Απόδοση Κειμένου: Αναστασία Νικολάου* //

Βερολίνο. Συνειδητοποιώ ότι η κατάσταση είναι σοβαρή, όταν είμαι πολύ κοντά στο να υιοθετήσω μια γάτα. Είναι κόκκινη τιγρέ και με κοιτά με ορθάνοιχτα μάτια από την οθόνη του υπολογιστή μου. Την ανακάλυψα στο ίντερνετ. Το Βερολίνο είναι έτοιμο να προχωρήσει στον περιορισμό της μετακίνησης των κατοίκων, ώστε να ανακόψει το κύμα της μετάδοσης του κορονοϊού. Αυτό για μένα που είμαι χωρίς σχέση σημαίνει: ίσως να πρέπει να φέρω κάποιον στο σπίτι. Σύντομα. Ακόμα κι αν είναι γάτα.

Μια γάτα μπορεί να ζήσει μέχρι 18 χρόνια. Γιούλια, είναι σαν να πρόκειται να αποκτήσεις ένα παιδί”, μια φίλη μου γράφει στο WhatsApp. Έχει δίκιο.  Κλείνω τον υπολογιστή. “Σκατά”. Αναφωνώ. Στο εαυτό μου. Ούτως ή άλλως κανείς δεν είναι εδώ.

Ο κορονοϊός στο Βερολίνο: καμία άνοιξη, κανένα πάρτι
Είμαι στις αρχές των 30 μου, ζω μόνη και υπακούω στους καινούργιους κανόνες. Οι κοινωνικές επαφές πρέπει να περιοριστούν στις απολύτως στοιχειώδεις. Πώς υπολογίζεται αυτό το ελάχιστο; Η ανάγκη για εγγύτητα διαμαρτύρεται μέσα μου κάθε μέρα – πότε λοιπόν είναι οκ να πάω μια βόλτα με την καλύτερη φίλη μου και πότε θα μπορέσω, θα μπορέσουμε, να ταξιδέψουμε και να πιούμε ένα φλυτζάνι τσάι;

•Μέχρι και πριν από τέσσερις εβδομάδες απολάμβανα το να είμαι χωρίς σχέση. Ο ελεύθερός μου χρόνος ήταν στον δρόμο, στα εστιατόρια, στα μπαρ, στα κλαμπ και στα καφέ αυτής της πόλης. Αν όλα ήταν όπως συνήθως, δεν θα έψαχνα για γάτες στο διαδίκτυο σήμερα, αλλά θα περπατούσα με τους φίλους μου στην αγορά της Boxhagener Platz. Και θα είχα αρχίσει να φοράω τα αθλητικά μου αντί για μπότες για πρώτη φορά μετά από μήνες, θα είχα το παλτό μου ανοιχτό και θα φορούσα τα γυαλιά ηλίου μου. Θα αποφασίζαμε αυθόρμητα να πιούμε άλλο ένα Aperol Spritz στον ήλιο. Το αγαπημένο μου καφέ θα είχε τα τεράστια παράθυρά του ανοιχτά όπως κάθε χρόνο, ίσως και να περνούσα ολόκληρη την ημέρα μου εκεί. Το βράδυ το καφέ μετατρέπεται σε μπαρ, καμιά φορά κάποιος παίζει πιάνο. Η άνοιξη είναι η ωραιότερη εποχή του χρόνου στο Βερολίνο

Μου αρέσει αυτή η ζωή. Απολαμβάνω την ελαφρότητα και την έλλειψη δέσμευσης που τη χαρακτηρίζει. Μπορώ να κάνω ότι θέλω και να συναντηθώ με όποιον θέλω. Είναι ακριβώς το είδος της ζωής που φανταζόμουν, όταν ήμουν 16 χρονών στο σπίτι μου σε μια μικρή επαρχιακή πόλη και ονειρευόμουν τη ζωή της Κάρι Μπράντσοου από την σειρά Sex and the City. Ο.k., μεγάλωσα και η σειρά πάλιωσε επίσης. Δεν θέλω πια να είμαι η Κάρι Μπράντσοου. Αλλά το να ζω σύμφωνα με τους όρους μου, αυτό μου ταιριάζει πάρα πολύ, πιστεύω.

Όμως δεν κάθομαι στο αγαπημένο μου καφέ με γυαλιά ηλίου και ένα ποτό, αντίθετα σηκώνομαι κάθε μέρα στις τέσσερις το πρωί με άλουστα μαλλιά για να ενημερώσω τους αναγνώστες της εφημερίδας Berliner Zeitung με τις τελευταίες εξελίξεις γύρω από τον κορονοϊό. Μέχρι τις έξι το πρωί έχω ήδη διαβάσει πάρα πολλές δυσάρεστες ειδήσεις. Κλειστά σύνορα, απαγόρευση κυκλοφορίας απειλούν με κατάρρευση τη ζωή και τη λειτουργία της Νέας Υόρκης, η Ιταλία λυγίζει κάτω από το βάρος του μεγάλου αριθμού των νοσούντων και των νεκρών.

