του Γιάννη Παναγόπουλου //

Τέντωσε τ’ αυτιά σου. Η ζωή της DJ Spery είναι γεμάτη ιστορίες γύρω από το εκπληκτικό της πάθος, τη μουσική των Βαλκανίων. Θα ήθελες να είσαι κάτι από τα μάτια της, όταν βλέπει εκατοντάδες να χορεύουν με τα ξέφρενα Balkan Beats της. Ίσως έχεις υπάρξει ένας από εκείνους που ίδρωσαν ακούγοντας μουσική διαλεγμένη από εκείνη. Το κορίτσι που βούτηξε με μανία στη μουσική μιας από τις πιο παράξενες γειτονιές του κόσμου – Βαλκάνια – μετά από εκατοντάδες εμφανίσεις σε κλαμπ του Βερολίνου, του Παρισιού, της Σερβίας, της Ρωσίας, μόλις κυκλοφόρησε νέο τραγούδι. Το λένε Ritam και συμμετέχει ο mc Killo Killo. Η Spery πια μοιράζει τη ζωή της ανάμεσα στην Αθήνα και το Παρίσι, το μέρος που, όπως λέει η ίδια, “η Βαλκανική μουσική είναι στα high της”. Τι άλλο; Μουσική, ταξίδια, μέθεξη, γλέντια. Αυτή η γυναίκα με το σπαστό μαλλί, τα πράσινα μάτια, σε κάθε συνάντησή μας έχει κάτι νέο να πει.

-Είμαστε στο φινάλε του αναγκαστικού εγκλεισμού και στην αρχή μιας νέας ζωής, μιας νέας πραγματικότητας. Πες μου αρχικά πώς πέρασες στον καιρό του εγκλεισμού αλλά και πώς βλέπεις τα πράγματα τώρα. Θα πάρουμε πίσω τις ζωές που είχαμε πριν το λοκντάουν; 

Το διάστημα του εγκλεισμού θεωρώ ότι ήταν για όλο τον κόσμο κάτι πρωτόγνωρο, δεν έχουμε ξαναβρεθεί σε τέτοιες συνθήκες. Στην αρχή ήταν πάρα πολύ δύσκολο να συνηθίσω αυτή τη νέα πραγματικότητα γιατί από εκεί που η ζωή μου έτρεχε με 1000 κι είχα πατήσει τέρμα το γκάζι, έπρεπε να διακοπούν τόσο βίαια και απότομα όλες μου οι δραστηριότητες. Επηρεάστηκε η πρωινή μου δουλειά που πάλι έχει σχέση με τη μουσική, τα sets και φυσικά τα tours στο εξωτερικό. Όταν λοιπόν άρχισα να συνειδητοποιώ ότι δεν ήμουν μόνη μου σε αυτό και δυστυχώς όλος ο πλανήτης βίωνε παρόμοιες καταστάσεις, έπρεπε να το αποδεχτώ και να βρω τρόπους αντιμετώπισης. Άλλαξα οπτική, αξιοποίησα τον άπλετο χρόνο, κλείστηκα στο στούντιο και ξεκίνησα νέες παραγωγές. Ωστόσο, τώρα που βρισκόμαστε θεωρητικά στο τέλος αυτής της Οδύσσειας, πιστεύω ακράδαντα ότι “η ζωή μετά” θα είναι ίδια ως προς την καθημερινότητα αλλά ριζικά διαφορετική ως προς την εκτίμηση δεδομένων, αξιών και χρόνου.

-Έχεις νέο τραγούδι. Πώς θα κυκλοφορήσει; Ποια είναι η αγορά που θέλεις να πιάσει; 

Πολύ σωστά, το νέο μου single “Ritam” κυκλοφόρησε διαδικτυακά από την Παρασκευή 7 Μαΐου σε όλα τα ψηφιακά καταστήματα μέσω της γαλλικής Vlad records, με την οποία συνεργάζομαι εδώ και δύο χρόνια. Είναι ένα καθαρόαιμο Balkan Beat με σκοπό να σε κάνει να χορέψεις. Συνεπώς, αυτό που με ενδιαφέρει είναι να ακουστεί από τους fans του είδους και να με φέρει σύντομα ξανά στη σκηνή ευρωπαϊκών φεστιβάλ και clubs.

-Ποιοι είναι οι άνθρωποι που συνεργάζεστε στο νέο τραγούδι σου; 

Μιλάμε για δύο πολύ καλούς μου φίλους από τη Σερβία. Τον mc Killo Killo ο οποίος, πέρα από καταπληκτικός άνθρωπος, είναι ένα ξεχωριστό παράδειγμα τραγουδιστή καθ’ ότι είναι τενόρος και ταυτόχρονα ραπάρει αλλά τραγουδάει και ρέγκε! Είναι φαινόμενο και για αυτό τον προτιμώ σχεδόν στις περισσότερες μου δουλειές. Επίσης, ο άλλος μου φίλος είναι ο Milos Mihajlovic, ένας από τους καλύτερους πνευστούς στη Σερβία. Δεν είναι τυχαίο που πλαισιώνει την ορχήστρα του Goran Bregovic. Εξαιρετικός μουσικός με τρομερό ταλέντο. Έχουμε την ιδανική μουσική χημεία, κατανοούμε από την πρώτη στιγμή πώς θέλουμε να δουλέψουμε. Εύχομαι να το καταλάβετε, όταν ακούσετε το κομμάτι.

