Από την Αντιγόνη Καράλη //

Η γενιά του 1960 είναι μία ιστορική γενιά της μεταπολεμικής και σύγχρονης τέχνης στην Ελλάδα. Η ελληνική τέχνη ευθυγραμμίζεται για πρώτη φορά με τη διεθνή καλλιτεχνική πραγματικότητα. Τα ταξίδια και κυρίως η παραμονή καλλιτεχνών στο εξωτερικό, στην Ευρώπη, στη Ρώμη, στο Παρίσι, στο Βερολίνο και αλλού, βοηθούν στον συγχρονισμό των καλλιτεχνικών αναζητήσεων. Οι συγκεκριμένοι Ελληνες καλλιτέχνες συμμετείχαν σε διεθνή κινήματα, εν τη γενέσει τους και συγκαταλέγονται στο δυναμικό της διεθνούς εικαστικής σκηνής.

Εργο του Κυριάκου Κατζουράκη
Έργο του Κυριάκου Κατζουράκη

 

Σε αυτήν τη γενιά και στην επόμενη, αυτήν του ΄70, εστιάζει η καθιερωμένη θερινή έκθεση της Εθνικής Πινακοθήκης στο Παλαιό Σχολείο του Κάστρου, στη Σίφνο. Το θέμα της έκθεσης που εγκαινιάζεται απόψε και πραγματοποιείται για έβδομη φορά, μετά τη μικρή διακοπή της περσινής χρονιάς, είναι «Γενιά του ’60 – Γενιά του ’70. Από τις συλλογές της Εθνικής Πινακοθήκης». Περιλαμβάνει 23 έργα σύγχρονης τέχνης, διαφόρων μέσων και τεχνικών, που ανήκουν στους σημαντικότερους καλλιτέχνες αυτών των γενεών.

Για τη συγκεκριμένη έκθεση έχουν επιλεγεί μερικοί από τους πιο αντιπροσωπευτικούς καλλιτέχνες της κάθε γενιάς και πάντα σε σχέση με τις δυνατότητες των συλλογών του μουσείου μας.

Από την πρώτη γενιά των ανατροπών, της πρωτοπορίας και της συμπόρευσης με τα διεθνή κινήματα της σύγχρονης τέχνης παρουσιάζονται οι καλλιτέχνες Γιάννης Γαΐτης (1923-1984), Δανιήλ (Παναγόπουλος) (1924-2008), Βλάσης Κανιάρης (1928-2011), Χρίστος Καράς (1930), Νίκος Κεσσανλής (1930-2004), Στάθης Λογοθέτης (1925-1997), Παύλος (Διονυσόπουλος) (1930) και Κώστας Τσόκλης (1930). Στη δεύτερη γενιά του ’70 έχουν επιλεγεί οι Αλέξης Ακριθάκης (1939-1994), Δημήτρης Αληθεινός (1945), Βαγγέλης Δημητρέας (1934), Αχιλλέας Δρούγκας (1940), Μάκης Θεοφυλακτόπουλος (1939), Κυριάκος Κατζουράκης (1944), Μιχάλης Κατζουράκης (1933), Χρόνης Μπότσογλου (1941), Γιάννης Μπουτέας (1941), Δημήτρης Μυταράς, (1934), Σωτήρης Σόρογκας (1936), Αλέκος Φασιανός (1935), Γιάννης Ψυχοπαίδης (1945). Τα όρια των δύο διαδοχικών γενεών δεν είναι απόλυτα διακριτά.

Η πορεία και η εξέλιξη
Η έκθεση της Σίφνου παρουσιάζει τόσο την πορεία και τη διαδοχή των συγκεκριμένων γενεών, όσο και την εξέλιξη της σύγχρονης ελληνικής τέχνης, ενώ στην παρούσα συγκυρία, εξαιτίας της επέκτασης της Πινακοθήκης, δίνεται η δυνατότητα δανεισμού έργων εξαιρετικής ποιότητας.«Η επιλογή των έργων, συνειδητά καλύπτει τις κρίσιμες δεκαετίες του 1960 και του 1970, έτσι ώστε να παρουσιάζει ανάγλυφα τόσο τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των δύο σημαντικών γενιών στο ξεκίνημά τους, όσο και την εξελικτική πορεία της ελληνικής τέχνης στη διάρκεια του 20ού αιώνα, αλλά και τη διαδοχή των δύο γενιών» σημειώνει η επιμελήτρια, Δρ Λίνα Τσίκουτα. «Τα έργα είναι αντιπροσωπευτικά έργα των σημαντικών καλλιτεχνών, που εκπροσωπούν τις δύο γενιές. Οι επιλογές φυσικά είναι σε συνάρτηση με τις δυνατότητες και τις ελλείψεις των προσφερόμενων συλλογών της Εθνικής Πινακοθήκης». Στην εφετινή θερινή καλλιτεχνική συνάντηση της Σίφνου «παλαιότεροι και νεότεροι δημιουργοί, επιφανείς δάσκαλοι και λαμπροί μαθητές ξετυλίγουν ένα πολύμορφο και υψηλής ποιότητας πανόραμα του ώριμου ελληνικού μοντερνισμού» υπογραμμίζει η διευθύντρια Εθνικής Πινακοθήκης, Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτζου, Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα.Η γενιά του 1970 ακολουθεί την πορεία της τέχνης στην εποχή της, παρακολουθεί τις διεθνείς καλλιτεχνικές εξελίξεις, έχει μεγάλη σχέση με το Παρίσι και τη γαλλική κουλτούρα, επηρεάζεται από το κλίμα της δικτατορίας και της μεταπολίτευσης και δημιουργεί κινήματα και ομάδες, όπως αυτή των «Νέων Ρεαλιστών». Οι καλλιτέχνες της γενιάς του ’70 αναπτύσσουν νέες μορφοπλαστικές αναζητήσεις και πειραματισμούς. Το έργο τέχνης δημιουργείται μέσα από ιδιαίτερες διαδικασίες παραγωγής και πρόσληψης, συχνά με έντονο το στοιχείο της αποδόμησης. Η ιδέα είναι κυρίαρχη και προσλαμβάνει μεγαλύτερη αξία από το ίδιο το αντικείμενο.Την έρευνα και την επιμέλεια της έκθεσης (διάρκεια έως 30 Σεπτεμβρίου) έχει η επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης Δρ Λίνα Τσίκουτα.

 

Εργο του Δημήτρη Μυταρά
Έργο του Δημήτρη Μυταρά
Πηγή: www.ethnos.gr