του Γιάννη Παναγόπουλου //

Ο Φίλιππος Νικολάου βλέπει τον κόσμο με την πείρα ανθρώπου που μετρά πάνω από τέσσερις δεκαετίες θητείας στο ελληνικό τραγούδι. Μεγαλωμένος σε γειτονιά του Πειραιά, από εκείνες που τα αγόρια γίνονταν άνδρες συντομότερα από το κανονικό, επιστρέφει με λέξεις σαν εικόνες στη ζωή που έζησε και σε εκείνη που οι συνθήκες ζωής του αρνήθηκαν να ζήσει. Την Τετάρτη 5 Ιουλίου θα εμφανιστεί, πρώτη φορά, στο Βεάκειο. Θα πει όλα τα χιτ μιας εποχής που άλλοι λάτρεψαν. Άλλοι λατρεύουν να μισούν. Άλλοι αγνοούν. Άλλοι θεωρούν αξέχαστη.

-Σε λίγες μέρες θα δώσετε μια συναυλία σε ένα μεγάλο θέατρο. Πώς αισθάνεστε πριν από το γεγονός;

-Οι συνεργάτες μου και εγώ βρισκόμαστε σ’ έναν καλλιτεχνικό οργασμό. Από τα χέρια μου περνά όλο το πρόγραμμα που θ’ ακουστεί στο Βεάκειο. Ανάμεσα σε άλλα έχω και την ευθύνη της σκηνοθετικής ματιάς της συναυλίας. Είμαστε πάνω κάτω 40 άνθρωποι που δουλεύουμε για έναν σκοπό σκληρά. Σε ό,τι αφορά εμένα, τον Φίλιππο Νικολάου, απέναντι σ’ αυτό το πράγμα που διαμορφώνεται, η μεγάλη μου προσπάθεια είναι να διατηρήσω το επίπεδο συνέπειας που έχω όλα αυτά τα χρόνια και γνωρίζουν οι φίλοι μου. Δεν χρησιμοποιώ τον όρο θαυμαστές. Δεν μου αρέσει. Για τους ανθρώπους με τους οποίους μοιράζομαι τον επαγγελματικό μου αγώνα το “φίλοι” πάει καλύτερα.

-Είπατε πως έχετε τη σκηνοθετική επιμέλεια της συναυλίας σας. Γιατί χρησιμοποιείτε όρους θεάτρου στην περιγραφή προετοιμασίας μιας μουσικής παράστασης;

-Αφήστε με να σας το διευκρινίσω αυτό. Η “σκηνοθετική” ματιά είναι μια μεταφορά. Δεν έχει να κάνει με την κίνηση ή την χορογράφηση όσων θα συμβούν στο Βεάκειο. Η “σκηνοθεσία” γίνεται επί των ήχων, επί της σειράς των τραγουδιών που θ’ ακουστούν. Θεωρώ ως συντελεστές μιας μουσικής παράστασης τα ίδια τα τραγούδια και εμάς τους ανθρώπους τους εκφορείς των νοημάτων τους. Ναι, δίνω αυτή τη διάσταση στη μουσική.

-Εκπλήσσεστε με το μέγεθος της φαντασίας σας. Το ίδιο και με τον τρόπο που διαλέγετε τις λέξεις να περιγράψετε την προσέγγισή σας στη μουσική, στους ανθρώπους.

-Τα παιδικά μου χρόνια ήταν πολύ δύσκολα. Γεννήθηκα στην Αγιά Σοφία, στον Πειραιά. Ένα γκέτο φτώχειας. Εκεί δεν ήταν εύκολο να ανασάνεις, να βγάλεις κεφάλι πάνω από την επιφάνεια του τοπικού κατεστημένου που σε βύθιζε μόλις πήγαινες ν’ αναδειχτείς. Από παιδί είχα σκοπό να καταξιωθώ κοινωνικά, αφού πρώτα θα εφοδιαζόμουν με όλα εκείνα τα στοιχεία που θα με εξασφάλιζαν, να αναζητήσω κάτι περισσότερο από μια ζωή που αρχικά φάνταζε δεδομένη, αφόρητα συγκεκριμένη. Αυτή ήταν μια μυστική συμφωνία που έκανα με τον αυτό μου νωρίς. Την ακολούθησα. Στα 12 τελείωσα το δημοτικό. Και ενώ δούλευα σκληρά τέλειωσα νυχτερινό γυμνάσιο. Μετά πήγα στην Ανωτέρα Βιομηχανική Σχολή του Πειραιά. Από εκεί αποκόμισα όλον αυτό τον υποτιθέμενο δικό μας ελληνικό λεκτικό πλούτο που ο καθένας θα έπρεπε να κατέχει για να λέμε πως μιλάμε σωστά τη γλώσσα μας.

