Aπό τον Αλέξανδρο Παναγόπουλο //

 

Aggelos 7Σε μία εποχή που ο βαθμός απαξίωσης όχι μόνο του πολιτικού προσωπικού της χώρας αλλά, κυρίως, του συνόλου των δομών της ελληνικής οικονομίας – το παραγωγικό της μοντέλο, ο δημοσιονομικός εκτροχιασμός, τα φαινόμενα διαφθοράς και τα αλλεπάλληλα σκάνδαλα – όπως βέβαια και οι επιβαλλόμενες πολιτικές λιτότητας, περιορίζουν και αναστέλλουν την οικονομική δραστηριότητα, δημοσιεύεται μία σημαντική μελέτη που επιχειρεί την ιστορική προσέγγιση του τουριστικού φαινομένου στην Ελλάδα. Πρόκειται για μία καθοριστική συμβολή στις προσπάθειες κατανόησης του τουρισμού, του προνομιακού αυτού κλάδου που εξακολουθεί να αποτελεί βασικό στήριγμα της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας στα χρόνια της κρίσης. Η μελέτη αυτή είναι καρπός της επίπονης έρευνας του ιστορικού και κοινωνικού επιστήμονα Άγγελου Βλάχου, ο οποίος έχει ήδη διαγράψει μία πολύ αξιόλογη πορεία ως σύμβουλος επί θεμάτων τουριστικής πολιτικής στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

Πέρα από το γεγονός ότι το βιβλίο έρχεται να καλύψει ένα σημαντικό κενό στην ιστοριογραφία της νεότερης και σύγχρονης κοινωνικής και οικονομικής ελληνικής ιστορίας, η σημασία του εντοπίζεται παράλληλα στην προσπάθεια να προσδιοριστεί και να αναλυθεί ο τουρισμός συνολικά, ως ένα σύνθετο και πολυδιάστατο φαινόμενο κάτι που μαρτυρά και ο τίτλος του: Τουρισμός και δημόσιες πολιτικές στη σύγχρονη Ελλάδα, 1914-1950. Η ανάδυση ενός νεοτερικού φαινομένου. Εκείνο που ο Α. Βλάχος επιχειρεί να αναδείξει είναι πως ο τουρισμός δεν συνιστά μονάχα μία ταξιδιωτική εμπειρία, ούτε μία σταθερή και αυτονόητη έννοια, αλλά ένα φαινόμενο που συγκροτείται στη βάση θεσμικών, υλικών και οργανωτικών προϋποθέσεων, συγκεκριμένων πολιτικών και διαδικασιών που διαμορφώνονται ιστορικά και στις οποίες συμμετέχει πληθώρα κοινωνικών υποκειμένων αλλά και φορέων, οργανισμών και υπηρεσιών.

Aggelos 2 Aggelos 3Στο πλαίσιο αυτό συγκροτεί μία χρονικότητα (1914-1950) εντός της οποίας εμφανίζονται, μεταμορφώνονται, μεταβάλλονται, εμπεδώνονται, συγκρούονται, προκύπτουν και αναστέλλονται πρωτοβουλίες από την πλευρά του κράτους στην κατεύθυνση ενθάρρυνσης κι ενίσχυσης, σε πρώτη φάση του περιηγητισμού, και στη συνέχεια του τουρισμού. Όχι όμως ως μία γραμμική πορεία στον χρόνο αλλά ως διακριτά επεισόδια πλαισιωμένα από τα γεγονότα και τις συνθήκες της εποχής τους (Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, Μεσοπόλεμος, δικτατορία Μεταξά, Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, Εμφύλιος).

Aggelos 4 Aggelos 6Ο Α. Βλάχος βλέπει την ανάδυση του τουρισμού ως πράξη πολιτική, με τη στενή και την ευρεία έννοια του όρου, σχεδιασμένη «από τα πάνω» και άμεσα συνδεδεμένη με τον ρυθμιστικό ρόλο του κράτους και τις οικονομικές ελίτ της χώρας. Παρακολουθεί τις προσπάθειες των ελληνικών ηγέτιδων τάξεων να συνομιλήσουν με το ευρωπαϊκό και διεθνές πλαίσιο διαμόρφωσης πολιτικής για τον τουρισμό ανοίγοντας έναν ευρύ κύκλο θεματικών: τις απαρχές των κρατικών δράσεων την περίοδο του Μεσοπολέμου, τη δημιουργία των πρώτων σχετικών θεσμών (Γραφείο-Υπηρεσία Ξένων και Εκθέσεων, Ε.Ο.Τ.-1927-1929), την εξέταση του ιταλικού και ισπανικού παραδείγματος σχεδιασμού τουριστικής πολιτικής, τις διαφορετικές εννοιολογήσεις του τουρισμού κατά τη δεκαετία του 1930, τους μετασχηματισμούς και τα νέα δεδομένα που προέκυψαν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τον καθοριστικό ρόλο του αμερικανικού παράγοντα στη μεταπολεμική περίοδο.

