
κείμενος Γιάννης Παναγόπουλος //
Σίφνος – Πήρα το μονοπάτι από την Απολλωνία για τον Αρτεμώνα με το πόδι. Και βλέποντας ανθρώπους, σπίτια, τον απογευματινό ήλιο να αλλάζει χρώματα από λεπτό σε λεπτό, αναλογίζομαι ότι εκείνο που κάνει τη Σίφνο είναι φανερό από την πρώτη ματιά.
Λέξεις, λέξεις, λέξεις που πρέπει να γίνουν η μεγάλη εικόνα για όσα το μάτι πιάνει και το μυαλό μεταφράζει σε συναισθήματα.



-Μόλις έφτασα στην Πλατεία Χρυσόγελου. Ανηφορίζω. Στον Αρτεμώνα θα καθίσω να πιω κάτι. Θα δω τις φωτογραφίες που τραβώ δεξιά και αριστερά και μετά θα χαθώ στις λέξεις. Πρέπει να βρω εκείνη που ταιριάζει καλύτερα για το νησί.
Η Σίφνος δεν είναι απλή υπόθεση. Η αγγειοπλαστική παίζει ρόλο στην οικονομία της από τους κλασικούς χρόνους. Το νησί έχουν πατήσει δεκάδες ράτσες κατακτητών. Το πέρασμά τους που κάποτε μπορεί να προκάλεσε πόνο, παραμένει ενεργό στο σήμερα σε πιθανά και απίθανα σημεία του νησιού.

Όμως είμαι μόνο ένας απλός τουρίστας. Εντελώς “διάτρητος” στην ομορφιά της κυκλαδίτικης αρχιτεκτονικής του νησιού. Την ομορφιά του φωτός. Στην εξαίσια γαστρονομική άποψη που έχει αναπτυχθεί εδώ.

Περπατώ, φωτογραφίζω. Ο χρόνος φεύγει γρηγορότερα απ’ όσο υπολόγιζα. Στην πόλη ο χρόνος φεύγει αργά. Εδώ τρέχει. Και σαν διψασμένος που είδε όαση στη μέση ερήμου προσπαθώ να κάνω δική μου, όσο μπορώ δική μου, την αρμονία που αντικρίζω.
Αυτή είναι η λέξη που ψάχνω. Αρμονία. Μόλις έφτασα στα αρχοντικά του Αρτεμώνα και λίγο πριν πέρασα έξω από το Δημοτικό σχολείο του χωριού. Κάποια παιδιά μού είπαν να αγοράσω βότσαλα ζωγραφισμένα από εκείνα.

Η Σίφνος είναι όμορφη γιατί έδαφος, αρχιτεκτονική και άνθρωποι ζουν αρμονικά μεταξύ τους.

Ο ουρανός σκοτεινιάζει. Δεν φοβάμαι αν χαθεί το χρώμα που άφηνε ο ήλιος χτυπώντας σε σπίτια, αυλές, σώματα ανθρώπων. Θα κοιμηθώ λίγο (στη Σίφνο πάντα κοιμάμαι λίγο). Θα σηκωθώ νωρίς να δω το πρώτο φως του ήλιου μιας καινούργιας μέρας. Είμαι εδώ. Θα το χαρώ όσο μπορώ. Έντονα.

