
του Γιάννη Παναγόπουλου //
Οι μέρες που έφτανε σε σένα χωρίς να τον αναζητήσεις – η τηλεόραση, το ραδιόφωνο έπαιζαν διαρκώς τα τραγούδια του – έκαναν τον κύκλο τους. Ο Στέφανος Κορκολής επιτέλους απολαμβάνει τη μουσική με τον τρόπο που επιθυμεί. Χρόνια τώρα χτίζει μια άλλη καριέρα. Διαφορετική από εκείνη που, ίσως, σου συστήθηκε. Είναι πιο ευφάνταστη. Είναι πιο «δύσκολη». Ξέρεις γιατί; Δεν σε βρίσκει εκείνη, τη βρίσκεις εσύ. Πρέπει να την ψάξεις. Πρέπει να την ακούσεις αληθινά. Ο πιανίστας – συνθέτης – ερμηνευτής Στέφανος Κορκολής από την Παρασκευή 23 έως τη Δευτέρα 26 Μαρτίου θα εμφανίζεται στο Half Note Jazz Club. Μαζί του θα είναι και η ερμηνεύτρια Σοφία Μανουσάκη.
-Σας θυμάμαι τη δεκαετία του 1990 να τραγουδάτε σε μεγάλες πίστες. Ενσαρκώσατε τον ρόλο του ποπ σταρ. Σήμερα, επιστρέφοντας σ’ εκείνη την περίοδο, τι σκέφτεστε;
-Δεν ήταν μόνο οι μεγάλες πίστες, οι οποίες – παρεμπιπτόντως – διήρκεσαν και λίγο χρονικά. Ηταν κυρίως τα μεγάλα στάδια, να θυμίσω το ΣΕΦ με 20.000 και πλέον κόσμο, αλλά και οι σημαντικές συνεργασίες με Χατζηνάσιο, Πάριο, Μητροπάνο, Μαρινέλλα και άλλους μεγάλους και εξαιρετικούς. Αν και γενικά δεν «επιστρέφω», διότι προτιμώ να προχωράω, αυτή την εξάχρονη περίοδο την έχω κρατήσει σαν ένα διαφορετικό μεν, αλλά εξίσου σημαντικό κομμάτι στο παζλ της μουσικής μου διαδρομής.
-Μια αρμονική καλλιτεχνική συνεργασία είναι υπόθεση μιας ακριβοδίκαιης διαίρεσης ή μιας ελαστικότητας που περιέχει συμβιβασμούς;
-Θα έλεγα πως είναι κυρίως ο αλληλοσεβασμός και πάνω απ’ όλα η ανθρώπινη σχέση, που είτε προϋπάρχει είτε δημιουργείται κατά τη διάρκεια των συνεργασιών. Για να γίνω πιο κατανοητός, δεν θα μπορούσα ποτέ να γράψω ή να συνεργαστώ με καλλιτέχνες, που, ως προσωπικότητες ή χαρακτήρες, δεν μου ταιριάζουν. Συνεργασία, όπως τη θεωρώ εγώ, είναι σύμπραξη ψυχών και τίποτα λιγότερο ή περισσότερο.
– Ο μεγαλύτερος καλλιτεχνικός συμβιβασμός που κάνατε ποτέ ποιος ήταν;
-Συμβιβασμούς δεν κάνω γενικά. Πόσο μάλλον στην τέχνη. Ακολουθώ το ένστικτό μου, χωρίς βέβαια να σημαίνει πως πάντα δικαιώνομαι.
