γράφει ο Γιώργος Κατραντσιώτης* //

εικόνες: Μάριος Λώλος //

Η δήθεν λύση της κατάργησης του πανεπιστημιακού ασύλου ως «πηγής του κακού», εκτός από το ότι αποτέλεσε προϊόν ιδεοληπτικών εμμονών και στρεβλώσεων, καθώς ουδέποτε προστάτευε την τέλεση έκνομων πράξεων, αποδείχθηκε ατελέσφορη στην καταπολέμηση της οποιασδήποτε παραβατικότητας στα πανεπιστήμια.

Η ρελάνς της κυβέρνησης ήρθε με τη διάταξη του νομοσχεδίου των Χρυσοχοΐδη και Κεραμέως που προβλέπει τη σύσταση ειδικού σώματος πανεπιστημιακής αστυνομίας, η οποία θα υπάγεται στην ΕΛ.ΑΣ. Το εν λόγω σώμα θα απαρτίζεται από 1030 ειδικούς φρουρούς τρίμηνης εκπαίδευσης, πρώην στελέχη των ειδικών δυνάμεων του στρατού. Η εξάρτυση και ο οπλισμός που θα φέρουν δεν ορίζεται με σαφήνεια στο νομοσχέδιο, ενώ βάσει των άρθρων 18§6 και 20, θα μπορεί να καθοριστεί μεταγενέστερα από τους αρμόδιους υπουργούς. Οι ειδικοί φρουροί αυτοί θα έχουν αρμοδιότητες συλλήψεως και, σε αντίθεση με τα αντίστοιχα σώματα εκτός πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, προανάκρισης!

Επιπλέον, προβλέπεται εγκατάσταση συστημάτων παρακολούθησης, για τα οποία η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων έχει εκφράσει σοβαρές ενστάσεις. Απέναντι στο νομοσχέδιο έχει ταχθεί σύσσωμη η πανεπιστημιακή κοινότητα. Εξαίρεση αποτελεί η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ, η οποία διαρρηγνύει τα ιμάτιά της για τη νομιμότητα και την ποιότητα των πανεπιστημίων. Η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ των κυκλωμάτων αντιγραφής, των μαχαιροβγαλτών μπράβων και των χυδαίων, σεξιστικών αφισών που διαφημίζουν πάρτυ. Αυτή η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ. Εκτός της πανεπιστημιακής κοινότητας, την αντίθεσή τους έχουν εκφράσει η Π.Ο.ΑΣ.Υ αλλά και πρώην και νυν στελέχη της ΝΔ (Φορτσάκης, Αντώναρος, Σπηλιωτόπουλος, Σουφλιάς και Ζώης).

Τα σημαντικότερα ζητήματα που προκύπτουν είναι δύο. Το πρώτο αφορά το Σύνταγμα και τη Δημοκρατία εν γένει. H ίδρυση πανεπιστημιακής αστυνομίας προσκρούει στο Άρθρο 16§5 του Ελληνικού Συντάγματος, το οποίο προβλέπει τον πλήρη αυτοδιοίκητο χαρακτήρα του πανεπιστημίου. Ο τελευταίος είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την ακαδημαϊκή ελευθερία. Αναμφίβολα, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί τα υπαρκτά προβλήματα των ελληνικών Πανεπιστημίων. Είναι καθήκον μας, άλλωστε, να ασκούμε κριτική σε ό,τι αγαπάμε. Ωστόσο, η νομιμότητα δεν διασφαλίζεται υπονομεύοντας το Σύνταγμα. Ομοίως, ένα πόδι που πονάει δεν γιατρεύεται κόβοντάς το. Σίγουρα, ο πόνος μπορεί να εξαφανιστεί, αλλά το πόδι δεν θα υπάρχει πια. Έτσι, μπορεί ο ηθελημένος εκφυλισμός του Συντάγματος, χάριν μιας τεχνικής διαχείρισης του προβλήματος, να «γιατρέψει» έναν «πόνο» στο πλευρό του Πανεπιστημίου και της Δημοκρατίας που αυτή πρεσβεύει, αλλά με κόστος την τελευταία ως τέτοια.

Πέραν των νομικών ζητημάτων που ανακύπτουν, υπάρχει και μία εξίσου τρομακτική πτυχή στο ζήτημα καθώς, όπως μας θυμίζουν οι Αντόρνο και Χορκχάιμερ, ο «εργαλειακός λόγος» τον οποίο υιοθετεί η ΝΔ οδηγεί μετά βεβαιότητας στη βαρβαρότητα. Ακόμα και αν διαβάσουμε τις προθέσεις της κυβέρνησης να «προστατέψει» το Πανεπιστήμιο με μία δόση αφέλειας, δεν μπορούμε να μην διερωτηθούμε για το ποιοι θα μας «προστατέψουν», με ποιον τρόπο, από ποιους και ποιες θα είναι οι συνέπειες; Τα ελέω Χρυσοχοΐδη «λυμένα χέρια» της αστυνομίας των τελευταίων δύο χρόνων είναι βαμμένα με αίμα. Βασανιστήρια, ξυλοδαρμοί, μανιώδης καταστολή και άκρως αντικοινωνικές συμπεριφορές (π.χ σεξουαλικές παρενοχλήσεις). Συγκεκριμένα, το φαινόμενο του «ειδικού φρουρού» είναι διάτρητο ηθικά, πολιτικά και νομικά. Ειδικοί φρουροί που έχουν ποινικά μητρώα, που βγάζουν όπλο στην ΑΣΟΕΕ, που αλληλοσκοτώνονται καταλάθος, που συμμετέχουν σε κυκλώματα ναρκωτικών. Ειδικοί φρουροί χωρίς καμία νομική και επιχειρησιακή εκπαίδευση, με απευθείας πρόσληψη από τον ΑΣΕΠ εν είδει έμμισθων πραιτοριανών, χωρίς καμία επαφή με το ακαδημαϊκό περιβάλλον και με λειτουργία εντός ενός εξαιρετικά ασαφούς νομικού πλαισίου. Μια ωρολογιακή βόμβα έτοιμη να εκραγεί και τα θραύσματά της να χτυπήσουν φοιτητές, καθηγητές και το ίδιο το Πανεπιστήμιο.

Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως η απάντηση στην έλλειψη εκπαίδευσης είναι περισσότερη εκπαίδευση, όπως η απάντηση στα σαδιστικά βασανιστήρια του Αμπού-Γκραΐμπ δεν μπορεί να είναι η επαγγελματική «ενισχυμένη ανάκριση» του Γκουαντάναμο. Επίσης, η συνταγματικότητα δεν μπορεί να διασφαλιστεί δια της θόλωσής της μέσω ημι-μέτρων, όπως το «δικαίωμα Βέτο» πρυτάνεων που πρότεινε ο κ. Αλιβιζάτος, ειδικά εάν λάβουμε υπόψιν πως η μη συμμόρφωση των πρυτάνεων με τα μέτρα θα «λαμβάνεται υπόψιν» στη χρηματοδότηση των ιδρυμάτων (Άρθρο 40§2). Η ουσία παραμένει η ίδια, όσο και να προσαρμόσουμε τις πρακτικές. Επιπροσθέτως, τους πανεπιστημιακούς «ανθρωποφύλακες» θα συνεπικουρεί ένα σύστημα επιτήρησης και ελέγχου. Μα καθαρός ουρανός αστραπές δε φοβάται, θα πει κανείς. Κάτι τέτοιο παρεξηγεί την κοινωνική λειτουργία της επιτήρησης. Η τελευταία, εκτός από το νομικό πλαίσιο που καθορίζει τις παράνομες πράξεις, λειτουργεί βάσει προτύπων συμπεριφοράς διαμορφωμένων από έναν κυρίαρχο λόγο.

Οποιαδήποτε απόκλιση από αυτά υπόκειται σε παρεμβατικές «διορθώσεις», είτε με πειθαρχικά μέτρα, είτε με σωματική τιμωρία, που σκοπό έχουν τη συμμόρφωση και τον αυτοπεριορισμό του επιτηρούμενου υποκειμένου.
Δεδομένου ότι οι υπέρμαχοι της πανεπιστημιακής αστυνομίας αρέσκονται στην επίκληση της ακαδημαϊκής πραγματικότητας του εξωτερικού, θα φέρω ένα σχετικό παράδειγμα. Το καλοκαίρι του 2019 σάλος προκλήθηκε στο King’s College του Λονδίνου μετά από ένα συγκεκριμένο περιστατικό. Ο υπεύθυνος ασφαλείας του ιδρύματος «φακέλωσε» φοιτητές που συμμετείχαν σε πορείες υπέρ της Παλαιστίνης και υπέρ καλύτερων συνθηκών για το προσωπικό καθαριότητας του πανεπιστημίου. Ο εν λόγω υπεύθυνος προώθησε παρανόμως τα προσωπικά δεδομένα των φοιτητών στη Μητροπολιτική Αστυνομία. Κατά τη διάρκεια επίσκεψης της Βασίλισσας στα εγκαίνια νεοαποκτηθέντος κτιρίου της σχολής, στους φοιτητές αυτούς απαγορεύτηκε η είσοδος σε ΟΛΑ τα campus που βρίσκονταν διασκορπισμένα στο Λονδίνο, ακόμα και χιλιόμετρα μακριά από τα εγκαίνια, υπό τον φόβο «αναστατώσεων». Ως αποτέλεσμα, αρκετοί από αυτούς έχασαν παραδόσεις και παρουσιάσεις. Μετά από καταγγελίες, η διοίκηση του King’s διεξήγαγε έρευνα, απέλυσε τον υπεύθυνο ασφαλείας και απολογήθηκε στους φοιτητές. Μπορούμε, λοιπόν, να φανταστούμε κάτι αντίστοιχο να συμβαίνει σε ένα ελληνικό πανεπιστήμιο χωρίς αυτοδιοίκητο και άρα χωρίς δυνατότητα διαμεσολάβησής του, όπου φοιτητές θα προέβαιναν σε συνελεύσεις, κινητοποιήσεις, διεκδικήσεις και γενικά θα απέκλιναν από τα πρότυπα συμπεριφοράς, ή όπου καθηγητές, στο πλαίσιο της επιστήμης τους, θα αμφισβητούσαν έναν νόμο του κράτους. Στοχοποίηση, «πειθάρχηση», διαγραφές, συλλήψεις, «ενισχυμένη (προ)ανάκριση». Στην ίδια χώρα που σε θύματα αστυνομικού βασανισμού προσάπτονται κατηγορητήρια μετά θάνατον, πιστεύει κανείς ότι ένας φοιτητής ή ένας καθηγητής θα βρει δικαίωση απέναντι στον κρατικό μηχανισμό του «Εμείς Δεν Ευθυνόμαστε» (ΕΔΕ); Αυτή είναι η ακαδημαϊκή «ελευθερία» που οραματίζεται η ΝΔ;

*Ο Γιώργος Κατραντσιώτης είναι:  Απόφοιτος ΠΑ.ΜΑΚ. (ΠΠΣ Βαλκανικών, Σλαβικών, και Ανατολικών Σπουδών), Απόφοιτος King’s College London (ΠΜΣ στις Διεθνείς Σχέσεις)