Του Γιάννη Παναγόπουλου //

Την περασμένη εβδομάδα στο Παγκράτι, στη hip πλευρά του, εκείνη που είναι μεσοτοιχία με το Μετς, πέρασα από νέο μπαρ, μηνών υπόθεση, που μου είχαν φάει τα αυτιά πως είναι ένα από τα καλύτερα new entry της πόλης. Εξαρτάται τι θεωρούμε “καλύτερο” σ’ αυτή την πόλη αλλά αυτό δεν είναι το θέμα τώρα. Απόγευμα Κυριακής, μπήκα μέσα, οι περισσότεροι θαμώνες πίναν τσάι, τα γκαρσόνια ήταν ντυμένα ομοιόμορφα και στην μπάρα, επειδή δεν υπήρχε χώρος από μέσα να χωρέσουν και μπάρμαν και D.J. είχαν φτιάξει άμβωνα στον τοίχο όπου ο κρεμασμένος D.J. έπαιζε μουσική. Θεέ μου. Την ώρα που μπήκα μέσα έπαιζε το My Baby Cares for Μe της Νίνα Σιμόν και δύο τρία τραγούδια μετά έπαιξε το “Suspicious Minds” του Έλβις. Κάπου εκεί μου άναψαν τα λαμπάκια. Άδειασα την κούπα με το τσάι βιαστικά και είπα…ωραία, μια χαρά, αλλά να φύγω. Το θέμα δεν ήταν ο Έλβις. Ο εξ άμβωνος D.J. κοιτούσε το κοινό που έπινε τσάι με μάτια ανάμεσα στο είμαι κουλ, αλλά δεν μ’ αρέσει που είμαι κρεμασμένος σαν απλίκα στον τοίχο και οι πότες του τσαγιού απλά περίμεναν να τελειώσει και αυτή η Κυριακή. Είναι μερικές φορές που η Δευτέρα είναι πιο σέξι από τις Κυριακές τα απογεύματα.

Στην Αθήνα το λες καλή φάση. Τουλάχιστον αρχικά. Κάθε μπαρ, κάθε καφέ – μπαρ, σχεδόν κάθε ρεστοράν να προβλέπει και θέση εργασίας για D.J. Αυτό στη Βαρκελώνη ας πούμε δεν υπάρχει. Υπάρχουν συγκεκριμένα μαγαζιά που έχουν D.J. Και σε πολλά από αυτά δεν υπάρχει καν μουσική. Και στην Κωνσταντινούπολη αυτό δεν παίζει, που πήγα πρόσφατα και στο Βερολίνο το ίδιο που πήγα λίγο παλιότερα. Επαναλαμβάνω όμως είναι καλό που υπάρχει D.J. Σε κάθε μαγαζί στην Αθήνα το θέμα είναι τι θέλουν οι D.J. από τον εαυτό τους και φυσικά το τι θέλει η κορόνα του μαγαζιού, ο ιδιοκτήτης, από το προσωπικό του.

Ας μείνουμε μόνο στη μουσική. Τις προάλλες βρέθηκα στα μπαρ της Πλατείας Μαβίλη. Δεν λέω, μια χαρά το μαγαζί και με ιστορία και με όμορφη διακόσμηση. Είχα τελειώσει κάτι δουλειές στην περιοχή και είπα να πιω μια μπύρα. Στήθηκα στο μπαρ, παρήγγειλα μια Weiss και κοιτώντας στο μέρος του D.J. είδα έναν που μάζευε τα C.D. του και έναν άλλο που ταυτόχρονα έστηνε το lap top του. Τους lap top D.J. δεν τους θεωρώ D.J. Αλλά αυτό είναι δικό μου πρόβλημα. Το πρόγραμμα ξεκινά με το “The Only One I Know” των The Charlatans. Το ακούω και μια στραβή γουλιά μπύρας κάθεται στο λαιμό μου. Όχι ρε πούστη. Δεν βλέπω τίποτα ρομαντικό, δεν υπάρχει έστω μια παρανυχίδα καλταδούρας στο ν’ ακούω γι’ ακόμα μια φορά ένα κομμάτι που από τη χρονιά, 1990, που κυκλοφόρησε ακούγεται διαρκώς στα μπαρ της Αθήνας. Στον ίδιο χώρο, το περιστατικό μακράς διάρκειας. Δύο τρία τραγούδια μετά ακούστηκε και το “The First of the Gang to Die” του Morrissey και μετά το “Are We Human” των Killers. Κάπου εκεί σήκωσα τα χέρια ψηλά. Πλήρωσα, έφυγα.

Δεν λέω, το λέω ξανά, καλή φάση είναι να έχει κάθε γωνιά εστίασης και τον D.J. της αλλά για μισό λεπτό η μουσική δεν είναι προτηγανισμένη πατάτα να τη βάλεις σε καυτό λάδι να ζεσταθεί πριν την σερβίρεις σε τραπέζι.

Δεν ξέρω αν συμβαίνει και σ’ εσάς αλλά κάθε φορά που δάχτυλο ακουμπήσει το κουμπί “Play” στα παρακάτω τραγούδια, μόνο αν υπάρχει περίπτωση φλερτ μένω. Αυτά είναι τα τραγούδια που δεν θέλω ν’ ακούσω ξανά σε μπαρ της Αθήνας.

1. The Charlatans- The Only One I Know

2. Pachanga Boys-Time (Tong & Rogers Edit)

3. Elvis – Suspicious Minds

4. Thievery Corporation -Amerimacka

5. Max Romeo & The Upsetters – Ι Chase the Devil

6. Mark Ronson – Stop Me (Ναι το παίζουν ακόμα).

7. Mulatu Astatke – Yegelle Tezeta

8. Nicolas Jaar And I Say (Xinobi Edit)

9. Parov Stelar – The Priness

10. Nina Simone – My Baby Just Cares for Me