Από την Αντιγόνη Καράλη //

«Όταν αφηγείσαι αντιστέκεσαι». Η Μάνια Παπαδημητρίου το πιστεύει σθεναρά, γι’ αυτό και αρκετές από τις δουλειές της έχουν αυτό το «χρώμα».

Τώρα, με τα «Ημερολόγια Αλληλεγγύης», μια παράσταση για τους πρόσφυγες στη Μυτιλήνη μέσα από τα ημερολόγια των Χρήστου Αγγελάκου και Γιώργου Τυρίκου-Εργά, μας επισημαίνει ότι «η ”Οδύσσεια” δεν είναι πια ένα κείμενο παλιό, των σχολικών μας χρόνων. Είναι το απόλυτο παρόν ανθρώπων που είναι δίπλα μας σήμερα -που μέχρι χθες ήταν ακριβώς σαν εμάς-, που μπήκαν στις ίδιες θάλασσες και βγήκαν ή δεν βγήκαν μέσα από τα ίδια κύματα, που εμείς μέχρι τώρα είχαμε μάθει μόνο να κολυμπάμε τα καλοκαίρια. Ποτέ μετά από όλα αυτά το Αιγαίο δεν θα ΄ναι μόνο ένα ”απέραντο γαλάζιο”». Η παραγωγή κάνει πρεμιέρα στις 11 Ιουνίου στο «Ελαιώνας Festival 2016», ενώ παρουσιάζεται από 13 έως 17 Ιουνίου στο «Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν» της οδού Φρυνίχου.

Πέντε ηθοποιοί αφηγητές μάς μεταφέρουν μέσα από την τέχνη της μουσικής αφήγησης -υπό τους ήχους των ρυθμών, των μελωδιών και του τραγουδιού της Φένιας Παπαδόδημα- το αίσθημα της «αγωνίας απέναντι στον θάνατο που προσπαθείς να αποτρέψεις, της οργής απέναντι στο ανείπωτο άδικο που γεννά ο πόλεμος, της αγάπης και του ελέους για τον διπλανό που είναι ζωογόνος δύναμη».

Το τεράστιο έργο των κατοίκων της Λέσβου από τη μία, αλλά και των εθελοντών που έτρεξαν τον πρώτο καιρό της μεγάλης προσφυγικής ροής στο νησί από την άλλη, πρωταγωνιστούν σε αυτά τα «Ημερολόγια». Βρισκόμαστε στη Μυτιλήνη, Καλοκαίρι του 2015. «Τα χρόνια αυτά έμελλε να μας δοκιμάσουν με έναν τρόπο που ποτέ ίσως δεν είχαμε φανταστεί» λέει η Μάνια Παπαδημητρίου, η οποία ευχαριστεί τη Μαριάννα Κάλμπαρη που αγκάλιασε το εγχείρημα.

«Οι ιστορίες είναι σκοτεινές. Οι ιστορίες είναι φωτεινές. Είμαστε ρατσιστές και δεν είμαστε. Είμαστε απάνθρωποι και ελεήμονες. Απέναντι στους αδιάφορους, είμαστε εκείνοι που συνδράμουν. Απέναντι στα σκοτάδια της ψυχής, είμαστε ο παρήγορος λόγος, η παρήγορη κίνηση. Η θλίψη για τον χαμό του ενός, αντάμα με χαρά για τη σωτηρία του άλλου» τονίζει.

thumbnail_θέατρο

«Ο εθελοντής σαν ένας γιατρός που βλέπει, κρίνει και δρα. Και ο ηθοποιός που σαν αφηγητής βαθαίνει στο συναίσθημα, το ξεπερνά και συνεχίζει να διαβάζει για να μεταφέρει στον κόσμο ένα μήνυμα ζωής».

Εσοδα των παραστάσεων θα διατεθούν για τις ανάγκες των προσφύγων. Οσοι θεατές επιθυμούν μπορούν επιπλέον της αγοράς του εισιτηρίου τους να καταθέσουν απευθείας και τρόφιμα ή είδη πρώτης ανάγκης.

Τη σκηνοθεσία υπογράφει η Μάνια Παπαδημητρίου, τη μουσική σύνθεση η Φένια Παπαδόδημα και την επεξεργασία του βίντεο η Ιρις Κατσούλα.