Κάτι τέτοιες στιγμές μου λείπει περισσότερο από ποτέ η παρουσία ενός άλλου ανθρώπου. Θέλω να ταρακουνήσω κάποιον. “Είδες το βίντεο από το Μπέργκαμο;” Θέλω να ρωτήσω. Θέλω να μοιραστώ τον τρόμο και τον φόβο μου με κάποιον, γιατί κανείς δεν ξέρει πώς θα είναι ο κόσμος μας σε μια βδομάδα από τώρα.

Προληπτικές αγορές μέσα στην κρίση του κορονοϊού: Κόκκινο κρασί και όχι χαρτί υγείας
Αναγνωρίζω ότι η αυτή η κατάσταση φέρνει μεγαλύτερες προκλήσεις για τα ζευγάρια και τους γονείς, τις μονογονεϊκές οικογένειες και τους ανθρώπους που δεν έχουν κανέναν. Έχω μια σταθερή δουλειά και είμαι χαρούμενη που δεν πρέπει να κρατώ απασχολημένα δύο μικρά παιδιά κάθε μέρα. Δεν έχω την ανάγκη να αγοράσω προμήθειες για ολόκληρη οικογένεια. Η λίστα των αγορών μου περιλαμβάνει τρεις κονσέρβες τοματάκια αποφλοιωμένα, μια οικογενειακή συσκευασία μπισκότων και τρία μπουκάλια κρασί – το μοναδικό προϊόν που αληθινά στοκάρω. Αγοράζω κόκκινο κρασί όπως άλλοι χαρτί τουαλέτας. Αισθάνομαι καθησυχασμένη όταν βλέπω την κάρτα αγορών της Μέρκελ στο διαδίκτυο, τα μπουκάλια κρασιού είναι σε πρώτη θέση και με μια πιο προσεκτική μάτια ανακάλυψα και ένα πακέτο σοκολάτας. Υπάρχει λοιπόν ακόμα ελπίδα.

Δεν μπορώ πια να κάνω κάτι για αυτό. Μοιάζει σαν να πόνταρα στο λάθος άλογο. Για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό ζηλεύω τα ζευγάρια 
Ένας άντρας που γνώρισα πέρυσι μού τηλεφωνεί κάθε μέρα για πέντε λεπτά για να χαζολογήσει με μένα ανάμεσα στην πάντα πολυάσχολη μέρα του και την καινούργια του κοπέλα, με την οποία συζεί. “Πώς είσαι;”. Είναι πάντα η πρώτη του ερώτηση, όταν καλεί. Καθώς εκείνος ψάχνει φρέσκα λαχανικά στο σούπερ μάρκετ και μου εξηγεί ότι πρέπει να κρατήσω μια ισορροπημένη διατροφή, αν θέλω να παραμείνω σωματικά και ψυχικά υγιής, εγώ αρπάζω το προτελευταίο μπισκότο της οικογενειακής συσκευασίας και αναρωτιέμαι, αν πρέπει να αναθεωρήσω τον τρόπο ζωής μου ως σινγκλ.

“Πώς θέλεις να ζήσεις;” λέει μια φωνή στο κεφάλι μου. “Τι είναι σημαντικό για σένα;” Η κρίση με ρίχνει πίσω σε βασικά ερωτήματα και αυτό με ενοχλεί. Ξαφνικά υπήρξε ένα ερωτηματικό για τη ζωή μου πριν από τον κορονοϊό . Ίσως η ζωή χωρίς δεσμεύσεις να μην είναι τόσο σπουδαία όσο νόμιζα. Ίσως δεν υπολόγισα τις κακές στιγμές σε αυτό το μοντέλο. Δεν με ενοχλούσε το ότι τα Σαββατοκύριακα μου δεν περιλάμβαναν πρωινό με την οικογένεια, να παίζω με τα παιδιά και να παρακολουθώ τη σκηνή αυτή του εγκλήματος με τον σύντροφό μου.

•Οι φίλοι μου στο Βερολίνο είναι βασικά η οικογένειά μου. Από νομική άποψη, δεν είναι – και τι μου μένει αν, σύμφωνα με νέους κανόνες, “ πρέπει να βλέπω μόνο μέλη της δικής μου οικογένειας”;

Κάποιος έβαλε το κουμπί παύσης. Με κάθε μέρα που περνάει, έχω λιγότερο να πω, μια μέρα έστειλα απλώς μια φωτογραφία δύο περιστεριών στη στέγη στην καλύτερη μου φίλη. Μήπως μου λείπει ένας σύντροφος – ή απλά κάποιος που μπορεί να είναι εκεί επειδή είμαι ανασφαλής και πλήττω; Πέρασα τη δεκαετία των 20 μου μέσα σε σχέσεις, ήμουν ευτυχισμένη με τον εαυτό μου – ποτέ δεν ήθελα να αναρωτηθώ, ειδικά όχι τώρα στα 31 μου, για το αν θα υπάρξω μόνη σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.