-Σε συνέντευξή σας στο Πρώτο Θέμα ανάμεσα σε άλλα – τα γλέντια με τον Ωνάση ή τις ζεϊμπεκιές που έριξε ο Νουρέγιεφ ακούγοντάς σας – είπατε πως δάσκαλός σας στην κιθάρα ήταν ο Δημήτρης Φάμπας. Ένας μύστης της κλασικής κιθάρας. Είστε οι επιλογές σας. Όλοι οι επιλογές μας είμαστε. Οι δικές σας έχουν υψηλό δείκτη επιλεκτικότητας. Γιατί διαλέξατε τον Φάμπα;

-Πάντα στόχευα στο πιο πλούσιο και πλέριο στοιχείο παροχής γνώσης. Όταν κάποια στιγμή, μπαίνοντας μέσα στη χωρία των μουσικών και των εκτελεστών μού είπαν μάθε και δύο–τρία ακόρντα να παίζεις, εγώ δεν ήθελα να μου τα δείξει ένας φίλος ή ο οποιοσδήποτε διπλανός. Αυτή ίσως είναι μια υποσυνείδητη ανάγκη μου. Ήθελα να βρω τον πρώτο στην κιθάρα για να με εισάγει στα μυστικά της. Όταν βρήκα τον Δημήτρη τον Φάμπα του ζήτησα να μοιραστεί μαζί μου κάτι από την τέχνη του. Ήθελε να ξεκινήσω με βάσεις τελείως κλασικές. Εγώ αυτά δεν μπορούσα να τα αποδώσω. Το μπόι μου δεν έφτανε ως εκεί. Πήρα κάποιες βάσεις, τις κράτησα και μετά διακριτικά τον ευχαρίστησα και έφυγα. Μου είχε δώσει όμως το έναυσμα. Μετά δεν χρειάστηκε να προχωρήσω στην κιθάρα, μπήκα στην ομάδα της Θωμαϊδας Ασλάνογλου. Μιας μέγιστης καλλιτέχνιδας της Λυρικής Σκηνής. Εκείνη διόρθωσε τη φωνή μου, την έφερε στο σημείο που θα μπορούσα να την χειρίζομαι.

 

<Ο παλμός της συγκίνησης είναι ο μέγιστος παλμός ύπαρξης του ανθρώπου. Όλα τα άλλα είναι παραμύθια

 

-Έχετε ζήσει στο προσκήνιο του ελληνικού τραγουδιού πολλές δεκαετίες. Έχετε μετανιώσει ποτέ για κάτι στην καριέρα σας;

-Όχι. Κάνοντας έναν απολογισμό στην καριέρα μου βλέπω πως ακόμα και τα δύσκολα τα οποία έρχονταν και βασίζονταν πάνω στις προκύπτουσες αντιθέσεις μεταξύ των ανθρώπων σε εργασιακό αλλά κι ευρύτερο κοινωνικό πεδίο, ήταν οι νύξεις που έπρεπε να προσλάβω εγώ, ακόμα και αν ένιωθα δυσφορία, για να διορθώσω των εαυτό μου απέναντι στα τεκταινόμενα.

-Το «διορθώνω τον εαυτό μου» είναι κάτι σχετικό. Θα ζητούσατε ποτέ βοήθεια από ψυχολόγο για να “διορθώσετε” κάτι; Το έχετε ήδη κάνει;

-Δεν χρειάστηκε να απευθυνθώ σε ψυχολόγο για να διορθώσω πράγματα στη ζωή μου και τον εαυτό μου. Ο δικός μου ψυχολόγος, ο δικός μου επιτακτικός ψυχολόγος που όριζε την αγωγή της θεραπείας μου ήταν η ίδια η ζωή. Με το πέρασμα του χρόνου, πολλών χρόνων, έμαθα να κάνω τον διαχωρισμό ανάμεσα στην άποψη που θεωρούσα σωστή γιατί απλώς με βόλευε και εκείνη που ήταν αληθινή και έπρεπε να αντιμετωπιστεί.

-Με όρους σταρ σύστεμ υπήρξατε είδωλο. Πώς κρατούσατε τις ισσοροπίες μέσα σας. Υπήρξαν καλλιτέχνες που κάηκαν από τη δόξα. Υπάρχουν καλλιτέχνες που μετά από ονειρικά ντεμπούτο απλώς ξεχάστηκαν. Εσείς πώς διατηρήσατε τη σχέση σας με την επιτυχία σε ισορροπία;

-Θα σας απαντήσω με ένα παράδειγμα. Το 1974 εγκαινίασα τα “Δειλινά” ένα μαγαζί χωρητικότητας 1200 ατόμων που, προφανώς, δεν είχαν κοινωνική ή μορφωτική ομοιογένεια. Εγώ δεν επιτρεπόταν τη στιγμή που ήταν θαυμαστές μου να κάνω διαχωρισμούς. Εκείνοι που κάθονταν στις πρώτες θέσεις ήταν οι ίδιοι άνθρωποι που αποτέλεσαν το πολιτικό μας προσωπικό, που ανέλαβαν την πολιτική μας οργάνωση. Κατάλαβα πως ακόμα και ανάμεσά τους υπήρχε ανταγωνισμός….