-Σπουδάσατε και στο Παρίσι. Κάποια στιγμή επιστρέψατε στην Αθήνα. Από συνεργασίες επιπέδου Μπουλέζ, στο ελληνικό παράρτημα πολυεθνικής δισκογραφικής εταιρείας. Πώς διαχειριστήκατε το γεγονός;
– Η επιστροφή μου από το Παρίσι, όπου είχα «στήσει» πλέον τη ζωή μου, οφειλόταν σε καθαρά οικογενειακούς λόγους. Ερχόμενος εδώ διαπίστωσα πως ως δημιουργός δεν μπορούσα να επιβιώσω, με αποτέλεσμα να δεχτώ την πρόταση του τότε παραγωγού μου Βαγγέλη Γιαννόπουλου, να ερμηνεύσω εγώ τα τραγούδια μου. Δεν το θεωρώ, όπως είπαμε και πριν, συμβιβασμό κι αυτό διότι στην αρχή το βρήκα θελκτικό και ενδιαφέρον, χωρίς βέβαια να περιμένω, ούτε κατά διάνοια, την επιτυχία που ακολούθησε. Άλλωστε, πάνω στην κορύφωση αυτής της περιόδου, επέλεξα να γυρίσω στα πιο γνώριμά μου μουσικά μονοπάτια, αυτά δηλαδή της συμφωνικής – ορχηστρικής μουσικής. Ο ορχηστρικός δίσκος «First Touch», που κυκλοφόρησε παγκοσμίως με επιτυχία, σήμανε και το τέλος αυτής της εξάχρονης «μουσικής μου εφηβείας», όπως συνηθίζω να την αποκαλώ. Πάντως η διαχείριση εκείνης της περιόδου ήταν δύσκολη διότι όλη αυτή η υπερβολή σε όλα τα επίπεδα ήταν εντελώς έξω από τον χαρακτήρα μου και κάποια στιγμή με κούρασε αφάνταστα ψυχικά.
-Συνήθως ο στίχος ή το ποίημα είναι το έναυσμα για να δημιουργήσω ένα τραγούδι. Σπάνια κάτι που θα δημιουργήσω στο πιάνο γίνεται τραγούδι. Τις πιο πολλές φορές η κατεύθυνση είναι προς το ορχηστρικό ή συμφωνικό έργο. Παρ’ όλα αυτά, αν διακρίνω πως σε μία μελωδία «χωράει να μπει στίχος», τότε θα πρέπει ο στιχουργός που θα συνεργαστώ να έχει μουσική σκέψη και, γιατί όχι, μουσική γνώση, ώστε να μη συμβούν «ατυχήματα», όπως παρατονισμένες λέξεις και ούτω καθ’ εξής. Είναι λίγο εξειδικευμένο αυτό που προσπαθώ να εξηγήσω, αλλά οι φθόγγοι – νότες έχουν χρονικές αξίες και τονισμούς, με τους οποίους πρέπει να δέσουν οι λέξεις.
– Υπάρχει τραγούδι σας που αδικήσατε;
-Δεν θυμάμαι. Σίγουρα, όμως, τραγούδια μου στο παρελθόν έχουν αδικηθεί, όπως για παράδειγμα το «Θες» σε στίχους Ρεβέκκας Ρούσση που θα έμενε στην αφάνεια αν δεν είχε χρησιμοποιηθεί σαν μουσική επένδυση σ΄ ένα καλαίσθητο τηλεοπτικό διαφημιστικό.
-Τι έχετε ανακαλύψει στη Σοφία Μανουσάκη που αξίζει ν’ ανακαλύψουμε κι εμείς;
-Το κάνω συχνά διότι εκεί είναι, όπως είπατε, το πατρικό μου. Δυστυχώς τίποτα δεν μου θυμίζει τα παιδικά μου χρόνια κι αυτό με θλίβει. Ήταν από τις πιο όμορφες γειτονιές, όπως άλλωστε και πολλές άλλες στην Αθήνα. Δυστυχώς, όμως, οι ρυμοτομικές ατασθαλίες αλλά και οι κατόπιν σχεδίου υποβαθμίσεις κάποιων περιοχών δημιούργησαν αυτό το δυσάρεστο αποτέλεσμα.
– Τι σημαίνουν για εσάς οι εμφανίσεις σας στο Half Note;
ινφο
Στις παραστάσεις του Στέφανου Κορκολή στο Half – Note Jazz Club συμμετέχουν και οι μουσικοί
Συμμετέχουν οι μουσικοί: Βασίλης Δεφίγγος (σαξόφωνο- φλάουτο) Δημήτρης Παπαβομβολάκης (κιθάρες- φωνή).
Half Note Jazz Club Τριβωνιανού 17, Μετς
Παρ. & Σαβ.: 22.30, Κυρ. & Δευτ.: 21.30
Είσοδος: 15 ευρώ (μπαρ), 20 ευρώ (Β’ Ζώνη), 25 ευρώ (Α’ Ζώνη)
Τη Δευτέρα 26/3 έκπτωση 5 ευρώ σε όλες τις ζώνες για κατόχους κάρτας ανεργίας και φοιτητές
Προπώληση: www.viva.gr
Καταστήματα: Seven Spots, Reload Stores, Media Markt, Βιβλιοπωλεία Ευριπίδης
Πληροφορίες – κρατήσεις: 210 9213310