Γράφει ο Νικηφόρος Γκολέμης //

 

Δύσκολη η ανασκόπηση της εβδομάδας. Τι είδους απολογισμό να κάνεις μετά από τέτοια πρωτοφανή τραγωδία; Πώς θα βρεις τον σωστό τόνο, το ενδεδειγμένο ύφος, πώς θα κρατήσεις τις ισορροπίες, ώστε να μιλήσεις για 88 ανθρώπους – και η καταμέτρηση δυστυχώς συνεχίζεται – που δεν βρίσκονται πια στη ζωή και δεν μπορούν να καταθέσουν τη δική τους οπτική; Υπάρχει κάτι που θα απαλύνει τον πόνο των συγγενών των θυμάτων, οι οποίοι πέραν της απώλειας έχουν να αντιμετωπίσουν και την ψυχοφθόρο διαδικασία αναγνώρισης και παραλαβής μιας απανθρακωμένης σωρού; Τι μπορεί να πει κανείς στον πατέρα που έχασε τις δύο κόρες του και στη γυναίκα που έχασε σύζυγο και παιδιά μέσα σε λίγες ώρες;

Το ανθρώπινο δράμα που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας διαθέτει αδιαμφισβήτητα μια ξεχωριστή δυναμική, δεν αποτελεί ωστόσο τη μοναδική διάσταση του συμβάντος. Όπως συμβαίνει πάντοτε σε μεγάλες καταστροφές, η αναζήτηση των ευθυνών «τρέχει» παράλληλα με το πένθος – κι αυτό είναι κάτι που κρύβει πολλές παγίδες. Την πρώτη «μπανανόφλουδα» την πάτησε ο (συνήθης ύποπτος) ΥΕΘΑ Πάνος Καμμένος, επιρρίπτοντας τις ευθύνες στα θύματα που «παρανόμησαν», χτίζοντας στο Μάτι το ένα αυθαίρετο μετά το άλλο. Τη βολική αυτή εκδοχή μάλιστα «σιγόνταραν» και διάφορα φιλοκυβερνητικά μέσα, τα οποία φιλοξένησαν δηλώσεις διαφόρων αρμοδίων (επιστημόνων και μη) περί πολεοδομικού εγκλήματος και αυθαιρεσιών. Η έτερη παγίδα «στήθηκε» από την αντιπολίτευση, η οποία μετρούσε τις ώρες και τα λεπτά, περιμένοντας την πρώτη κυβερνητική παραίτηση για να αρχίσει το blame game, αλλά έμεινε σαν άλλος Εστραγκόν και Βλαντιμίρ με το… ρολόι στο χέρι. Γιατί ο Γκοντό δεν έρχεται ποτέ.

Με τόσους πρόθυμους στα… κάγκελα για «σαφάρι» ευθυνών και τη λίστα των υποψηφίων υπευθύνων να μεγαλώνει διαρκώς, ο στόχος για τον κρατικό μηχανισμό επιτυγχάνεται πλήρως: Καταλήγοντας σε συμπεράσματα του τύπου «φταίμε κι εμείς, φταίτε κι εσείς, φταίει κι ο Χατζηπετρής» και επιμερίζοντας την όλη ευθύνη μεταξύ των προσώπων, αίρονται οι όποιες αιτιάσεις αναφορικά με τον προσανατολισμό και την κατεύθυνση που βαδίζει το ελληνικό κράτος. Έχουμε πολλάκις αναφερθεί από αυτή τη στήλη για το failed state που ονομάζεται Ελληνική Δημοκρατία. Το γεγονός ότι ο Έλληνας πολίτης τη μία χρονιά πνίγεται στα μπαζωμένα ρέματα και την άλλη καίγεται ζωντανός είναι μία σοβαρή ένδειξη αποτυχίας, αλλά δεν αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντα που οδηγεί στην εν λόγω διαπίστωση. Το ελληνικό κράτος καθίσταται αποτυχημένο και μη λειτουργικό κυρίως από τις προτεραιότητες που βάζει και τους εντολείς που επιλέγει να υπηρετήσει.

