Γεννημένος το 1606, ο Ρέμπραντ έγινε εξαιρετικά επιτυχημένος ζωγράφος, όταν ήταν ακόμα είκοσι ετών. Κέρδισε χρήματα και έζησε μια άγρια και υπερβολική ζωή. Όταν έγινε πενήντα χρονών πτώχευσε. Έπρεπε να πουλήσει το σπίτι του και όλα τα όμορφα αντικείμενα που είχε συγκεντρώσει. Στον κόσμο των αξιοσέβαστων, συνετών Ολλανδών εμπόρων, η οικονομική του καταστροφή θεωρήθηκε επαίσχυντη – και, προφανώς, ήταν αποκλειστικά δικό του λάθος.

Γύρω από την εποχή της οικονομικής καταστροφής του, ο Ρέμπραντ ζωγράφισε μια αυτοπροσωπογραφία, φορτωμένη με μια ειλικρινή, βαθιά θλιβερή συνειδητοποίηση για τη δική του ανοησία και τρέλα: είχε την αίσθηση ότι δεν αξίζει τη συμπάθεια κανενός.

Προς το τέλος της ζωής του, ζωγράφισε έναν άλλο, πιο διάσημο χαρακτήρα που έχει συμπεριφερθεί με έναν χαρακτηριστικά αμφιλεγόμενο τρόπο.

Ο πίνακας απεικονίζει μια παραβολή από την Καινή Διαθήκη, γνωστή ως “Ο Άσωτος Υιός”. Ο γονατισμένος είναι ο άσωτος – με την έννοια του αδίστακτου. Πήρε τα χρήματα του πατέρα του, έφυγε και τα ξόδεψε όλα σε κρασί, γυναίκες και γλέντια. Ο άσωτος γιος αντιπροσωπεύει τον ίδιο τον Ρέμπραντ – την καταστροφή και τη ντροπή που έφερε μέσα του.

Η Επιστροφή του ασώτου υιού

Ο γιος αξίζει να τιμωρηθεί και να ταπεινωθεί. Αλλά αυτή δεν είναι η υποδοχή που παίρνει. Στον πίνακα, ο ηλικιωμένος πατέρας υποδέχεται τον γιο του με μεγάλη συμπόνια και ευγένεια. Αντί να τον αποδιώξει όπως του αξίζει, ο πατέρας τού προσφέρει αγάπη, ζεστασιά και τη συγχώρεση που χρειάζεται.

Η εικόνα μεταφέρει τη συγκινητική και πολύ οικεία συνειδητοποίηση του Ρέμπραντ σχετικά με την αληθινή φύση της αγάπης: αγγίζει τον ανόητο εγωιστή, τον αυτοκαταστροφικό, τον άνθρωπο που οδηγείται από τα πάθη του. Η αγάπη προορίζεται και για εκείνον που δεν έκανε τίποτα για να την αξίζει.

Ίσως η πιο συγκινητική δουλειά του Ρέμπραντ είναι ένας πίνακας με τίτλο “Το κήρυγμα του Ιησού”. Δεν απεικονίζει τη Γαλιλαία ή την Ιερουσαλήμ τον 1ο αιώνα μ.Χ. Αντ’ αυτού, το μήνυμα καλοσύνης δίνεται με ένα κήρυγμα σε ένα στενό δρομάκι μιας ολλανδικής πόλης, με άλλα λόγια, αφορά τους συγχρόνους του Ρέμπραντ.

Το κήρυγμα του Ιησού

Το μήνυμα μπορεί να συνοψιστεί στις λέξεις: «Σ ‘αγαπώ» και απευθύνεται κυρίως στους ανθρώπους που – την εποχή του Ρέμπραντ – θεωρήθηκαν (με κάποια αιτιολόγηση) ως ιδιαίτερα απεχθείς: είναι, μπορούμε να μαντέψουμε, κλέφτες, άστεγοι, αλκοολικοί, χρεοκοπημένοι, άνθρωποι του περιθωρίου, αλλά και τοκογλύφοι.

Εάν ο Ρέμπραντ δημιουργούσε αυτό το έργο σήμερα, ίσως ζωγράφιζε έναν πολιτικό που υποκινεί σύγκρουση, τον ιδιοκτήτη μιας εφημερίδας που θέτει το κέρδος πάνω από την αλήθεια, κάποιον που είναι περήφανος για τη χυδαιότητά του, έναν έμπορο όπλων, ένα ματαιόδοξο influencer ή το είδος του ατόμου που φαίνεται να παίρνει ικανοποίηση όταν ενοχλεί τους άλλους. Σε αυτούς απευθύνεται το μήνυμα της αγάπης. Η βασική αντίληψη του Ρέμπραντ είναι ότι ο καθένας χρειάζεται αγάπη. Αν περιμένουμε να είμαστε καλοί μόνο σε εκείνους που αξίζουν καλοσύνη, θα περιμένουμε για πολύ καιρό. Στην πραγματικότητα, θα έχουμε μετατραπεί εμείς οι ίδιοι σε τέρατα.