Η υπόθεση βγήκε στο φως πριν από μερικές ημέρες όταν ο σκηνοθέτης Κώστας Σιλβέστρος που δραστηριοποιείται στην Κύπρο έκανε μια δημοσίευση στην προσωπική του σελίδα σε μέσο μαζικής δικτύωσης, όπου με νηφάλιο τρόπο ανακοίνωσε το παρασκήνιο της συμμετοχής του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου (ΘΟΚ) στο Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου  2023, τις διαδικασίες που ακολουθήθηκαν, την απόρριψη της δικής του αρχικής πρότασης που είχε υποβάλλει ο επίσημος κρατικός φορέας του θεάτρου στην Κύπρο, και την αντικατάστασή της με άλλη πρόταση που περιλαμβάνει άλλο έργο και σκηνοθέτη. Τις δηλώσεις του σκηνοθέτη, ακολούθησε μια ανακοίνωση του ΘΟΚ, η οποία προσπαθώντας να εξηγήσει και να δικαιολογήσει, δημιούργησε ακόμα περισσότερα ερωτήματα για την όλη διαδικασία που ακολουθήθηκε.

Ας τα πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Ο ΘΟΚ υποβάλλει πρόταση στην καλλιτεχνική διευθύντρια του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου για την παράσταση των «Βατράχων» του Αριστοφάνη στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου σε σκηνοθεσία Κώστα  Σιλβέστρου. Σύμφωνα με την ανακοίνωση του ΘΟΚ «η κα Ευαγγελάτου ενημέρωσε άμεσα τον κ. Κυριακίδη (καλλιτεχνικός διευθυντής του Οργανισμού) ότι είχε ήδη προκρίνει πρόταση άλλου σκηνοθέτη με το ίδιο έργο και συνεπώς δεν θα μπορούσε να αποδεχτεί τη συγκεκριμένη πρόταση του ΘΟΚ.» ενώ προηγουμένως είχε ζητήσει να παρακολουθήσει βιντεσκοπημένες προηγούμενες δουλειές του κ. Σιλβέστρου, για τον οποίο τελικά «εξέφρασε τις επιφυλάξεις της … και ζήτησε να εξεταστούν εναλλακτικές προτάσεις».

Και τα «περίεργα» ξεκινούν από εδώ: Με βάση πάντα την ανακοίνωση του ΘΟΚ, ακολούθησε συζήτηση από τις δυο πλευρές  (ΘΟΚ και Ελληνικό Φεστιβάλ) «προκειμένου να παρουσιαστεί πρόταση προς το ΔΣ του ΘΟΚ». Προσέξτε, όχι να κατατεθεί πρόταση του Κυπριακού φορέα προς το Φεστιβάλ, αλλά να παρουσιαστεί πρόταση προς το ΘΟΚ, την οποία θα υποβάλλει εκ νέου στο Φεστιβάλ, ακολουθώντας τυπικά –εντέλει- και μόνο τις διαδικασίες. Και βεβαίως το ερώτημα που γεννάται εδώ είναι γιατί  το Ελληνικό Φεστιβάλ και η καλλιτεχνική διευθύντριά του, ενώ έχει απορρίψει τελεσίδικα και με τις αιτιάσεις που αναφέρθηκαν (βάση της αρμοδιότητας που έχει εκ του νόμου) την αρχική πρόταση, μετέχουν σε μια συζήτηση που αφορά ξεκάθαρα τον ΘΟΚ και τις όποιες επιλογές του στην υποβολή πρότασης του.

Σε αυτή τη συζήτηση ΘΟΚ και Φεστιβάλ Αθηνών, σύμφωνα πάντα με την ανακοίνωση του ΘΟΚ (το Φεστιβάλ  όπως μας έχει συνηθίσει τα τελευταία χρόνια, δεν προβαίνει σε καμία ανακοίνωση μιας και ακόμα και τα ονόματα  του νέου Δ.Σ.  που συνήλθε σε σώμα στις 5 Δεκεμβρίου 2022, τα ανακαλύψαμε για μια ακόμα φορά τυχαία), «διερευνήθηκαν από τις δύο πλευρές περιπτώσεις άλλων σκηνοθετών και πραγματοποιήθηκε αρχική επικοινωνία με Κύπριο σκηνοθέτη, που ζει και εργάζεται στην Ελλάδα και του οποίου την εργασία γνώριζαν τα δύο μέρη. Ο σκηνοθέτης ενημέρωσε ότι είχε ήδη άλλες επαγγελματικές υποχρεώσεις για το συγκεκριμένο διάστημα και δεν θα μπορούσε να ανταποκριθεί θετικά. Στη συνέχεια, συζητήθηκαν άλλα υποψήφια ονόματα και τα δύο μέρη κατέληξαν σε πρόταση για το σκηνοθέτη Γιώργο Παπαγεωργίου».  Για το δε έργο, «…συμφωνήθηκε να προταθεί, κατ’ αρχάς, η «Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη».

