Τα βραβεία Όσκαρ δεν τα πήγαν καλά τα τελευταία χρόνια. Η φθίνουσα δόξα τους έχει επισημανθεί από πολλούς, καθώς σημειώθηκαν πολυάριθμα φιάσκο και ακυρώσεις τηλεοπτικών τελετών που επιδεινώθηκαν από την πανδημία. Η Ακαδημία εκπροσωπώντας διαχρονικά το Χόλιγουντ και επικυρώνοντάς το, έχει γίνει υπόλογη σε μια βιομηχανία ψυχαγωγίας διαποτισμένη από μισογυνισμό και ρατσισμό (#Oscarssowhite).

Με τα χαμηλότερα ποσοστά τηλεθέασης από ποτέ το 2021, τα Όσκαρ χάνουν εμφανώς την αξιοπιστία και το κύρος τους στην παγκόσμια σκηνή – τα δύο στοιχεία που είναι τόσο αναπόσπαστα στη διαρκή ισχύ του.

Ίσως αυτό να εξηγεί μια κάποια εξέλιξη ως προς την επιλογή των ταινιών που ήταν υποψήφιες φέτος. Υπήρξε αύξηση στις διεθνείς υποψηφιότητες, μαζί με άλλες πρωτιές, συμπεριλαμβανομένης της πρώτης γυναίκας που προτάθηκε για καλύτερη φωτογραφία (Άρι Βέγκνερ, Η εξουσία του σκύλου).

Η εξουσία του σκύλου

Αυτό που είναι αξιοσημείωτο φέτος για τα Όσκαρ είναι ο αριθμός των μη αμερικανικών ταινιών που ήταν υποψήφιες σε περισσότερες κατηγορίες πέρα από την καθιερωμένη «καλύτερη διεθνή ταινία μεγάλου μήκους» – η οποία μέχρι το 2020 ονομαζόταν «καλύτερη ξένη ταινία». Τα Παράσιτα ήταν το πρώτο “ξενόγλωσσο” φιλμ το 2020 που κέρδισε το βραβείο της καλύτερης ταινίας, μαζί φυσικά με το βραβείο για την καλύτερη διεθνή ταινία υπερβαίνοντας τα μέχρι τότε καθιερωμένα πρότυπα της Ακαδημίας.

Παράσιτα

•Ξεπερασμένες (αναχρονιστικές) κατηγορίες
Η προβληματική φύση της κατηγορίας «καλύτερη διεθνής/ξένη ταινία» έχει επισημανθεί από πολλούς, παρατηρώντας τον αυθαίρετο τρόπο με τον οποίο ορίστηκαν αυτά τα βραβεία μέσω απλοϊκών κατηγοριοποιήσεων και κριτηρίων. Για παράδειγμα, το 2020, η νιγηριανή ταινία, Lionheart, αποκλείστηκε επειδή ήταν γυρισμένη κυρίως στα αγγλικά. Τα αγγλικά ωστόσο είναι η εθνική γλώσσα της Νιγηρίας μετά την ιστορία του αποικισμού από την πρώην Βρετανική Αυτοκρατορία.

Ο μακράν πιο προβληματικός χαρακτήρας της κατηγορίας διεθνών ταινιών είναι το πώς συντηρεί παλιές αντιλήψεις όπως ότι ο «παγκόσμιος κινηματογράφος» βρίσκεται έξω από το ελιτίστικο φάσμα του ευρωαμερικανικού κινηματογράφου. Αυτό διαιωνίζει μια αποικιακή κληρονομιά που συνεχίζει να στηρίζει την κριτική, τη θεωρία, την παραγωγή και τη διανομή ταινιών.

Η διεθνής κατηγορία ταινιών είναι ένα βραβείο Όσκαρ που για 60 χρόνια τόνισε τον κανόνα: ότι οι μη αγγλόφωνες, μη λευκές ταινίες που έγιναν από μη άντρες, δεν έχουν θέση σε έναν κριτικά καταξιωμένο καλλιτεχνικό κύκλο.

Φέτος, ωστόσο, ο επίμονος διαχωρισμός του «διεθνούς» από τις ευρωαμερικανικές ταινίες υπονομεύτηκε από το γεγονός ότι οι «διεθνείς» (μη αγγλόφωνες) ταινίες έχουν εμφανιστεί σε άλλες κατηγορίες, για παράδειγμα τα φιλμ Παράλληλες Μητέρες (Ισπανία), Flee (Δανία), The Worst Person in the World (Νορβηγία) και Drive My Car (Ιαπωνία), δείχνοντας μια αλλαγή στα γούστα των ψηφοφόρων.

Παράλληλες Μητέρες

•Το μέλλον των Όσκαρ
Έχουν αλλάξει τα γούστα των ψηφοφόρων; Το δημογραφικό προφίλ των ψηφοφόρων των Όσκαρ σίγουρα άλλαξε. Κάποτε τα μέλη της Ακαδημίας συνιστούσαν μια προνομιακή πλειοψηφία, από το 2020 όμως έχει αναβαθμιστεί και προωθηθεί η ιδέα της διαφορετικότητας. Τώρα τα μέλη είναι σε ποσοστό 45% γυναίκες και το 36% αποτελούν «υποεκπροσωπούμενες μειονότητες», στις οποίες 2.107 μέλη από τα 6.000 είναι «διεθνή». Αυτό εξηγεί πιθανώς την αξιοσημείωτη αλλαγή στις υποψηφιότητες που αμφισβητούν την κυριαρχία των ευρω-αμερικανικών ταινιών ως τον απαράβατο κανόνα. Οι γυναίκες, οι μειονότητες και οι μη Αμερικανοί κερδίζουν σταδιακά έδαφος. Ως εκ τούτου, τα αποτελέσματα των ψήφων τους αλλάζουν τα μέχρι τώρα δεδομένα.

Η Ακαδημία αναγκάζεται να αλλάξει προκειμένου να χωρέσει προοπτικές που προηγουμένως δεν είχε καν εξετάσει. Μετά από σχεδόν έναν αιώνα αντιλαμβάνεται επιτέλους τη σημασία που έχει το να απαρτίζεται από αντιπροσωπευτικά μέλη. Και έτσι, η δημοκρατία του διαδικτύου διαμορφώνει τη «δημοκρατία» των βραβείων Όσκαρ.

Η πλήρης έκταση αυτής της αλλαγής δεν είναι δυνατό γίνει αντιληπτή ακόμα, καθώς τα Όσκαρ εξακολουθούν να έχουν τις ρίζες τους σε πρακτικές εγωισμού και ματαιοδοξίας, όπως συνέβαινε πάντα. Εδώ όμως και τόσο καιρό, έχουν αρχίσει να εμφανίζονται οι ρωγμές από τις οποίες μπορεί να προκύψει ένα διαφορετικό και ποικιλόμορφο παγκόσμιο μέλλον. Ένα μέλλον που αναγνωρίζει και ευνοεί τις διαπολιτισμικές συνεργασίες που είναι τόσο απαραίτητες για την τέχνη του κινηματογράφου. Ένα μέλλον που εκτιμά την εξέλιξη και την αλλαγή, αντί να επιδιώκει να διατηρήσει τους διαχωρισμούς και την ευρωαμερικανική «νόρμα».