Η αίσθηση του να ετεροκαθορίζομαι αντί να είμαι ελεύθερη να αποφασίζω για τον εαυτό μου μου προκαλεί νευρικότητα. Στριφογυρίζω μέσα στο διαμέρισμά μου, μοιάζει σαν να μου λείπει κάτι – αλλά δεν υπάρχει τίποτα, ούτε ραντεβού, ούτε πάρτι γενεθλίων, ούτε πρόσκληση σε θέατρο. Μόνο μέρες που αθροίζονται η μια μετά την άλλη στις οποίες ευτυχώς ακόμα η δουλειά μου δίνει μια δομή και ένα νόημα.

Ραντεβού παρά την κοινωνική απομόνωση;
Κάθε φορά που ενεργοποιώ τις συνήθεις εφαρμογές για ραντεβού στο κινητό μου. Ίσως, πιστεύει ο αισιόδοξός μου εαυτός, αυτή να είναι μια ευκαιρία για τη γενιά μου, τη γενιά Y, που δεν θέλει να δεσμευτεί και πάντα ψάχνει για την επόμενη συνάντηση. Τώρα είμαστε αναγκασμένοι να γράψουμε ή να μιλήσουμε για μερικές εβδομάδες. Θεωρητικά, τα ραντεβού εξακολουθούν να επιτρέπονται – αλλά ποιος συναντιέται σε μια ασφαλή απόσταση στο πάρκο;

Υπάρχει ένα ριάλιτι στο Netflix. “Η αγάπη σε τυφλώνει”. Οι υποψήφιοι γνωρίζονται μεταξύ τους χωρίς να βλέπουν ο ένας τον άλλον και πρέπει συνεπώς να αποφασίσουν αν θέλουν να παντρευτούν. Πριν από μια εβδομάδα, είχα πολύ χρόνο να απολαύσω αυτή την εκπομπή, η οποία μου φάνηκε τρομερά μη ρεαλιστική. Τώρα αναρωτιέμαι αν η ιδέα δεν είναι και τόσο άσχημη. Αν πρωταρχικά αρνούμαστε την αυθόρμητη συνάντηση, τη γρήγορη κρίση – θα προσφέρει αυτό άραγε την ευκαιρία να γνωριστούμε πραγματικά;

“Πώς είσαι αυτές τις μέρες;” Ρωτάω κάθε άνθρωπο που συναντώ διαδικτυακά.

“Είμαι ελεύθερος, είναι καλό να κερδίζω χρήματα χωρίς να δουλεύω”, γράφει ο πρώτος.

Το οικονομικό θαύμα ήρθε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, και πάλι θα υπάρξει ένα θαύμα!”, ο δεύτερος.

Και ο τρίτος: “Ζω στο Potsdam, ειλικρινά δεν παρατήρησα τίποτα”.

Κλείνω όλες τις εφαρμογές για ραντεβού, πιάνω ένα μπουκάλι κρασί από τις προμήθειες και σκέφτομαι: Fuck you, Corona. Όταν τελειώσει, θα πάω έξω. Σε κάθε καφέ, σε κάθε κλαμπ σε αυτή την πόλη που θα ανοίξει ξανά. Ελεύθερη, εγωιστική, αδέσμευτη. Ποτέ δεν θα ακυρώσω ξανά ούτε ένα πάρτι. Θα αγκαλιάσω τους φίλους μου, το προσωπικό στο αγαπημένο μου καφέ, τον πωλητή ψωμιού στη λαϊκή, και ναι ίσως μοιράσω αγκαλιές σε όλους όσοι θα ήθελαν μία.

Τέτοιες σκέψεις μού κάνουν τώρα καλό. Καταλαβαίνω ότι τα σημερινά μέτρα είναι σημαντικά για τον περιορισμό του ιού, αλλά αισθάνομαι αβοήθητη και αυτό με θυμώνει. Θέλω πίσω την ελευθερία μου. Είμαι συγκλονισμένη από το πόσο εύθραυστη ήταν η βεβαιότητα της ελευθερίας μου – και πόσο αποσταθεροποιούμαι στερούμενη την ελευθερία μου – ακόμα κι αν αυτή είναι μόνο η ελευθερία του ηδονισμού. Αποφασίζω να μην αφήσω τον εαυτό μου να αναστατωθεί. Επειδή πραγματικά μου αρέσει να είμαι μόνη, θέλω μόνο να είμαι σε θέση να αποφασίσω για τον εαυτό μου το πότε. Το πρώτο βήμα: αποδέχομαι ότι έχω αμφιβολίες. Ότι αυτές με κάνουν μερικές φορές να αισθάνομαι άσχημα. Και ίσως πρέπει πραγματικά να σκεφτώ εκ νέου μια ή δύο ερωτήσεις, όταν όλο αυτό τελειώσει.

Γράφω σε μια φίλη που ξέρω ότι είναι μόνη. “Μερικές φορές η μοναξιά με καταρρακώνει. Εσένα όχι; “

Απαντάει: “Έχω όμως τις γάτες μου”.

*πηγή: Berliner – Zeitung