Κριτική | «Η Γραμμή Σκιάς» από τον Γιώργο Σίμωνα: μια αναπάντεχη ολοκληρωμένη σκηνοθετική πρόταση

Οι ήρωες, καπετάνιος και πλήρωμα, μεταπλάθονται σε ξεθωριασμένες μπεκετικές φιγούρες, και τους εντάσσει σε μια εξίσου μπεκετικής υφής δραματουργία που παραπέμπει στις κειμενικές φόρμες του ιρλανδού δραματουργού στις ατραπούς του Ελάχιστου και της Σιωπής.

Ο Τζόζεφ Κόνραντ, (1857-1924) πολωνός λογοτέχνης που έγραψε αποκλειστικά  στα αγγλικά, μισούσε να τον εντάσσουν στους ρομαντικούς της εποχής του, παρόλο που ξεπήδησε μέσα από αυτούς. Ίσως γι αυτό βρήκε καταφύγιο στις θαλασσινές αφηγήσεις, όπου μέσα από τον σκληρό κόσμο της θάλασσας, βρίσκει ένα σταθερό και διαρκές σύμβολο των ηθικών διλημμάτων του ανθρώπου.

Η «Γραμμή Σκιάς» είναι μια τέτοια θαλασσινή αφήγηση για εκείνη τη νοητή γραμμή που χωρίζει την ανεμελιά από την ευθύνη, την αγουρότητα από την ωρίμανση, την παιδικότητα από την ενηλικίωση, το παλιό από το καινούριο.

Ένας νεαρός υποπλοίαρχος ενώ είναι έτοιμος να εγκαταλείψει τη θάλασσα, δέχεται την πρόταση να αναλάβει το τελευταίο ταξίδι ενός γέρικου πλοίου με πλήρωμα ξένους ναυτικούς και με μια «κατάρα» να τους συνοδεύει. Δυσοίωνα σημάδια δεν τους εμποδίζουν να ξεκινήσουν, ωστόσο το πλοίο λίγες μέρες μετά καθηλώνεται στη μέση του ωκεανού,  το πλήρωμα χτυπιέται από ασθένεια, και ένας αγώνας αντοχής και επιβίωσης ξεκινά.

Κύριο υφολογικό χαρακτηριστικό του έργου, η εισβολή συμβολιστικών στοιχείων στη ρεαλιστική κατά τα άλλα γραφή του.

Και αυτή η διττότητα είναι το κλειδί που ξεκλείδωσε αυτή τη δύσκολη θεατρική μεταφορά του έργου. Δεν γνωρίζω πόσο καιρό δούλευε ο Γιώργος Σίμωνας την ιδέα, αλλά στην  παράστασή του στο θέατρο Rabbithole, βρεθήκαμε αντιμέτωποι με μια σοβαρή και σημαντική σκηνοθετική πρόταση που στάθηκε στα ίσα με αυτήν την ιδιόμορφη υφή του μυθιστορήματος.  Η μυθοπλασία του Κόνραντ, αφού επεκτάθηκε ιδεολογικά σε ύμνο της ανθρώπινης αλληλεγγύης, αντιμετωπίστηκε με μια πολυμεσική και πολυμορφική σκηνική «μυθοπλασία» όπου η ιστορία δεν μεταβιβάστηκε μέσω του ευθύγραμμου λόγου και του ανοιχτού διαλόγου, αλλά τα υποκείμενα της ενσαρκώνονται από ηχοτόπια, ηχητικούς φθόγγους, λεκτικούς υπέρτιτλους (Παναγιώτης Λαμπής), υφολογικά εφέ, κίνηση,  παντομίμα, μεταφορές και mapping από σκηνή σε οθόνη.

Ο Γιώργος Σίμωνας πετυχαίνει να καταθέσει μια ολοκληρωμένη δραματουργική πρόταση, η οποία εξελίσσει και πάει ένα βήμα πιο πέρα την μέχρι τώρα  θεατρική πρόσμιξη στοιχείων του βωβού κινηματογράφου που έχουμε δει στις σκηνές, φτιάχνοντας εντέλει μια παράσταση φεστιβαλικών διαστάσεων σε όλα τα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά της.