Με λίγα λόγια όσο και αν η τελική υποβληθείσα και εγκριθείσα πρόταση φαίνεται ότι τυπικά ακολούθησε την προβλεπόμενη διαδικασία, κάθε άλλο παρά «πρόταση του ΘΟΚ» είναι αλλά ξεκάθαρη ανάθεση από το Φεστιβάλ, μιας και τελικά ακολουθήθηκε αντίστροφη διαδικασία, αφού πέρα από κάθε δεοντολογία, η παράσταση του ΘΟΚ, με διαφορετικό έργο «προτάθηκε» (ανατέθηκε σωστότερα) και σε άλλον τελικά σκηνοθέτη, ώστε αυτός να την υποβάλλει τυπικά στον ΘΟΚ, και ο Οργανισμός  με τη σειρά του να την υποβάλλει τυπικά και μόνο στο Φεστιβάλ Αθηνών.

O απορριφθείς σκηνοθέτης κ. Σιλβέστρος, θέτει δικαίως (και επαναλαμβάνω με ιδιαίτερο νηφάλιο τρόπο που τον τιμά) ερωτήματα απευθυνόμενος αποκλειστικά στον ΘΟΚ,:

-Σε ποιο βαθμό το διοικητικό συμβούλιο του οργανισμού μας υπερασπίζεται και προωθεί τους Κύπριους δημιουργούς του; (Είναι η τρίτη συνεχόμενη φορά που στην Επίδαυρο θα πάει Ελλαδίτης σκηνοθέτης, σε δύο εκ των οποίων απορρίφθηκαν πρώτα Κύπριοι).

-Ποια η ταυτότητα της παράστασης που εκπροσωπεί τη χώρα μας όταν της ομάδας ηγείται ένας άνθρωπος που μπορεί να είναι εξαιρετικός σκηνοθέτης , αλλά ούτε το κυπριακό καλλιτεχνικό δυναμικό γνωρίζει, ούτε  την κυπριακή πραγματικότητα;

– Κατά πόσον είναι πιο σημαντική η συμμετοχή μας στο Φεστιβάλ Επιδαύρου από το να στηρίξουμε τις προτάσεις που γεννιούνται μέσα από τον ίδιο μας τον οργανισμό και τους ανθρώπους του ;

– Με ποιον τρόπο ο ΘΟΚ ανεβάζει το κύρος και την αξιοπιστία του ως κρατικό θέατρο ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους , όταν αποδέχεται να αντιμετωπίζεται ως κατώτερο των ελληνικών κρατικών θεάτρων;

Και βέβαια, πέρα από το «άρωμα ραγιαδισμού» που προκύπτει από την όλη διαδικασία για τον ΘΟΚ, την υποβίβαση του προγραμματισμού του Φεστιβάλ σε «παζάρι», την εμφανή αγωνία του φεστιβάλ πρωτίστως να ανταποκριθεί στις εμπορικές επιταγές (ποιος γνωρίζει άλλωστε τον κ. Σιλβέστρο;) τα μεγάλα θέματα που γεννιούνται είναι πρωτίστως ηθικής τάξης. Γιατί άλλο πράγμα είναι η επιλογή «των καλύτερων» για το Φεστιβάλ και άλλο η «υπόδειξη»  και η «επιβολή» και μάλιστα σε άλλους κρατικούς φορείς. Άλλο η δικαιολογημένη επιδίωξη υψηλού καλλιτεχνικού αποτυπώματος και άλλο η εμπλοκή σε συζητήσεις με κρατικούς φορείς για το  ποια, με ποιόν, με τι και ποιους θα περιλαμβάνει η όποια πρόταση τους, ώστε να γίνει αποδεκτή. Άλλο «δέχομαι, εξετάζω και εγκρίνω ή απορρίπτω προτάσεις» και άλλο «τις διαμορφώνω ώστε να τις εγκρίνω». Και βεβαίως, οφείλουμε να το καταθέσουμε και αυτό, το ηθικό κομμάτι της διαδικασίας βαρύνει και τον κ. Γιώργο Παπαγεωργίου, ο οποίος πέρα από το αναμφισβήτητο καλλιτεχνικό του ανάστημα, όφειλε να διαφυλάξει και το ηθικό, προστατεύοντας το όνομά του από την όποια εμπλοκή σε διαδικασίες που δημιουργούν ερωτηματικά και παραβαίνουν τη συναδελφική δεοντολογία.