-Τι είναι νέο στη μουσική των Βαλκανίων;

Η αλήθεια είναι ότι η βαλκανική μουσική ήταν ούτως ή άλλως μία μουσική με περιορισμένες καινούργιες κυκλοφορίες και αυτό γιατί δεν είναι ένα mainstream είδος. Από εκεί και πέρα, από τη στιγμή που ήρθε στη ζωή μας η πανδημία, έμεινε αρκετά στάσιμη αφού οι νέες κυκλοφορίες ήταν πραγματικά ελάχιστες. Οπότε από καινούργιο υλικό δυστυχώς έχει μείνει αρκετά πίσω, παρ’ όλα αυτά το νέο που υπάρχει είναι ότι τουλάχιστον αυτές οι κυκλοφορίες αφορούν όλο και περισσότερο στη μίξη βαλκανικών και σύγχρονων ήχων. Άρα για μένα νέο στη βαλκανική μουσική είναι οτιδήποτε έχει να κάνει με το πάντρεμα παραδοσιακών και catchy στοιχείων όπως για παράδειγμα, μια Balkan Cumbia.

-Το καλοκαίρι τι θα κάνεις; Θέλω να πω έχεις κλείσει gigs;

Για το καλοκαίρι ακόμα είναι όλα ρευστά, μιας και μέχρι σήμερα ζούμε την πρωτοφανή συνθήκη της απαγόρευσης της μουσικής στον χώρο της εστίασης. Με χαροποιεί ιδιαίτερα ότι υπάρχουν ήδη προτάσεις που αφορούν gigs κυρίως εκτός Αθήνας από τον Ιούλιο και μετά αλλά πολύ ευχάριστο, επίσης, είναι ότι παρ’ όλη την κατάσταση έχουν αρχίσει και υπάρχουν προτάσεις και για το εξωτερικό και συγκεκριμένα στην Ιταλία, Λιθουανία και Ισπανία. Φυσικά με την προϋπόθεση ότι θα έχουμε εμβολιαστεί και τα ταξίδια θα είναι πάλι εύκολα. Εύχομαι να καταστεί εφικτό και να πραγματοποιηθούν έστω τα μισά από όλα αυτά γιατί σαν καλλιτέχνης κι εγώ, έχω τρομερή ανάγκη να επιστρέψω στη ζωή που έκανα πριν και να κάνω αυτό που αγαπάω περισσότερο.

“Θεωρώ τον εαυτό μου Dj. Το ότι έχω γνώσεις μουσικής δε με κάνει μουσικό. Είναι σαν το φαγητό: το ότι σου αρέσει πολύ να το τρως, δε σημαίνει ότι γνωρίζεις και πώς να το μαγειρέψεις σωστά.”

– Όταν ακούς ένα τραγούδι, για πρώτη φορά, ποιο είναι το πρώτο πράγμα που περιμένεις να φτάσει στ’ αυτιά σου για να πεις “μου αρέσει”; 

Ξεκάθαρα αυτό που θα μου κεντρίσει την προσοχή είναι ο ρυθμός, η γκρούβα όπως συνηθίζουμε να λέμε. Όταν ένα κομμάτι έχει ρυθμό που ξεσηκώνει και νιώθω μέσα μου τα μπάσα να χορεύουν με τον χτύπο της καρδιάς, έχεις βρει το ευαίσθητο σημείο μου.

-Πάντα είχα την αίσθηση πως μοιράζεις τη ζωή σου σε δύο πατρίδες. Μια είναι, προφανώς, η Ελλάδα, ποια χώρα ονομάζεις δεύτερη πατρίδα σου και γιατί;  

Δεν κάνεις λάθος, η αλήθεια είναι αυτή. Η ζωή μου, τουλάχιστον στην προ Covid εποχή, ήταν μοιρασμένη τα τελευταία χρόνια ανάμεσα σε Ελλάδα και Γαλλία. Κι αυτό γιατί, όπως πολύ σωστά λες, η Ελλάδα είναι η βάση μου. Από εκεί και πέρα, όμως, η Γαλλία είναι η επαγγελματική μου βάση, τα περισσότερα gigs μου λαμβάνουν χώρα εκεί όπου η βαλκανική μουσική είναι στα high της, οι φίλοι μου είναι πολλοί, ο κύκλος μεγάλος, άρα ακόμα και για επαγγελματικό λόγο να μη βρίσκομαι στο Παρίσι, σίγουρα θα ταξιδέψω για Σαββατοκύριακο για να δω αγαπημένα μου πρόσωπα. Αυτό μεταφράζεται σε μία φορά το μήνα, άρα υπό φυσιολογικές συνθήκες και αν έχω, έστω, ένα set, μπορείς να πεις ότι 12 φορές τον χρόνο βρίσκομαι εκεί.