Τι τύπου;

-Ποιος είναι πιο αποδεκτός; Ποιος είναι πιο εμφανής; Σ’ αυτή την περίπτωση αυτό που διεκδικεί την τεκμηρίωση της ιδιαιτερότητας είναι η μάσκα όχι η ουσία. Η μάσκα λοιπόν ήθελε την ανάλογη συμπεριφορά από μένα. Την αρνήθηκα. Αν της υποκλινόμουν θα ήμουν ψεύτης. Εκείνη την περίοδο κάθε βράδυ είχα 1200 άτομα που με παρακολουθούσαν. Οι αντένες μου ήταν διαρκώς τεντωμένες παρακολουθώντας τους ανθρώπους. Ήταν μια περίοδος που με έκανε να καταλάβω πως οι μάσκες που φορούν οι άνθρωποι κυνηγώντας την επιδοκιμασία των άλλων προσποιούμενοι δεν ταίριαζαν με εμένα.

 

-Τι κάνατε γι’ αυτό;

-Τίποτε. Ήμουν και είμαι ένα είδος φιλικά διακείμενου ανθρώπου που προσπαθεί να απομονώσει τη σχέση του που αναπτύσσει με τον θαυμαστή του. Εστιάζω στη σχέση ισοτιμίας που μπορώ να αποκτήσω μαζί του. Δεν έχει σημασία η πρώτη καρέκλα ή η τελευταία. Όλοι είμαστε ίσοι.

-Το 1974 η μεταπολίτευση ήταν φρέσκια. Αυτό που μόλις είπατε θα μπορούσε να εκληφθεί κι ως πολιτική σκέψη;

-Δεν θεωρώ πως λέω κάτι καινούργιο. Από γενέσεως της πολιτικοποίησης ή της κοινωνικοποίησης αυτή η ιδέα είναι ενεργή και συχνά το ζητούμενο. Το θέμα είναι αν κάποιος μπορεί να αναγνωρίσει την απληστία που διέπει πολλούς και τελικά είναι περιττή. Υπάρχουν ζητούμενα της ανθρωπότητας που ξεπερνούν τις μικρότητες των ανθρώπων. Όλοι πρέπει να έχουν δικαίωμα στην τροφή. Όλοι πρέπει να έχουν δικαίωμα στη στέγη, στην παιδεία. Και αυτά είναι θέματα που ξεπερνούν τον στενό διάλογο της πολιτικής ή το αν συμφωνούμε ή διαφωνούμε για ένα θέμα. Όταν έχουμε πεινασμένους ανθρώπους κάτι πάει λάθος. Πρέπει να ανακαλέσουμε τη μεριστική διαχείριση που κάνουμε στη διανομή της τροφής. Το ίδιο και τη στέγαση, την παιδεία. Δεν είμαι χαρακτηρισμένος πολιτικά. Από όλα τα κόμματα έχω φίλους.

-Έχετε δακρύσει ποτέ στη σκηνή;

-Ναι. Και αυτό συμβαίνει όταν συντονίζομαι με το κλίμα της αίθουσας που τραγουδώ. Ή μέσα από την ερμηνεία στίχου τραγουδιού που με συντονίζει με το φαινόμενο της συγκίνησης. Ο παλμός της συγκίνησης είναι ο μέγιστος παλμός ύπαρξης του ανθρώπου. Όλα τα άλλα είναι παραμύθια.

 

ίνφο

-Ο Φίλιππος Νικολάου ερμηνευτής, συνθέτης και στιχουργός που αγαπήσαμε μέσα από κλασικά πλέον τραγούδια του εμφανίζεται για πρώτη φορά στο θέατρο Βεάκειο  την Τετάρτη 5 Ιουλίου.

Μαζί του μια εξαιρετική ορχήστρα μουσικών με μαέστρο τον Σταμάτη Χρήστου. Στο βιολί και τη φωνή συνοδεύει η Μαρία Λάρο.

Καλεσμένος του γι’ αυτή ειδικά τη βραδιά ο σπουδαίος Μίμης Πλέσσας στο πιάνο που μαζί του θα ερμηνεύσει τραγούδια από την συνεργασία τους.

Συμμετέχουν το σεξτέτο μπουζουκιών του Γιάννη Λαμπράκη
και η νεανική χορωδία του Σπύρου Λάμπρου.
Ώρα έναρξης 21.30

Τιμές εισιτηριών : 13€ τα 500 πρώτα. Γενική Είσοδος 15€

ΠΡΟΠΩΛΗΣΗ
TICKETSERVICES- Εκδοτήριο Πανεπιστημίου 39
Τηλεφωνικές παραγγελίες 2107234567. Online: www.ticketservices.gr
PUBLIC. Online : tickets.public.gr
Εκδοτήρια ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ τηλέφωνο 210 4143210