Οι ήρωες, καπετάνιος και πλήρωμα, μεταπλάθονται σε ξεθωριασμένες μπεκετικές φιγούρες, και τους εντάσσει σε μια εξίσου μπεκετικής υφής δραματουργία που παραπέμπει στις κειμενικές φόρμες του ιρλανδού δραματουργού στις ατραπούς «του Ελάχιστου και της Σιωπής».

Χωρίς να αμελεί το «εξωτερικό θέατρο» (με τη δράση να επικεντρώνεται σε όσα συμβαίνουν επί σκηνής), ο Γιώργος Σίμωνας μεταφέρει το κέντρο βάρους στο «εσωτερικό», στο θέατρο εκείνο όπου αναδεικνύεται ο στοχασμός, η σκέψη, η διαλεκτική και η ενεργοποιός δύναμη των όσων διαδραματίζονται στη σκηνή. Δεν είναι η ενέργεια αυτό που απασχολεί την παράσταση, αλλά η αιτία. Και εδώ είναι το σημείο, που φέρνει ο Γιώργος Σίμωνας, τον Μπέκετ να συναντάται με τον Κόνραντ. Μετατρέποντας τη δράση σε πρόσχημα και ελαχιστοποιώντας τον από σκηνής Λόγο. Η ίδια η σιωπή μετασχηματίζεται σε εύγλωττη αφήγηση, που ορίζεται κυρίως- από τη μουσική (Τώνια Ράλλη) και τα τοπία της. Και κάπως έτσι, τα σύμβολα του Κόνραντ, γιγαντώνουν τη σημασία τους και μέσα στη σκοτεινή ατμόσφαιρα λάμπουν με ένταση.  Η αποκρυπογράφησή τους αποτινάσσει την όποια μεταφυσική φόρτιση προσλαμβάνεται σε πρώτο επίπεδο και ο Μύθος εγκύπτει στην ουσιαστική του διάσταση.

Βέβαια, όλα αυτά προϋποθέτουν και αξιώνουν ειδικούς σκηνικούς χειρισμούς που απαιτούν πολύ ιδιαίτερες εκφραστικές.

Ένα σκηνικό (Γιώργος Σίμωνας, Socos), πραγματικά σημείο αναφοράς, με στοιχεία που συνθέτουν την πλώρη ενός καραβιού στη θάλασσα ακριβώς στο μεταίχμιο με την «μαραμένη» στεριά και την πυξίδα –σύμβολο του προσηλωμένου σε κατεύθυνση Ανθρώπου, κοστούμια (Γκέλη Γκότση) από τα έγκατα της ναυτοσύνης, φώτα (Γιώργος Βλαχονικολός, Ελεάννα Γιασεμή) που αποκωδικοποιούν σκοτάδια και φάρους.  Μάσκες με λεπτομέρεια στην έκφραση, με υφολογικές επιτάσεις που διαμορφώνουν και συντελούν όχι μόνο στη σκηνική πληθωρικότητα αλλά σμιλεύουν ψυχισμό και συναίσθημα.

Πάνω απ΄όλα προϋποθέτουν υποκριτική εντατικοποίηση, αφού όλη η δράση επαφίεται αποκλειστικά σχεδόν στην κίνηση και στη σωματικότητα. Και εδώ, θα μπορούσαμε να καταθέσουμε τη σημείωση ότι μια μεγαλύτερη επιμονή από την Άννα Ανουσάκη στη δυναμική της κινησιολογίας (η οποία σε στιγμές υποχωρούσε), θα ισχυροποιούσε τη συνέπεια της παράστασης στο πραγματικά καινοτόμο υφολογικό στίγμα της. Παρόλα αυτά καταφέρνει να σταθεί σε υψηλό σημείο με το ερμηνευτικό δυναμικό της.