Aggelos 5Πλάι σ’ αυτές, προσεγγίζονται καθοριστικές όψεις του τουριστικού φαινομένου όπως η σημασία των τεχνικών υποδομών (δημόσια έργα, συγκοινωνίες-μεταφορές), ο ρόλος της ξενοδοχειακής κοινότητας και της σχέσης της – ως επαγγελματικής συντεχνίας – με την πολιτεία, το ζήτημα της χρηματοδότησης της ξενοδοχειακής πίστης, η διαχείριση των κονδυλίων για την τουριστική πολιτική στο πλαίσιο του Σχεδίου Μάρσαλ και η συνακόλουθη “…αμερικανική απαίτηση…” να στραφεί η ελληνική οικονομία στο εξής στον τομέα των υπηρεσιών και της αξιοποίησης του φυσικού πλούτου της χώρας έναντι του κοστοβόρου βιομηχανικού σχεδιασμού, στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου. Σε συνάρτηση με τον πλούτο των πληροφοριών που προέρχονται από τον εντυπωσιακό όγκο πρωτογενούς και δευτερογενούς υλικού που αξιοποίησε ο Α. Βλάχος βρίσκεται και η μεγάλη συμβολή του βιβλίου. Στο ότι δηλαδή δεν διαβάζεται μόνο ως ιστορία του τουρισμού αλλά ως εν γένει ιστορία της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας τής υπό εξέταση περιόδου, ως συνθετικό εγχείρημα που φωτίζει άγνωστες έως σήμερα όψεις του δημόσιου βίου και διασταυρώνεται με την ιστορία της τεχνολογίας, των νοοτροπιών, των θεσμών, της επιχειρηματικότητας και των διεθνών σχέσεων.

 

Ο συγγραφέας μάς απάντησε στις παρακάτω ερωτήσεις

aggelos anoigma

– Πώς μπορεί μία ιστορική μελέτη για τον τουρισμό να μας βοηθήσει να τον κατανοήσουμε ως φαινόμενο στο παρόν του;   

Ως και σήμερα, το έλλειμμα γνώσης μας για το παρελθόν ενός φαινομένου τόσο οικείου σε όλους μας, αλλά και τόσο μακρινού στην κατανόησή του, φανταζει απίστευτο. Οι διακοπές φερ’ ειπείν του καλοκαιριού, φαντάζουν τόσο εμπεδωμένα αυτονόητες στο νου μας, παρεμποδίζοντας ερωτήματα για το πότε και πώς οι άνθρωποι γύρω μας ξεκίνησαν μαζικά να ταξιδεύουν. Παρακολουθώντας τη διαδρομή ενος -νεοτερικού- φαινομένου, πέρα και πίσω από τη ‘Μεγάλη Ιστορία’ των πολιτικών γεγονότων του 20ου αιώνα, μπορούμε να αξιολογήσουμε με ένα αλλο πρίσμα την τρέχουσα κατάσταση. Να κατανοήσουμε, λ.χ. τη μορφή που πήρε η ελληνική ξενοδοχία, τις δομικές δυσλειτουργίες που ταλανίζουν τον τουρισμό ως σήμερα, τον ρόλο των δημόσιων θεσμων (ΕΟΤ, Υπουργείο Τουρισμού, κ.α.), τα οικονομικά συμφέροντα πίσω απο το πολυσχιδές φαινόμενο, το περιεχόμενο της διαφημιστικής προβολής του ελληνικού τουριστικού προϊόντος διαχρονικά, την προνομιακή εκμετάλλευση επιμέρους περιοχών της χώρας, το πλαίσιο αξιοποίησης του πολιτιστικού αποθέματος. Να δούμε, εν τέλει, μεγάλες ευκαιρίες που χάθηκαν για μια βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη υψηλών προδιαγραφών.