-Ποιο είναι το πάρτι που έπαιξες μουσική και δεν θα ξεχάσεις ποτέ στη ζωή σου;

To πάρτι που σίγουρα μου έρχεται στα top 3 είναι όταν το καλοκαίρι του 2018 βρίσκομαι στην Πολωνία για tour. Είχαμε σταθμούς μας τη Βαρσοβία, την Κρακοβία, το Βρότσλαβ και το Λοτζ. Στην τελευταία πόλη παίζω στο Niebostan, ένα υπαίθριο μπαρ με πανέμορφη αυλή ειδικά διαμορφωμένη για το πάρτι. Δεν γνώριζα μέχρι τότε ότι η συγκεκριμένη πόλη έχει τους πιο θερμούς οπαδούς της βαλκανικής μουσικής! Το αποτέλεσμα ήταν ότι ξεκίνησα να παίζω στη 1:00 και σταμάτησα στις 7:30 το πρωί αφού με παρακάλεσαν να παίξω έστω ένα ελληνικό κομμάτι. Έτσι λοιπόν, δεδομένης της τρομερής ατμόσφαιρας, επέλεξα με χιουμοριστική διάθεση να παίξω τον Ζορμπά σ’ ένα remix με πνευστά, χωρίς να φανταστώ ποτέ ότι θα δω 600 άτομα που είχαν μείνει εκείνη την πρωινή ώρα, να είναι αγκαλιασμένα και να χορεύουν χοροπηδώντας Balkan συρτάκι. Φώναζαν συνθηματικά να μη σταματήσω ποτέ να παίζω μουσική. Είναι κάτι που δεν θα ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου.

-Ένας DJ θεωρείται, πια, μουσικός;

Εξ ορισμού μιλάμε για δύο διαφορετικά επαγγέλματα, δύο διαφορετικές ιδιότητες, με ίδιο αντικείμενο αλλά διαφορετική προσέγγιση. Κατά τη δική μου άποψη δεν μπορεί να είσαι ταυτόχρονα και τα δύο, μπορείς όμως να τα συνδυάσεις, μπορείς δηλαδή, εφόσον έχεις γνώσεις μουσικής, να προσεγγίζεις πλέον με διαφορετικό αυτί τις παραγωγές σου και τη μίξη σου αλλά και το αντίστροφο: σαν μουσικός να έχεις πλήρη γνώση του ρυθμού, ώστε να μπορείς να μιξάρεις. Καθετί όμως από την πλευρά του απαιτεί γνώση, άρα γι’ αυτό κι εγώ θεωρώ τον εαυτό μου Dj. Το ότι έχω γνώσεις μουσικής δε με κάνει μουσικό. Είναι σαν το φαγητό: το ότι σου αρέσει πολύ να το τρως, δε σημαίνει ότι γνωρίζεις και πώς να το μαγειρέψεις σωστά.

-Τι σου λένε όλοι αυτοί οι DJs που παίζουν μουσική χρησιμοποιώντας μόνο το laptop τους;  

Όπως ήδη ξέρεις, είμαι αρκετά παραδοσιακή σε αυτό το θέμα, παίζω ακόμα και τώρα με CDJs και τα CDs μου. Δεν κρίνω κανέναν για τον τρόπο με τον οποίο θέλει να κάνει τη δουλειά του, αν αυτός αισθάνεται ικανοποιημένος και με το αποτέλεσμα και με αυτό που ακούει. Αυτό που είναι απογοητευτικό, είναι ότι η τεχνολογία έχει κάνει τελικά πολύ εύκολη τη δουλειά του DJ από την άποψη ότι ο καθένας μπορεί να έχει πρόσβαση είτε με αυτοματοποιημένες επιλογές είτε με ένα πολύ basic πρόγραμμα, στη μίξη και αλλαγή κομματιών. Άρα η όλη φιλοσοφία χάνεται. Από την άλλη πλευρά, μέσω του laptop κι ενός controller ξεκλειδώνουν πολλές άλλες δυνατότητες που δίνουν άλλη ποιότητα στο set σου κι ένα πιο ιδιαίτερο, προσωπικό στυλ. Ας μείνουμε λοιπόν στη σωστή χρήση της τεχνολογίας κι ας δείξουμε τον σεβασμό που αναλογεί σε όλους τους DJs που κοπιάζουν για το σωστό αποτέλεσμα, ώστε να μην τίθεται πια θέμα βινυλίου / usb stick / laptop / cds αλλά θέμα επαγγελματισμού.