Ο Άλλεν Γκίνσμπεργκ γεννήθηκε στις 3 Ιουνίου 1926. Ήταν ο γιος του Λούις και της Ναόμι Γκίνσμπεργκ, μελών της  Νεοϋορκέζικης λογοτεχνικής αντικουλτούρας της δεκαετίας του 1920 και μεγάλωσε ανάμεσα σε προοδευτικές πολιτικές ιδέες.

Η μητέρα του Γκίνσμπεργκ ήταν υποστηρίκτρια του κομμουνιστικού κόμματος, ήταν, επίσης,  γυμνίστρια. Η ψυχική της υγεία απασχόλησε έντονα τον ποιητή καθ’ όλη την παιδική του ηλικία. Σύμφωνα με τον βιογράφο Μπάρι Μάιλς, «η ασθένεια της Ναόμι έδωσε στον Άλεν μια τεράστια ενσυναίσθηση και ανεκτικότητα για την τρέλα, τη νεύρωση και την ψύχωση».

Ως έφηβος, ο Γκίνσμπεργκ εκτιμούσε τον ποιητή Γουόλτ Γουίτμαν, αν και το 1939, όταν αποφοίτησε από το γυμνάσιο, ο Έντγκαρ Άλαν Πόε έγινε ο αγαπημένος του ποιητής. Ο Γκίνσμπεργκ ορκίστηκε ότι, αν κατάφερνε να γίνει δεκτός στο πανεπιστήμιο του Κολούμπια, θα αφιέρωνε τη ζωή του για να βοηθήσει την εργατική τάξη, έναν όρκο που πήρε πολύ σοβαρά κατά τη διάρκεια των επόμενων ετών.

Η οικογένεια Γκίνσμπεργκ

Εισήχθη στο Πανεπιστήμιο του Κολούμπια και ως φοιτητής εκεί τη δεκαετία του 1940, ξεκίνησε στενές φιλίες με τους Γουίλιαμ Μπάροουζ, Νηλ Κάσαντι και Τζακ Κέρουακ, οι οποίοι αργότερα ηγήθηκαν του κινήματος Beat. Η ομάδα οδήγησε τον Γκίνσμπεργκ σε ένα «νέο όραμα» προς μια ανεπηρέαστη, μη καταπιεσμένη, ανεμπόδιστη έκφραση της τέχνης.

Ο Γκίνσμπεργκ είχε επίσης αυτό που ονόμαζε ως το «όραμα του Μπλέικ», μια ακουστική ψευδαίσθηση που αφορούσε τον ποιητή Γουίλιαμ Μπλέικ να διαβάζει τα ποιήματά του «Αh! Sunflower», «The Sick Rose» και «Little Girl Lost». Σημείωσε την εμπειρία αυτή ως καθοριστική στιγμή για τον ίδιο ως προς την κατανόηση του σύμπαντος, επηρεάζοντας τις θεμελιώδεις πεποιθήσεις του για τη ζωή και το έργο του. Ενώ αρχικά ισχυρίστηκε ότι δεν υπήρχε χρήση ουσιών, αργότερα δήλωσε ότι χρησιμοποίησε διάφορα ναρκωτικά σε μια προσπάθεια να αναβιώσει τα συναισθήματα που του ενέπνευσε το όραμα.

Το 1954 μετακόμισε στο Σαν Φρανσίσκο. Ο μέντοράς του, Γουίλιαμ Κάρλος Γουίλιαμς, τον σύστησε σε σημαντικές προσωπικότητες στη σκηνή ποίησης του Σαν Φρανσίσκο, συμπεριλαμβανομένου του Κένεθ Ρέξροθ. Συναντήθηκε επίσης με τον Μάικλ Μακ Κλουρ, ο οποίος του παραχώρησε τα καθήκοντα της επιμέλειας μιας εκδήλωσης ανάγνωσης για τη νεοσύστατη γκαλερί «6». Με τη βοήθεια του Ρέξροθ, προέκυψε το «The 6 Gallery Reading» που πραγματοποιήθηκε στις 7 Οκτωβρίου 1955. Η εκδήλωση σηματοδότησε το ξεκίνημα της γενιάς Beat. Εκεί ο Γκίνσμπεργκ διάβασε για πρώτη φορά το ποίημά του “Ουρλιαχτό”, το οποίο του έδωσε παγκόσμια απήχηση.