Οι ηθοποιοί της – Γιάννης Λεάκος, Δημήτρης Ντάσκας, Γιώργος Τζαβάρας, Μιχάλης Ζαχαρίας, Γεωργία Σωτηριανάκου, Ιωάννα Σίσκου, μετατρέπονται σε εξαρτήματα ενός καλολαδωμένου μηχανισμού, υπηρετούν αυτούσιο το υφολογικό της υπόβαθρο με ισομέρεια και αποδεικνύονται σε ικανούς στρατιώτες της σκηνοθετικής στρατηγικής με φωνητικές επιχρωματίσεις που συνάδουν με μουσική, με λυρικές εντάσεις, με δραματουργικά σκοτάδια, και ολόφωτα ερμηνευτικά υλικά. Ειδικά ο Γιάννης Λεάκος, ως επίκεντρο της δραματουργικής αντίληψης, ισορροπεί επιδέξια  στη χρυσή τομή ξεκάθαρης εσωτερικότητας και χειρονομιακής εξωτερίκευσης φέρνοντας στη σκηνή τον ενδόμυχο παλμό του ανθρώπου που μετεωρίζεται στο μεγάλο βήμα που οφείλει να κάνει.

Η «Γραμμή Σκιάς», απασφαλίζει τη σιγουριά του κλασικά διατυπωμένου θεάτρου, και εκεί στο ταπεινό «Rabbithole» ανακαλύπτει κανείς αναπάντεχα, το ερευνητικό θέατρο στην ουσία του. Σε μια πράξη που ενεργοποιεί όλα τα θεατρικά κριτήρια. Με όλα τα ρίσκα της…

 

Η παράσταση παίζεται στο Rabbithole κάθε Κυριακή στις 18.30 και Δευτέρα και Τρίτη στις 21.15 για τον Μάρτιο. Τον Απρίλιο θα παίζεται κάθε Δευτέρα, Τρίτη και Τετάρτη στις 21.15. Εισιτήρια μπορείτε να προμηθευτείτε ΕΔΩ

 
Συγγραφέας: Τζόζεφ Κόνραντ
Μετάφραση: Ξενοφών Κομνηνός
Σκηνοθεσία / Διασκευή / Δραματουργική επεξεργασία: Γιώργος Σίμωνας
Μουσική Σύνθεση / Πιάνο: Τώνια Ράλλη (Here, Dragon)
Κινησιολογία / Βοηθός σκηνοθέτη / Βοηθός δραματουργού: Άννα Ανουσάκη
Ενδυματολογία: Γκέλη Γκότση
Σκηνογραφία: Γιώργος Σίμωνας, Socos
Φωτισμοί: Γιώργος Βλαχονικολός, Ελεάννα Γιασεμή
Ηχογραφήσεις / Sound Design: Γιάννης Σκανδάμης
Video / Mapping / Σχεδιασμός Υπέρτιτλων: Παναγιώτης Λαμπής
Φωτογραφίες: Μαρία Τούλτσα
Trailer: Γιώργος Βλαχονικολός
Γραφιστικά: Ηλίας Πανταλέων
Κατασκευή Σκηνικού: SICKMYDUCK.LAB
Υπέυθυνη Επικοινωνίας: Χρύσα Ματσαγκάνη
Social Media: Χρύσα Παριανού, Κατερίνα Γεωργοπούλου
Φροντιστήριο / Βοηθοί Παραγωγής: Ηώς Αντωνοπούλου, Ιωάννα Μακαβέι
Τιμόνι πλώρης / καραβιού: Χλόη Α.
Παραγωγή: Ομάδα Νοσταλγία & Rabbithole
Ερμηνεία: Γιάννης Λεάκος, Δημήτρης Ντάσκας, Γιώργος Τζαβάρας, Μιχάλης Ζαχαρίας, Γεωργία Σωτηριανάκου, Ιωάννα Σίσκου