 

– Η στενή σύνδεση του τουριστικού φαινομένου με τον ρυθμιστικό ρόλο του κράτους φαίνεται να ευνόησε ιστορικά συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες; 

Ενδιαφέρουσα ερώτηση! Θα έλεγα πως η τουριστική δραστηριότητα, περιφερειακή για το κράτος και περιθωριακή για το ελληνικό κεφάλαιο για πολλές δεκαετίες, φέρνει εν πολλοίς στην επιφάνεια στις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα νέες κοινωνικές ομάδες. Πέρα απο τις παραδοσιακές οικονομικές ελίτ, αναδύονται νέοι οικονομικοί παίχτες. Το κράτος, αναμφισβήτητα, παίζει διά πράξεων ή και παραλείψεων, κρίσιμο ρόλο σ’ αυτό. Αφενός, ευνοείται για μια σειρα λόγων η μικρή επιχειρηματικότητα – το βλεπουμε πληθωρικά αυτό παντού στην περιφέρεια, αφετέρου, δημιουργείται μια νέα ομάδα με άξονα το κατάλυμα που ισχυροποιείται διαρκώς στο οικονομικό γίγνεσθαι. Στον καιρό της αποβιομηχάνισης, ο τουρισμός πρόδηλα εξελίσσεται στον βασικό παραγωγικό πυλώνα της χώρας. Τι άλλο, εξάλλου, μπορεί να σημαίνει η μόλις πρόσφατα εγκαθιδρυμένη πρωτοκαθεδρία του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) ως κοινωνικού εταίρου της Πολιτείας έναντι του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (ΣΕΒ) που μονοπωλούσε τη θέση αυτή για σχεδόν έναν αιώνα;

 

– Στα συμφραζόμενα της κρίσης που τείνει να γίνει καθεστώς, ποιες πρέπει είναι κατά τη γνώμη σας οι προτεραιότητες της ελληνικής τουριστικής πολιτικής; 

Αν ο τουρισμός συνιστά, κάποιας μορφής, ‘βιομηχανία’, κατά την έκφραση του B. Amengual (1903), τότε το αίτημα ορθολογικής ρύθμισης παραμένει επίκαιρο. Κατά την άποψή μου, όχι στη μορφή ενός παρωχημένου κρατισμού, αλλά ως αναγκαιότητα διαρκούς επαναρρύθμισης ενός μεταβαλλόμενου πλαισίου. Για να σας το αρθρώσω σε απλά ελληνικά: τι κάνεις με το θέμα των Airbnb καταλυμάτων ή με τις δικτυακές πλατφόρμες μέσω των οποίων διακινείται ολοένα αυξανόμενος αριθμός επισκεπτών; Πώς ενσωματώνεις νέες, δυναμικές αγορές, όπως η ασιατική; Μέσα από ποιες πρόνοιες συνδέονται οι αερομεταφορές με τον τουρισμό (σε μια χώρα που η πρόσβασή της βασίζεται κατά 69% – το 2015 – στην εναέρια διακίνηση); Αναμφίβολα, η απλοποίηση των διαδικασιών τουριστικής αδειοδότησης που ορθά εισάγει αυτές τις μέρες η κυβέρνηση, οφείλει να συνδυάζεται με πολλαπλασιασμό των ελέγχων στις παρεχόμενες υπηρεσίες. Δομικά, ωστόσο, δύο ειναι κατά τη γνώμη μου τα διαχρονικά δυσεπίλυτα αιτήματα: – η ενίσχυση της εικόνας της χώρας (branding), η οποία θα αναβαθμίσει τη μορφή της επισκεψιμότητας από το εξωτερικό ενισχύοντας το αποτύπωμα της καταναλωτικής δαπάνης (=έσοδα), και επίσης – η άρση της εποχικότητας, δηλαδή, η διεύρυνση της τουριστικής περιόδου – με διάφορους τρόπους. Δεν μπορεί η χώρα (οι επιχειρήσεις, οι εργαζόμενοι αλλά και το κράτος) να στηρίζεται σε 45 μέρες ενεργής σαιζόν για να επιβιώσει μια ολόκληρη χρονιά..

 

 

O Άγγελος Φ. Βλάχος (PhD, Παν/μιο Αθηνων) κινείται μεταξύ της τουριστικής αγοράς και της Academia, ως εμπειρογνώμονας σε θέματα τουριστικής ανάπτυξης και ως επαγγελματίας ιστορικός, διεκδικώντας έναν υβριδικό ρόλο. Ερευνητικά, ενδιαφέρεται κυρίως για ζητήματα δημόσιας πολιτικής και ιστορίας του τουρισμού, καθώς και για όψεις της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας (20ος αι.). (angelos_vlachos@yahoo.gr)