Το ελληνικό κράτος λοιπόν δεν μπορεί να εκπονήσει ένα πολεοδομικό σχέδιο για να μην πέφτουν οι διαφεύγοντες την πυρκαγιά πάνω σε μάντρες, αλλά μπορεί να συναλλάσσεται με τον κάθε μεγαλοεργολάβο, να χαρακτηρίζει και να αποχαρακτηρίζει τις δασικές εκτάσεις κατά το δοκούν και να προωθεί εκχερσώσεις, μπαζώματα και παράνομη δόμηση. Το ελληνικό κράτος δεν έχει τους οικονομικούς πόρους για να καλύψει τις ανάγκες του Πυροσβεστικού Σώματος σε έμψυχο δυναμικό και στόλο, αλλά πηγαίνει πρώτο – πρώτο στον Τραμπ να αγοράσει τις αναβαθμίσεις για τα F – 16 και δεν παραλείπει κάθε χρόνο να «πιάνει» τον νατοϊκό στόχο του 2% στις στρατιωτικές δαπάνες. Το ελληνικό κράτος δεν δραστηριοποιείται ενεργά για την προστασία των πολιτών του, διότι η πολιτική του ηγεσία έχει θέσει εδώ και χρόνια άλλες στοχεύσεις. Η πρόληψη των καταστροφών και το δικαίωμα του πολίτη να μην κινδυνεύει να καεί ζωντανός σε όποιο μέρος της ελληνικής επικράτειας κι αν βρίσκεται δεν αποφέρουν, βλέπετε, κάποιο οικονομικό όφελος, ούτε ικανοποιούν αυτούς που μοιράζουν την εξουσία στους ντόπιους κοινοτάρχες. Αντίθετα, η εκδούλευση στους κρατούντες, η απουσία σοβαρής κρατικής δομής και η μετατροπή της ελληνικής επικράτειας σε μια ευρωπαϊκή αποθήκη προσφύγων – μεταναστών – Μ.Κ.Ο. – όλοι μαζί για την καταστροφή «πουλάει» πολύ καλύτερα στη διεθνή σκηνή. Στο μεσοδιάστημα, το κράτος προσπαθεί να καλύψει την ανυπαρξία του και να πουλήσει εκσυγχρονισμό με νομοθετήματα – πυροτεχνήματα, με φιέστες γραβατωμένου πρωθυπουργού και success stories που δεν πείθουν ούτε τον πλέον αφελή.

Και με 10.000 ρασοφόρους δημοσίους υπαλλήλους να δείχνουν τον δρόμο προς την απόλυτη αδράνεια, κηρύττοντας ότι για αυτά που μας συμβαίνουν «φταίει το ζαβό το ριζικό μας – φταίει ο Θεός που μας μισεί». Το μήνυμα σαφές: Δεν μπορούμε να αλλάξουμε κάτι, δεν υπάρχει κάποιο πρόβλημα στην κρατική δομή που βρίσκεται πάνω από το κεφάλι μας, ο θεός είναι αυτός που μας έχει σε… δυσμένεια λόγω των αμαρτημάτων μας! Τουλάχιστον υπάρχουν και οι Αμβρόσιοι να δείχνουν το πραγματικό πρόσωπο της χριστιανικής πίστης και να διαλύουν τα όποια μυθεύματα περί «αγάπης» και μη ύπαρξης «θεού – τιμωρού». Όσο η επίσημη Εκκλησία δέχεται την Παλαιά Διαθήκη ως αναπόσπαστο κομμάτι της χριστιανικής πίστης, δεν δικαιούται να διαμαρτύρεται για τις τοποθετήσεις του Αμβρόσιου. Κι όσο μας μισεί ο θεός και μας στέλνει φωτιά να μας κάψει, όσο ψάχνουμε την ευθύνη στα πρόσωπα (είτε αυτά που κυβερνάνε, είτε αυτά που χτίσανε καταμεσής του δάσους), πιστεύοντας αφελώς ότι το «ανακάτεμα» της σημαδεμένης τράπουλας θα φέρει διαφορετικό αποτέλεσμα, το ρολόι θα μετράει αντίστροφα για την επόμενη Μάνδρα και το επόμενο Μάτι. Ίσως μέχρι τότε μας λυπηθεί ο θεός και κάνει κάποιο μεγάλο θαύμα – όπως αυτά που έκανε στη φωτιά και άφησε τις εικόνες άθικτες.

«Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα,

προσμένουμε, ίσως, κάποιο θάμα»!