Τα σκηνικά-κοστούμια επιμελείται ο Κωνσταντίνος Ζαμάνης. Βοηθός σκηνοθέτη: Εύα Οικονόμου-Βαμβακά. Ερμηνεύουν: Φένια Παπαδόδημα, Τάσος Κορκός, Χριστίνα Κωστέα, Βασίλης Παπαδημητρίου, Χριστίνα Παπατριανταφύλλου.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΡΟΒΕΣ
«Θα θυμάμαι τον Σύρο που είχε τον γιο του σε καφάσι»…

21.06.2015 Κυριακή μεσημέρι. Ο μικρός Χαμίντ βάζει τη ζωγραφιά του στον πίνακα ανακοινώσεων: «Η βάρκα γέμισε νερά. Φοβήθηκα. Φοβήθηκα τον μεγαλύτερο φόβο στη ζωή μου».

10.09.2015, ώρα 8:30 π.μ. «Η Κ. μου λέει πως στην ομάδα τους έφτασε ένα βίντεο. Ο Σύρος που το τράβηξε είχε τοποθετήσει το κινητό σε αδιάβροχη θήκη. Το είχε στερεώσει στο στήθος του. Το φουσκωτό βούλιαξε. Το κινητό τραβούσε τη στάθμη του νερού που ανέβαινε και κατέβαινε. Ο πρόσφυγας βυθίστηκε και η εικόνα γέμισε νερό. Βρήκαν το κινητό μαζί με το πτώμα του. Το έδωσαν στον διερμηνέα για να μεταφράσει τα τελευταία του λόγια».

6.07.2015. Το βιβλιαράκι της μικρής Γκαρντένια. Σήμερα ένα μικρό Συράκι μου έκανε δώρο ένα μικρό Κοράνι. Η μαμά της μου είπε να το κρατήσω και να θυμάμαι πως το είχε πάνω της η μικρή Γκαρντένια (το όνομά της) όταν ήταν μέσα στη βάρκα και όταν έπεσε μέσα στο νερό. «Για κοίτα το, ακόμα μουλιασμένο από τη θάλασσα είναι». Ενα μικρό πράσινο, βρεγμένο βιβλιαράκι που ήταν στο στήθος ενός μωρού πρόσφυγα, ακριβώς πάνω από εκεί που η καρδιά…

21.07.2015 Εικόνες που σε στοιχειώνουν. Θα θυμάμαι για πάντα τον αποστεωμένο Σύρο πρόσφυγα στη Λέσβο που είχε βάλει τον μικρό του γιο σε ένα καφάσι και τον έσερνε χιλιόμετρα και χιλιόμετρα στον ήλιο. Είχε κόψει ένα κλαδί πρίνου για να φτιάξει λίγη σκιά.

Σταματήσαμε να τον πάρουμε με το αυτοκίνητο. Ηταν οδοντίατρος. Είχε χάσει τη γυναίκα του στον πόλεμο κι είχε ακόμα το θάρρος να χαμογελάσει: «Τουλάχιστον ο μικρός διασκέδασε τη διαδρομή με το καφάσι. Απλώς δεν τρώει πολύ από τότε που έχασε τη μητέρα του κι όλο παραπονιέται πως το νερό είναι ζεστό. Είμαστε 1,5 χρόνο στον δρόμο. Του υποσχέθηκα πως κάποτε θα έχουμε ξανά σπίτι με ένα τεράστιο ψυγείο γεμάτο αναψυκτικά».

Ενας Σύρος όταν ήταν στην πατρίδα του, ψάρευε πολύ. Λάτρευε να ψαρεύει σε ποτάμια, λίμνες, έκανε μακρινές εκδρομές να φτάσει στη θάλασσα.

Ηρθε ο πόλεμος, κόπηκαν τα ψαρέματα, έφτασε στη Μυτιλήνη πρόσφυγας μαζί με τη γυναίκα του εγκαταλείποντας πίσω τα πάντα. Είχαν χάσει το παιδί τους, σκοτώθηκε. Καθόταν στην άκρη του λιμανιού το ζευγάρι τέσσερις μέρες περιμένοντας να καταγραφεί. Ενα πρωί ο Σύρος ξυπνώντας έψαχνε τη γυναίκα του – ξάφνου εκείνη εμφανίζεται κρατώντας μια σακούλα. Του είπε ότι του πήρε δώρο… Εκείνος άνοιξε τη σακούλα και μέσα της είχε μια πετονιά και δυο αγκίστρια. «Για να περνάει η ώρα σου και να μη στεναχωριέσαι» του είπε η γυναίκα του. Ο Σύρος πέρασε την τελευταία του μέρα στο νησί μας ψαρεύοντας, έβαζε για δόλωμα μικρά κομμάτια ψωμί. Τα ψαράκια που έπιανε τα πετούσε πάλι μέσα…

15.07.2015 «Τα μάτια των προσφύγων δεν έχουν ασπράδι. Είναι ολονών κόκκινα από την αλμύρα και τον ήλιο. Μάθαμε πλέον πως κόκκινα μάτια έχουν όσοι είναι σκοτωμένοι από την κούραση. Και πως η αλμύρα και ο ήλιος σου τρώνε τη σάρκα».

