν. Διαμελισμένο σε βιώματα και εφιάλτες. Μένει για να καλύψει τα ίχνη της απομάκρυνσης. Χωρίς βοήθεια. Μόνη. Και ξέχειλη. Ανακαλεί τα χείλη. Του Άλλου. Ενώ ξεχειλίζει. Ακατάσχετα. Φαντασιώσεις, απωθημένα, εικόνες, μνήμες, αισθήσεις, παραισθήσεις. Ένας πολτός. Χωρίς συντεταγμένες.

stripsimo-2

Και είναι το μικρό αγόρι που ερεθίζει όλη αυτή την περιπλάνηση, επιστρέφοντας πίσω από την εξορία του. Έχοντας αποβληθεί από την ηλικία του, επιστρέφει ως μίασμα ακατάλληλο για τα χρηστά ήθη. Φτιαγμένος από διαστροφή και σαγήνη ανοίγει το δρόμο, τραβώντας με χάρη τις αραχνοΰφαντες κουρτίνες, ξεφλουδίζοντας τις λεπτοφυείς ίνες του ασυνείδητου. Εισδύοντας στα απαράμιλλα βάθη της συνείδησης. Φωτοσκιάσεις από τον ανεκπλήρωτο πόθο μιας αλλεπάλληλης στιγμής.

Άβατο που την έχει στοιχειώσει.

Το μικρό αγόρι απόλυτος φορέας της αθωότητας αλλά και πιστός υπήκοος της λαγνείας. Στις καμπύλες της φωνής του έχει κρεμασμένο τον φυσικό ηδονισμό της ύπαρξης, τον φυσικό ιονισμό ενός ερωτισμού που δεν έχει ακόμη καπηλευθεί. Που δεν έχει ακόμη μακελευτεί. Από το πεπρωμένο (του).

Ο φωτεινός κήπος, το κελάρυσμα της φύσης, αλλά και το μύχιο τρέμουλο του φωτισμού λάμπει σε θλιμμένα μάτια που έχουν, ως κόρη οφθαλμού  κηροπήγια βικτωριανής καταγωγής. Λάμψεις διαστρέβλωσης στα καταγώγια του μυαλού. Αγωγοί της παράνοιας. Σπείρες μιας τραυματικής αγωγής. Περιστροφές συμπτωμάτων αγκαλιά με τη συστροφή της παραίσθησης. Το στρίψιμο της βίδας.

-Εικόνα τελική. Ίδια με εικόνα πρώτη. Μεταφερόμαστε στην πρώτη στιγμή. Η γυναίκα αρνείται την πρόταση του κυρίου. Όλα εξηγούνται ακαριαία, όλα συνέβησαν στο ταραχώδες μυαλό της. Μία απρόσμενη εκχώρηση στην εκλογίκευση και στην τακτοποίηση. Και ίσως εδώ να βρίσκεται η μόνη μας ένσταση. Όχι για λόγους δραματουργίας τόσο, όσο για να επιτραπεί το άνοιγμα ενός χώρου για το προσωπικό ταξίδι, στην  πολλαπλότητα αλλά και τις πλάνες μιας ετυμηγορίας με σκοτεινές ανταύγειες. Ως κάποιου είδους αποδοχή του αμφισήμαντου, ως βασικού πυρήνα της αφήγησης.

-Όπως σχολιάζει ο ίδιος ο Χένρυ Τζέημς «υπάρχουν σκοτεινά σημεία που πρέπει να φωτιστούν. Αλλά είναι ένα ουσιαστικό σκοτεινό σημείο που ανήκει στο έργο καθαυτό. Κι αυτό, χωρίς να καταργείται, πρέπει να το γευτεί ο αναγνώστης με την ανησυχητική γοητεία του. Δεν φωτίζουμε το κιάρο-σκούρο, που θα είχε σαν αποτέλεσμα τη διάλυσή του, πρέπει να αρκεστούμε στην απόλαυση που μας προσφέρει.»

-Γεννημένος στα μέσα του 1800, ο Χένρυ Τζέημς θεωρείται μια απ’ τις επιδραστικότερες φιγούρες της λογοτεχνίας του αιώνα του, όχι μόνο για τη συγγραφική του παρακαταθήκη, αλλά και για την επιρροή που είχε στους σύγχρονους ομοτέχνους του, μέσα απ’ τις θεωρητικές αναλύσεις. Ο ίδιος ο Τζέημς ήταν λάτρης της υποκειμενικής αφηγηματικής φόρμας, γράφοντας τις ιστορίες του απ’ την οπτική των ηρώων τους κι υπογραμμίζοντας έτσι τις αποστάσεις αλλά και τις διαθλάσεις που μπορεί να πάρει η πραγματικότητα, απ’ το πώς αυτή γίνεται αντιληπτή. Τόσο απ’ τον μυθιστορηματικό ήρωα, όσο κι απ’ τον αναγνώστη, ή και τον ίδιο τον συγγραφέα.

«Το σημαντικό», έγραφε ο Henry James στα Σημειωματάριά του, «είναι να παρουσιάσει κανείς το θαυμαστό και το παράξενο περιοριζόμενος σχεδόν αποκλειστικά στο να δείξει την αντανάκλασή τους πάνω σε μιαν ευαισθησία, αναγνωρίζοντας ότι το κυριότερο στοιχείο συνίσταται σε κάποια δυνατή εντύπωση που προκαλούν και η οποία γίνεται έντονα αισθητή».

2-9

Μετάφραση – Σκηνοθεσία – Μουσική επιμέλεια: Δημοσθένης Παπαδόπουλος

Σκηνικά: Σταύρος Λίτινας

Κοστούμια: Ηλένια Δουλαδίρη

Εικαστική επιμέλεια: Αλίνα Αναστασιάδη

Φωτογραφίες: Μελίνα Δόσιου

Video-Trailer: Filmotomy

Παίζουν: Θάλεια Ματίκα, Ιάσων Παπαματθαίου

Θέατρο Άνεσις, Λ. Κηφισίας 14, Αμπελόκηποι, Τηλ.2107488881-2. Κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21.00.  Προσφορά προπώλησης από 10 €, με ισχύ έως και την παραμονή της έναρξης των παραστάσεων. Προπώληση: https://www.viva.gr/tickets/theater/teatro-anesis/to- stripsimo-tis- vidas/.