γράφει ο Γιώργος Κατραντσιώτης* //

εικόνες: Μάριος Λώλος //

«Άνδρο βίας και παραβατικότητας», «άσυλο ανομίας», «μπαχαλάκηδες, μολότωφ και όπλα του Συριακού στρατού», «ο μεγαλύτερος τζίρος λιανεμπορίου ναρκωτικών» και πρυτάνεις «εθισμένοι στην απειλή κακοποίησης». Οι προθέσεις της ΝΔ ήταν σαφείς εξαρχής. Επικοινωνήθηκαν τεχνηέντως τόσο από κομματικά στελέχη, όσο και από το διαπλεκόμενο μιντιακό σύστημα. Η εκστρατεία κατασυκοφάντησης του Ελληνικού Δημόσιου Πανεπιστημίου εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο «ασφαλειοποίησης» του τελευταίου, ως παράγοντας νομιμοποίησης. Η αποτελεσματικότητα αυτής της διαδικασίας έγκειται στην απλότητά της. Η έννοια της «ασφάλειας» που συνεχώς επικαλούνται οι κυβερνώντες και οι αυλικοί τους, δε συνιστά ένα απτό υλικό αγαθό που κάποιος μπορεί να κατέχει, ούτε μπορεί να είναι καθολική. Αποτελεί προϊόν συγκεκριμένων πολιτικών διεργασιών, οι οποίες καθορίζονται βάσει ιδεολογικών θέσεων.

Η ιδεολογία εν προκειμένω παίζει σημαντικό ρόλο, καθώς διαμορφώνει το περιεχόμενο του αντικειμένου το οποίο είναι άξιο προστασίας ή μη, γεγονός που ενδέχεται να παράξει ανασφάλεια σε άλλους τομείς ως άμεσο αποτέλεσμα. Τυπικότερο παράδειγμα, ένα κράτος που στην προσπάθεια του να «ασφαλειοποιηθεί» από τυχόν τρομοκρατικές απειλές, καταπατά πολιτικές ελευθερίες και παραβιάζει θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Η ασφάλεια εμπεριέχει εγγενώς και το αντίθετό της.

Η διαδικασία της «ασφαλειοποίησης» ξεκινά από τη στιγμή που κάποιος θα αρθρώσει τη λέξη «ασφάλεια». Είναι μία λεκτική επιτέλεση. Για να προκύψει ένα ζήτημα ασφάλειας, πρέπει πρώτα να υπάρχει μία οντότητα ή φαινόμενο που θα παρουσιαστεί ως «οντολογική απειλή», χωρίς απαραίτητα να είναι, προς το υπό προστασία αντικείμενο. Στην περίπτωσή μας, διάφοροι αξιωματούχοι, εμπειρογνώμονες και διαμορφωτές της κοινής γνώμης φροντίζουν να υπερθεματίζουν πάνω σε ένα υπαρκτό μεν φαινόμενο, η βαρύτητα και η έκταση του οποίου, όμως, αμφισβητείται από επίσημα στοιχεία. Το ζήτημα της επικοινωνίας είναι ζωτικής σημασίας, καθώς για να μπορέσει η διαδικασία της ασφαλειοποίησης να καταστεί επιτυχής, πρέπει να χαίρει κοινωνικής αποδοχής. Εξού και οι συνεχείς αναφορές των κυβερνώντων στις δημοσκοπήσεις και στη λαϊκή νομιμοποίηση που λαμβάνει το προεκλογικό πρόγραμμα περί πανεπιστημίων.

Στο πλαίσιο της «ασφαλειοποίησης», η αντιμετώπιση των απειλών διαπνέεται από αφηγήματα επιτακτικότητας και αναγκαιότητας. Αυτά τα αφηγήματα τοποθετούν το ζήτημα εκτός του πεδίου της πολιτικής αντιπαράθεσης και ανοίγουν τον δρόμο για τη λήψη ακραίων μέτρων και την εφαρμογή εξαιρετικών πρακτικών. Ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη δήλωσε το εξής από το βήμα της Βουλής: «…κανένας δε θέλει θεωρητικά την αστυνομία στα Πανεπιστήμια (…) η αστυνομία η ίδια το θέλει λιγότερο από όλους (…) η αστυνομία είναι το μέτρο ύστατης καταφυγής όταν αποδεδειγμένα το σύστημα δεν δουλεύει (…) είναι ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ πράξη, δεν είναι ιδεολογική επιλογή». Με «βαριά καρδιά», δηλαδή, οι Χρυσοχοΐδης και Κεραμέως, προωθούν αστυνομοκρατούμενα πανεπιστήμια. Φαντάζομαι πως η μείωση της χρηματοδότησης των ιδρυμάτων, με το συνεπακόλουθο καθεστώς επισφάλειας στο οποίο θα περιέλθουν οι ακαδημαϊκοί, αποτελεί και αυτή «στοιχείο αναγκαστικότητας»…

