Άνθρωποι σε κίνηση, που γνωρίζουν τι θέλουν από τα καλοκαίρια τους. Άνθρωποι που μπαίνουν στη μνήμη τους και μας ξεναγούν σε προορισμούς της Ελλάδας που αγάπησαν, που δέθηκαν μαζί τους. Αν η Ελλάδα είναι όμορφη δεν μπορεί…. όμορφοι είμαστε κι εμείς. Η σχεδιάστρια κοσμημάτων Μαργαρίτα Μεϊτάνη επιστρέφει στην Ανάφη. Το νησί – σταθερό καλοκαιρινό ραντεβού της ζωής της.

-Πότε πήγες στην Ανάφη για πρώτη φορά;

-Για πρώτη φορά το 1985, με την ξαδέρφη μου την τελευταία βδομάδα των διακοπών μας. Πήγαμε γιατί η οικογένεια είχε εκεί κάποια κτήματα κληρονομιά από τη γιαγιά της γιαγιάς μου που ήταν Αναφιώτισσα κι είχαν ήδη αρχίσει να επισκέπτονται το νησί οι γονείς μας. Τότε δεν έπιανε το πλοίο στο λιμάνι, κατεβήκαμε με τις λάντζες.

-Ποια ήταν η πρώτη εικόνα που έχεις από το νησί σου;

-Όταν κάτσαμε με την ξαδέλφη μου τη Γαλάτεια στο καφενείο της Μαργαρίτας στο Κλεισίδι. Ήταν πρωί. Μπροστά μας, το απέραντο πέλαγος. Κάτω μια χρυσή παραλία με διάφανα νερά. Λίγο πιο πάνω από την άμμο δύο φοίνικες. Κοιταχτήκαμε με τη Γαλάτεια. Είχαμε μείνει. Πού είμαστε; Στον Παράδεισο; Γιατί ήρθαμε τώρα και όχι πριν από πολύ καιρό; Εδώ να μείνουμε για πάντα, γίνεται;

Από εκείνη την πρώτη μέρα ξέραμε ότι και του χρόνου και κάθε χρόνο για πολλά χρόνια θα ήμασταν εδώ. Δεν ξέραμε τότε ότι μετά από είκοσι χρόνια θα φέρναμε και τα παιδιά μας.

-Πόσο άλλαξε η Ανάφη από την πρώτη φορά που την επισκέφτηκες;

-Τότε η Ανάφη ήταν δικιά μας. Μην το λέτε ρε παιδιά πού πάμε το καλοκαίρι. Θα γεμίσει. Το λέγαμε όμως. Το είπαμε και το είπαν κι άλλοι. Κι άλλοι σε άλλους. Τα χρόνια κυλούσαν κι όλοι όσοι έρχονταν ήθελαν να ‘ναι η Ανάφη ΔΙΚΙΑ τους. «Εσύ πότε ήρθες για πρώτη φορα;»

Ήμασταν από τους πιο παλιούς. Την ξέραμε εμείς την Ανάφη. Την αγαπούσαμε. Κάθε καλοκαίρι που ξάπλωνα το σώμα μου στην άμμο μετά από έναν χειμώνα έλεγα: εδώ ανήκω. Εδώ είναι η θέση μου. Σ’αυτή τη γωνιά της γης.

Ναι, άλλαξε πολύ η Ανάφη. Έγιναν δρόμοι, η χώρα τριπλασιάστηκε σε μέγεθος από τα ενοικιαζόμενα.
Και κυρίως ο κόσμος. Το νησί είναι μικρό, μαθεύτηκε και γέμισε. Είναι φορές που στο Ρούκουνα δεν βλέπεις την άμμο από τις σκηνές. Δεν αντέχω πια να πηγαίνω όταν είναι έτσι. Όταν τα καταφέρνω πάω εποχές που δεν έχει τόσο κόσμο. Αυτό που δεν άλλαξε είναι η ενέργεια που σου δίνει αυτό το μέρος, κι αυτό το νιώθουν όλοι προφανώς, αλλιώς γιατί πηγαίνουν;

-Ποια ήταν η δυσκολότερη επιστροφή, από το νησί, στην Αθήνα;

-Όταν περνούσε πολύς καιρός που ήμασταν εκεί τα σώματά μας άρχιζαν να παίρνουν το χρώμα βράχων και της άμμου. Γινόμασταν ένα με το φυσικό περιβάλλον. Μ’ αυτή την έννοια κάθε επιστροφή ήταν δύσκολη. Πώς να κοιμηθείς μέσα σε τέσσερις τοίχους μετά την Ανάφη; Πώς να μπεις σε αυτοκίνητο όταν πήγαινες παντού μόνο με τα πόδια και κολυμπώντας;

-Ποια είναι η αγαπημένη σου γωνιά στο νησί;

-Ολόκληρη η Ανάφη είναι η αγαπημένη μου γωνιά σε τούτο τον κόσμο.

-Γράψε μας ένα στίχο για το νησί σου…

-Του Ελύτη «άμα βρεις το ερημονήσι όλα τ’άλλα είναι καπνός. Μια φορά να το’χεις ζήσει» Κι ένας δικός μου απ΄αυτούς που γράφω πάνω στα κοσμήματά μου: «Το σπίτι μου είναι η θάλασσα κι ο κήπος μου η αμμουδιά
Τ’ άστρα το σεντόνι μου και μουσική μου ο αέρας στην καλαμιά»

-Πότε είπες πως τελικά η Ανάφη είναι το νησί σου;

-Την πρώτη μέρα που πάτησα το πόδι μου εκεί.

-Τι είναι η Ανάφη για σένα;

-Η έμπνευσή μου.
Το καταφύγιό μου.
Το μέρος που όλα θεραπεύονται.
Η σκέψη της με βοηθάει να ξεπερνάω όλες τις δυσκολίες στη ζωή μου.
Ακόμα κι αν έχω πολύ καιρό να πάω.
Ακόμα κι αν έχει αλλάξει.
Η Ανάφη μου δεν θα αλλάξει ποτέ.

 

————————————————————————————-

Η Μαργαρίτα Μεϊτάνη είναι σχεδιάστρια κοσμημάτων. Τα κοσμήματά της λέγονται” χειρόγραφα ” γιατί πάνω σ’ αυτά χαράζει στίχους από ποιήματα και τραγούδια. Το εργάστήριο – μαγαζί βρίσκονται στο 30 της οδού Λέκκα στο Σύνταγμα.