Πολύς κόσμος στην Αγκαλιά αυτή τη φορά. Οι περισσότεροι Πακιστανοί άντρες έφηβοι και τέσσερις γέροντες. Μου είπαν διάφορα περιστατικά παλιά και νέα για την καταπίεση, τον τρόμο, τη φτώχεια.

Πριν φύγουν με ευχαρίστησαν και μου είπαν ότι θεωρούν τους Ελληνες καλούς ανθρώπους. «Οι Ελληνες» τους είπα «περνούν δύσκολες ώρες». Και τους εξήγησα τι συμβαίνει στη χώρα. Ενας από αυτούς μετέφραζε τα λόγια μου. Οταν τελείωσα και ξεκίνησα να φύγω τους έδωσα οδηγίες για τον δρόμο. Με σταμάτησαν.

«Θα κάνουμε μια ομαδική προσευχή στην Ελλάδα να πάνε όλα καλά». Με ρώτησαν προς τα πού είναι η Μέκκα. Τους έδειξα την κατεύθυνση προς το χωριό περίπου των Βασιλικών που αχνόφεγγε στον ορίζοντα. Γονάτισαν και με τις οδηγίες του επικεφαλής κάτι έψαλαν, προσκύνησαν τρεις φορές, έμειναν δυο λεπτά σιωπηλοί και μετά είπαν όλοι μαζί: «Θα πάνε όλα καλά για τη χώρα σας». Κι απομακρύνθηκαν στο σκοτάδι. Πενήντα άγνωστες ψυχές που για ένα τοστ κι ένα φρούτο θεώρησαν χρέος τους να δεηθούν για τούτη τη χώρα.

thumbnail_ανοιγμα για θεατρικό.Πρόσφυγας έρχεται κουτσαίνοντας ζητώντας παυσίπονα. Το καπό του αυτοκινήτου μου δεν κρατιέται όρθιο. Πρέπει να το κρατάς ψηλά για να μην κλείσει. Ερχεται και μου λέει: «Κύριε, πονάει το πόδι μου. Εχεις κανένα φάρμακο;».

Του λέω: «Κράτα το καπό να ψάξω στις κούτες». Και το αφήνω. Εκείνος δεν κατάλαβε τι του είπα, οπότε τρώει κατακέφαλα τη λαμαρίνα. Τρίβοντας το κεφάλι του μου λέει: «Κύριε, τώρα πονάει και το κεφάλι μου. Μήπως έχεις κανένα φάρμακο και γι’ αυτό;».

«Μοχάμεντ, Σαάντ, Αμίν, Αχμέτ, πρόσφυγα, μετανάστη, άγνωστε, αριθμέ, το χώμα είναι το μόνο που είχαμε να σου δώσαμε. Δεν καταδέχτηκες τη φιλανθρωπία μας. Δεν ανακυκλώσαμε πάνω σου τα παλιά μας αθλητικά, τα παντελόνια που δεν μας χωράνε, τις μπλούζες που δεν φοράμε πια. Δεν σου δώσαμε ένα σάντουιτς ή μια μερίδα φαγητό, δεν ήπιες το νερό μας. Δεν είσαι τίποτα για μας, κι εμείς δεν είμαστε τίποτα για σένα. Δεν ξέρω τίποτα, δεν θα μάθω ποτέ. Αν η μάνα σου έβαζε τα χείλη της στο μέτωπό σου, μην έχεις πυρετό. Αν ο πατέρας σου σε μάθαινε να φυτεύεις ή σ’ έδερνε με τη λωρίδα. Αν έπαιζες πόλεμο με τα παιδιά της γειτονιάς. Αν πρόλαβες να κάνεις έρωτα, αν ο ιδρώτας της έτρεξε στο πρόσωπό σου. Πόσο κοντά πέρασε μια σφαίρα από τον ώμο σου. Αν είχες γδαρμένα γόνατα, αίματα στις παλάμες. Αν σιχτίρισες τον θεό σου. Αν μίσησες, αν έκλεψες, αν σ’ έκανε να κλάψεις η ομορφιά…».

 

Πηγή: www.ethnos.gr