Πρόσφατα, η Υπ. Παιδείας ρώτησε με δηκτικό ύφος το εξής στα κόμματα της αντιπολίτευσης: «Εσείς, έχετε κάποια πρόταση; Ποια είναι η πρόταση;» Δεδομένου πως έχει υπάρξει πληθώρα προτάσεων από πλευράς ακαδημαϊκών και πολιτικών φορέων (π.χ πανεπιστημιακή υπηρεσία φύλαξης), το πνεύμα τέτοιων ερωτήσεων μου φέρνει στο μυαλό ένα απόσπασμα από το βιβλίο Καλωσορίσατε στην Έρημο του Πραγματικού, του σλοβένου φιλόσοφου Σλαβόι Ζίζεκ: «Σε μια κλασική στιχομυθία από μια χολιγουντιανή κωμωδία (…), η κοπέλα ρωτά τον φίλο της: «Θέλεις να με παντρευτείς;» «Όχι!» «Σταμάτα ν’ αποφεύγεις το θέμα! Δώσ’ μου μια ντόμπρα απάντηση!» Κατά κάποιον τρόπο, η λογική στην οποία βασίζεται η κοπέλα είναι ορθή: γι’ αυτήν, η μόνη αποδεκτή ξεκάθαρη απάντηση είναι «Ναι!», συνεπώς οτιδήποτε άλλο, συμπεριλαμβανομένου ενός ξεκάθαρου «Όχι!», θεωρείται υπεκφυγή. Ασφαλώς ετούτη η λογική είναι και πάλι αυτή της αναγκαστικής επιλογής: είσαι ελεύθερος να αποφασίσεις, υπό τον όρο ότι θα κάνεις τη σωστή επιλογή» (Ζίζεκ 2003, σελ. 11-12). Κάτι παρόμοιο δεν ισχύει και στην περίπτωση μας; Είμαστε ελεύθεροι να κάνουμε προτάσεις, υπό τον όρο ότι θα είναι οι «σωστές» προτάσεις. Αντιστοίχως, είμαστε ελεύθεροι να ασκήσουμε κριτική χάριν διατήρησης μιας νομιμοποιητικής ψευδαίσθησης περί Δημοκρατικής διαβούλευσης, να «συμβάλουμε στον διάλογο», υπό τον όρο ότι η κριτική δεν θα ξεπερνάει τα αποδεκτά όρια. Όταν όμως η κριτική γίνεται «ενοχλητική», η άλλη πλευρά περνάει στην αντεπίθεση με ερωτήσεις-τελεσίγραφα, τύπου: «Είστε υπέρ της ανομίας;». Οι εκφραστές της κριτικής τοποθετούνται στην ίδια όχθη με αυτούς που συνιστούν την απειλή («οι πρυτάνεις είναι μέρος του προβλήματος»). Τέτοια «δημοκρατικά» τελεσίγραφα δεν αποτελούν κάτι πρωτόγνωρο. Εκτός από το ότι είναι οξύμωρα όσον αφορά τη φύση της Δημοκρατίας, είναι θεμελιωδώς επικίνδυνα. «Είτε είστε μαζί μας, είτε είστε με τους τρομοκράτες», είχε δηλώσει ο Τζώρτζ Μπους στον απόηχο των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου, υπονοώντας πως το δίλημμα είναι «Φιλελεύθερη Δημοκρατία ή Φονταμενταλισμός». Προφανώς, φαντάζει παράλογη η επιλογή του δεύτερου. Ωστόσο, είναι η Φιλελεύθερη Δημοκρατία που μας έδωσε το Γκουαντάναμο, η μόνη εναλλακτική;

Στα καθ’ ημάς, η ΝΔ επέλεξε ως πανάκεια για την προστασία και την ασφάλεια των πανεπιστημίων την ελληνική αστυνομία. Ή μάλλον, όχι την αστυνομία, αλλά τη «Δημοκρατία», σύμφωνα με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, η οποία προσεχώς «μπαίνει στις σχολές». Κληθήκαμε, λοιπόν, να επιλέξουμε· ή με τον αυτοαναφορικό μηδενισμό που εξευτέλισε τον Πρύτανη της ΑΣΟΕΕ, ή με τη «Δημοκρατία» που τσάκισε το κορμί και σκύλεψε το όνομα του Βασίλη Μάγγου. Αν μη τι άλλο, είχαμε την «ελευθερία» να επιλέξουμε…Το δίλημμα είναι τόσο ψευδεπίγραφο όσο και η Δημοκρατία που το επιβάλλει. Μήπως ήρθε η ώρα, ειδικά αυτή τη στιγμή της αβεβαιότητας, να στοχαστούμε και να διεκδικήσουμε μια Δημοκρατία διαφορετική;

Αναφορές:

 Žižek, S. (2003) Καλωσορίσατε στην Έρημο του Πραγματικού. Μτφρ. Βίκυ Ιακώβου, Εκδόσεις SCRIPTA: Αθήνα

*Ο Γιώργος Κατραντσιώτης είναι:  Απόφοιτος ΠΑ.ΜΑΚ. (ΠΠΣ Βαλκανικών, Σλαβικών, και Ανατολικών Σπουδών), Απόφοιτος King’s College London (ΠΜΣ στις Διεθνείς Σχέσεις)