Σε απάντηση στην ανάγνωση του Γκίνσμπεργκ, ο Μακ Κλουρ έγραψε: «Ο Γκίνσμπεργκ διάβασε μέχρι το τέλος του ποιήματος, το οποίο μας άφησε να στεκόμαστε αναρωτώμενοι, ή να ζητωκραυγάζουμε και να αναρωτιόμαστε, αλλά νιώθοντας σε βαθύτερο επίπεδο ότι ένα εμπόδιο είχε πλέον ξεπεραστεί, ότι μια ανθρώπινη φωνή και ένα σώμα είχαν εκσφενδονιστεί στο σκληρό τείχος της Αμερικής.»

Λίγο μετά τη δημοσίευση της συλλογής “Το Ουρλιαχτό και άλλα ποιήματα” το 1956 από το Βιβλιοπωλείο City Lights, το έργο απαγορεύτηκε ως άσεμνο καταφέρνοντας ωστόσο να νικήσει τη λογοκρισία και να γίνει ένα από τα πιο διάσημα ποιήματα του αιώνα, μεταφρασμένο σε περισσότερες από είκοσι δύο γλώσσες.

•Στις δεκαετίες του 1960 και του 1970, ο Γκίνσμπεργκ σπούδασε δίπλα σε γκουρού και δασκάλους του Ζεν. Ως ηγετική μορφή των Beat συμμετείχε σε αμέτρητες πολιτικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων διαμαρτυριών ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ, και μίλησε ανοιχτά για θέματα που τον απασχόλησαν, όπως η ελευθερία του λόγου και οι πολιτικές ατζέντες για τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων.

από εκπομπή της ΕΡΤ – 1994

Συνέχισε να δημοσιεύει πολλές συλλογές ποίησης, συμπεριλαμβανομένων των Kaddish and Other Poems (City Lights, 1961), Planet News: Poems, 1961–1967 (City Lights, 1968) και The Fall of America: Poems of These States (City Lights , 1973), που κέρδισε το Εθνικό Βραβείο Βιβλίου. Το 1979, ο Γκίνσμπεργκ έλαβε υποτροφία από το National Endowment for the Arts, και το 1993 έλαβε το βραβείο Chevalier des Arts et des Lettres από τον Γάλλο υπουργό Πολιτισμού. Υπήρξε συνιδρυτής και διευθυντής της Σχολής The Jack Kerouac School of Disembodies Poetics στο Ινστιτούτο Naropa στο Κολοράντο. Στα τελευταία του χρόνια ήταν διακεκριμένος καθηγητής στο Brooklyn College.

Ο Άλλεν Γκίνσμπεργκ πέθανε στις 5 Απριλίου του 1997 στη Νέα Υόρκη από επιπλοκές της ηπατίτιδας.

Απόσπασμα από το Ουρλιαχτό

Ουρλιαχτό
 
Βγάλτε τίς κλειδαριές από τίς πόρτες!
Βγάλτε τίς πόρτες απ’ τούς μεντεσέδες!
 
Γιά τον Κάρλ Σόλομον
 
Είδα τά καλύτερα μυαλά τής γενιάς μου χαλασμένα απ’ την τρέλα, λιμασμένα υστερικά γυμνά,
νά σέρνονται μέσ’ απ’ τούς νέγρικους δρόμους τήν αυγή γυρεύοντας μιά φλογισμένη δόση,
 
χίπστερς αγγελοκέφαλοι πού καίγονταν γιά τόν αρχαίο επουράνιο δεσμό μέ τό αστρικό δυναμό στή μηχανή τής νύχτας, φτωχοί καί κουρελήδες μέ βαθουλωμένα μάτια,
 
πού φτιαγμένοι ξενυχτούσαν καπνίζοντας στό υπερφυσικό σκοτάδι παγωμένων διαμερισμάτων, αρμενίζοντας πάνω από τίς κορφές τών πόλεων αφοσιωμένοι στήν τζάζ,
 
πού άνοιγαν τό μυαλό τους στά Ουράνια κάτω απ’ τόν εναέριο σιδηρόδρομο καί βλέπανε αγγέλους μουσουλμάνους τρεκλίζοντας φωτισμένοι σέ ταράτσες λαϊκών πολυκατοικίων,
πού πέρασαν απ’ τά πανεπιστήμια μέ μάτια ανοιχτά κι αχτινοβόλα μέ παραισθήσεις τού Άρκανσω κι οράματα δραματικά λουσμένα στό φώς τού Μπλέηκ ανάμεσα στούς μανδαρίνους τού πολέμου…