Ολόκληρη η ανακοίνωση του κ. Κώστα Σιλβέστρου

«Επειδή δέχομαι τηλεφωνήματα από συναδέλφους αλλά και δημοσιογράφους που θέλουν λεπτομέρειες για το τι ακριβώς έγινε με το θέμα της Επιδαύρου, προτιμώ ως άμεσα εμπλεκόμενος να γράψω εδώ δυο λόγια γιατί αισθάνομαι ότι το θέμα δεν είναι προσωπικό και δεν αφορά εμένα μόνο.

Πράγματι , πριν περίπου έναν χρόνο ο καλλιτεχνικός διευθυντής του ΘΟΚ μου εξέφρασε την επιθυμία του να είμαι ο σκηνοθέτης της πρότασης του ΘΟΚ προς το Φεστιβάλ Επιδαύρου για το ερχόμενο καλοκαίρι. Από εκείνη τη στιγμή άρχισε μια διαδικασία μελέτης , αγωνίας, συζητήσεων και ενθουσιασμού ώστε να καταλήξουμε στην τελική μας πρόταση προς το φεστιβάλ. Καταλήξαμε τελικά σε μια δυνατή, θεωρώ, πρόταση . Η πρόθεσή μου από την πρώτη στιγμή ήταν να παρουσιαστεί στην Επίδαυρο μια πρόταση με σύγχρονη κυπριακή καλλιτεχνική ταυτότητα. Λίγες μέρες μετά την ολοκλήρωση του σκελετού της πρότασης, ενημερώθηκα από τον καλλιτεχνικό διευθυντή ότι η καλλιτεχνική διευθύντρια του φεστιβάλ Επιδαύρου δεν είναι αρνητική ως προς το να πάει ο ΘΟΚ στην Επίδαυρο φέτος , διαφωνεί όμως με την επιλογή του σκηνοθέτη αφού δεν γνωρίζει την δουλειά μου. Τότε είπα στον καλλιτεχνικό διευθυντή ότι ναι , μπορεί να μην γνωρίζει τη δουλειά μου αλλά είμαι η επιλογή ενός κρατικού οργανισμού, ο οποίος μάλιστα την τελευταία πενταετία με έχει βραβεύσει δυο φορές, και ότι τον οργανισμό είναι πρώτα που πρέπει να εμπιστευτεί. Τότε ο καλλιτεχνικός διευθυντής μου πρότεινε να της στείλουμε ένα πολύ μικρό υλικό από παραστάσεις μου. Στείλαμε. Δύο εβδομάδες αργότερα ενημερώθηκα ότι, στάθηκε αδύνατον να πειστεί η καλλιτεχνική διευθύντρια τόσο για μένα όσο και για το έργο, αφού έχει  άλλη πρόταση με το ίδιο έργο η οποία την ενδιαφέρει περισσότερο. Έτσι ο καλλιτεχνικός διευθυντής πήρε στο διοικητικό συμβούλιο πρόταση με νέο σκηνοθέτη εξ Ελλάδος και νέο έργο. Σύντομα ενημερώθηκα (όχι από τον ΘΟΚ) ότι το διοικητικό συμβούλιο προχώρησε σε ψηφοφορία (8 υπέρ – 1 κατά(!) για να πάει το ερχόμενο καλοκαίρι στην Επίδαυρο με τον νέο σκηνοθέτη εξ  Ελλάδος και άλλο έργο.

Τα θέματα θεωρώ που πρέπει να προβληματίσουν όλους/ες μας είναι :

-Σε ποιο βαθμό το διοικητικό συμβούλιο του οργανισμού μας υπερασπίζεται και προωθεί τους Κύπριους δημιουργούς του; (Είναι η τρίτη συνεχόμενη φορά που στην Επίδαυρο θα πάει Ελλαδίτης σκηνοθέτης, σε δύο εκ των οποίων απορρίφθηκαν πρώτα Κύπριοι).

