του Γιάννη Παναγόπουλου //

Ο πόνος είναι μεγάλος, είναι και βαθύς όταν έχεις τα πάντα (ή τουλάχιστον έτσι νομίζεις) αλλά λείπει εκείνο το τραγούδι που θα σε εκφράσει. Ο νταλκάς γίνεται μεγαλύτερος όταν το ψάχνεις εναγωνίως. Τότε μοιάζεις με αγχωμένο καμάκι του καλοκαιριού που γυρνά τα νησιά ψάχνοντας για σεξ σε στενά, στο λιμάνι, στο καράβι, στο μπαρ αλλά δεν του κάθεται ούτε κουνούπι.

Κάπως έτσι νιώθω πως νιώθουν όλοι εκείνοι που σκίζουν τα ιμάτιά τους για την υπέροχη εμφάνιση (ναι, υπάρχουν και αυτοί και δηλώνουν αψέκαστοι) της Μόνικα, στο γκαλά για τα 40 χρόνια της Ελλάδας στην ΕΟΚ – ΕΕ. Μοιάζουν να ψάχνουν εναγωνίως την/τον καλλιτέχνη που θα εκφράσει (και) τους δικούς τους πόθους. Δεν την/τον βρίσκουν με τίποτα. Η Μόνικα, ο Σάκης, η Αναστασία Ζαννή παρουσιάζονται σαν το υπέρτατο καλλιτεχνικό γινάτι μιας παρέας που τυχαίνει να κυβερνά. Το ότι δεν μπορούν να σταθούν εκεί που τους θέλει φαντάζει ως απόλυτος εξαναγκασμός, ως υπέρτατη χειριστική πράξη. Κρίμα… για τη Μόνικα, στην προκειμένη περίπτωση. Κρίμα και γι’ αυτούς που την προαυλίζουν δεξιά και ακροκεντρώα λίγο-πολύ ως μουσική ιδιοφυΐα.
Αγναντεύοντας το κανάλι της καλλιτέχνιδος στο YouTube σκέφτομαι ότι στην τελική πρέπει να της πούμε, επιτέλους, ένα πολύ εξειδικευμένο μπράβο. Αφήνει (δεν σβήνει) να παίζουν ελεύθερα τα comments από την τελευταία, αποτυχημένη καλλιτεχνικά (ελάτε φίλοι της άλλης μεριάς, ας το παραδεχτούμε αυτό) περασιά της από στο Ζάππειο. Τι υπάρχει εκεί; Μια μπαχτσεδιά άλλες φορές ευφάνταστων άλλες, συχνά, κακόγουστων σχολίων. Εννοείται πως το χέιτ σπιτς δεν εκφράζει κανέναν παρά μόνο τον κομπλεξικό που το γράφει.
Φαντάζομαι ότι αυτό που τρέμουν πολλοί, συνειδητοποιημένοι, καλλιτέχνες (αυτό δε συμβαίνει με τη Μόνικα) είναι, αν το πλαίσιο της μουσικής εκδήλωσης που πρόκειται να εμφανιστούν είναι μεγαλύτερο από εκείνους, τα τραγούδια τους, τη μουσική τους, τη φωνή τους. Όταν συμβαίνει αυτό, βράσ’ τα. Η Μόνικα δεν έχει τη μουσική, δεν έχει τα τραγούδια που συμπυκνώνουν κάποιο νόημα. Οι απόπειρές της να εκφράσει το εθνικό μέσα από χρονικές συμπτώσεις, βλέπε κυβέρνηση Μητσοτάκη, δεν υπάρχει περίπτωση να την καθιερώσουν ως εκπρόσωπο οτιδήποτε πολύτιμου. Το αντίθετο. Η πτώση της μπορεί να είναι κάθετη και οδυνηρή για το όραμά της. Βέβαια, εδώ πρέπει να το καταθέσουμε αυτό, υπάρχει πάντα διαθέσιμο το καλλιτεχνικό καταφύγιο του “καλτ”. Εκεί δεν μπορώ να το αρνηθώ, ναι. Οι πόρτες είναι ορθάνοιχτες. Όχι μόνο για τη Μόνικα αλλά και για το Σάκη και την Αναστασία.

Η παρηγοριά της Μόνικα. Ακριβώς το ίδιο που συνέβη με εκείνη έγινε και με τη διαφημισμένη ως καταξιωμένη διεθνώς σοπράνο Αναστασία Ζαννή. Η εκτέλεση (κυριολεκτικά και συμβολικά) του Εθνικού Ύμνου από εκείνη, τον περασμένο Μάρτη από τον βράχο της Ακρόπολης, μας έκανε να νιώσουμε τουλάχιστον άβολα. Το πρόβλημα δεν ήταν τι είχε κάνει, στην καριέρα της,  πριν. Το θέμα είναι ότι κλήθηκε (και δέχτηκε) να τραγουδήσει κάτι που εξέθεσε εκείνη, εκείνους που την επέλεξαν. Και να πεις πως δεν υπάρχουν Έλληνες καλλιτέχνες που κάνουν πολλά ή κάτι και έκτος Ελλάδας να το καταλάβω. Βέβαια, εδώ πέφτουμε στη μαύρη τρύπα της γνωστής εμμονής. Της εκ του πανεριού αριστείας. Οι επιλογές των δύο καλλιτεχνών σε δύο πολιτικοκοινωνικά ιστορικά γεγονότα ήταν αποτυχημένες. Και συνδέονται μεταξύ τους. Ήταν απευθείας αναθέσεις.
Για όλους εκείνους που παραπονιούνται τάχα μου για την κλειστότητα του αριστερού αυτιού και τη μη κατανόηση της επιλογής “Μόνικα” στο γενέθλιο πάρτι της ΕΕ, να πούμε, για παράδειγμα, πως και ο Σταύρος Ξαρχάκος είναι γνωστός για τις πολιτικές του πεποιθήσεις. Οι τελευταίες δεν υπήρξαν ποτέ εμπόδιο αποδοχής του καλλιτεχνικού του έργου από όλους, ανεξαρτήτως πολιτικών πεποιθήσεων. 
Τα φιλιά μου (λέμε τώρα)