-Ποια η ταυτότητα της παράστασης που εκπροσωπεί τη χώρα μας όταν της ομάδας ηγείται ένας άνθρωπος που μπορεί να είναι εξαιρετικός σκηνοθέτης , αλλά ούτε το κυπριακό καλλιτεχνικό δυναμικό γνωρίζει, ούτε  την κυπριακή πραγματικότητα;

– Κατά πόσον είναι πιο σημαντική η συμμετοχή μας στο Φεστιβάλ Επιδαύρου από το να στηρίξουμε τις προτάσεις που γεννιούνται μέσα από τον ίδιο μας τον οργανισμό και τους ανθρώπους του ;

– Με ποιον τρόπο ο ΘΟΚ ανεβάζει το κύρος και την αξιοπιστία του ως κρατικό θέατρο ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού κράτους , όταν αποδέχεται να αντιμετωπίζεται ως κατώτερο των ελληνικών κρατικών θεάτρων;

Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, θα ήθελα να ξεκαθαρίσω ότι τα πιο πάνω δεν τα δημοσιεύω με πικρία ή παράπονο. Η τοποθέτηση μου θέλω να διαβαστεί ως μια δήλωση ότι το καλλιτεχνικό κυπριακό δυναμικό δεν είναι υποδεέστερο από κανένα άλλο. Και επειδή έχω ζήσει , έχω δουλέψει και συνεργάζομαι με την Ελλάδα η οποία με εκπαίδευσε, με έμαθε πολλά και την αγαπώ, επιτρέψτε μου να πιστεύω ότι η νοοτροπία του «Κύπριου ιθαγενή», που αγγίζει τα όρια του ρατσισμού, είναι ξεπερασμένη, παλιομοδίτικη και αναχρονιστική. Υπάρχει στην Κύπρο ένα νέο και ισχυρό καλλιτεχνικό δυναμικό που μπορεί να σταθεί οπουδήποτε!»

Ολόκληρη η ανακοίνωση του ΘΟΚ

«Τον Νοέμβριο του 2022, και σε συνέχεια προηγούμενων διερευνητικών επαφών, ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής του ΘΟΚ, κ. Σάββας Κυριακίδης, συναντήθηκε, μετά από εντολή του ΔΣ του ΘΟΚ, με την Καλλιτεχνική Διευθύντρια του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, προκειμένου να εξετάσουν διεξοδικά το θέμα της συμμετοχής του ΘΟΚ στο φετινό φεστιβάλ της Επιδαύρου. Στη συνάντηση αυτή, έγινε εκτενής συζήτηση και ανταλλαγές σκέψεων, που συνοψίζονται στα εξής:

  1. Ο Καλλιτεχνικός Διευθυντής κατέθεσε την αρχική πρόταση του ΘΟΚ για την παρουσίαση του έργου «Βάτραχοι» του Αριστοφάνη, σε σκηνοθεσία Κώστα Σιλβέστρου. Σε σχέση με την πρόταση αυτή, η κα Ευαγγελάτου ενημέρωσε άμεσα τον κ. Κυριακίδη ότι είχε ήδη προκρίνει πρόταση άλλου σκηνοθέτη με το ίδιο έργο και συνεπώς δεν θα μπορούσε να αποδεχτεί τη συγκεκριμένη πρόταση του ΘΟΚ. Σχετικά δε με τον προτεινόμενο από τον ΘΟΚ σκηνοθέτη, η κα Ευαγγελάτου είχε ήδη ζητήσει να παρακολουθήσει και της είχαν αποσταλεί από τον ΘΟΚ μαγνητοσκοπήσεις από 4 προηγούμενες παραστάσεις του, τις οποίες και είχε μελετήσει προσεκτικά. Κατόπιν της μελέτης του υλικού αυτού και με βάση την αρμοδιότητα που εκ του νόμου έχει για την τελική καλλιτεχνική επιλογή του προγράμματος του Φεστιβάλ, η κα Ευαγγελάτου εξέφρασε τις επιφυλάξεις της για τον προτεινόμενο σκηνοθέτη και ζήτησε να εξεταστούν εναλλακτικές προτάσεις.
  2. Σε συζήτηση που ακολούθησε, και προκειμένου να παρουσιαστεί πρόταση προς το ΔΣ του ΘΟΚ, διερευνήθηκαν από τις δύο πλευρές περιπτώσεις άλλων σκηνοθετών και πραγματοποιήθηκε αρχική επικοινωνία με Κύπριο σκηνοθέτη, που ζει και εργάζεται στην Ελλάδα και του οποίου την εργασία γνώριζαν τα δύο μέρη. Ο σκηνοθέτης ενημέρωσε ότι είχε ήδη άλλες επαγγελματικές υποχρεώσεις για το συγκεκριμένο διάστημα και δεν θα μπορούσε να ανταποκριθεί θετικά. Στη συνέχεια, συζητήθηκαν άλλα υποψήφια ονόματα και τα δύο μέρη κατέληξαν σε πρόταση για το σκηνοθέτη Γιώργο Παπαγεωργίου.
  3. Σε σχέση με το έργο, συμφωνήθηκε να προταθεί, κατ’ αρχάς, η «Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη.
  4. Ο κ. Κυριακίδης και η κα Ευαγγελάτου συμφώνησαν ότι, προκειμένου η πρόταση να αποτυπώνει όσο το δυνατόν καλύτερα την εικόνα του κυπριακού θεάτρου και του καλλιτεχνικού δυναμικού της Κύπρου, θα έπρεπε να δοθεί απόλυτη προτεραιότητα συμμετοχής Κυπρίων ηθοποιών και συντελεστών στην παράσταση, κάτι το οποίο θεωρήθηκε εξ’ αρχής αυτονόητο.
  5. Ο κ. Κυριακίδης εξήγησε στην κα Ευαγγελάτου ότι όσα συζητήθηκαν μεταξύ τους δεν αποτελούν την τελική πρόταση του ΘΟΚ, καθώς αυτή η πρόταση θα έπρεπε να εγκριθεί από το ΔΣ.
  6. Διευκρινίζεται ότι στην περίπτωση κατάθεσης προτάσεων για το Φεστιβάλ Επιδαύρου από άλλους Οργανισμούς της Ελλάδας και του εξωτερικού, ο εκάστοτε Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Φεστιβάλ έχει την απόλυτη ευχέρεια να εγκρίνει, να απορρίψει ή να τροποποιήσει τις προτάσεις που κατατίθενται. Η κα Ευαγγελάτου αντιμετώπισε από την αρχή θετικά την πρόταση για παρουσία του ΘΟΚ στην Επίδαυρο και στο πλαίσιο αυτό συναντήθηκε με τον κ. Κυριακίδη, προκειμένου να εξετάσουν το θέμα και να καταλήξουν σε μία τελική πρόταση. Τονίζεται εδώ ότι η σχέση του ΘΟΚ με το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου στηρίζεται σε σταθερές βάσεις, με πιο πρόσφατο παράδειγμα την παρουσία του Οργανισμού στο Φεστιβάλ Αθηνών το 2021, με το έργο «Εσμέ» του Σπυρίδωνος Περεσιάδη, σε σκηνοθεσία της Μαρίνας Βρόντη.
  7. Τέλος, υπενθυμίζεται ότι με αίτημα της Προέδρου του ΔΣ του ΘΟΚ κας Αντιγόνης Παπαφιλίππου και με την άμεση ανταπόκριση και συμπαράσταση του Υφυπουργού Πολιτισμού κ. Γιάννη Τουμαζή, έχουν ήδη ξεκινήσει επαφές του Υφυπουργού Πολιτισμού με την Υπουργό Πολιτισμού της Ελλάδας, κα Λίνα Μενδώνη, προκειμένου να διερευνηθεί η δυνατότητα παρουσίας του ΘΟΚ στην Επίδαυρο, κατ’ αναλογία των δύο κρατικών θεάτρων της Ελλάδας. Οι επαφές αυτές βρίσκονται σε εξέλιξη και αναμένεται το αποτέλεσμά τους. Μέχρι τότε, ο ΘΟΚ ακολουθεί τα όσα προβλέπονται από τις διαδικασίες του Φεστιβάλ.

Με βάση τα ανωτέρω, το ΔΣ του ΘΟΚ, μετά από εκτενή συζήτηση κατέληξε στην απόφαση να προχωρήσει με τη συγκεκριμένη πρόταση, θεωρώντας ότι, νοουμένου πως οι πλείστοι συντελεστές της παραγωγής θα προέρχονται από το κυπριακό καλλιτεχνικό δυναμικό, η παράσταση θα αποτυπώνει σαφώς την εικόνα της σύγχρονης κυπριακής θεατρικής σκηνής και την ποιότητα του κρατικού μας θεάτρου».