του Νικηφόρου Γκολέμη //

Εβδομάδα εθνικής υπερηφάνειας αυτή που μας αφήνει, με την 28η Οκτωβρίου να φέρνει στο προσκήνιο τα αρνητικά παρελκόμενα από τον εορτασμό μιας επετείου που – στο πλαίσιο του αστικού κράτους – ουδέποτε κατάφερε να συναντηθεί με τη λογική και την ιστορική πραγματικότητα.

Το τελευταίο δεν προκαλεί και ιδιαίτερη εντύπωση – είναι εξάλλου γνωστή η ροπή προς τους αστικούς μύθους και τις υπερβολές κατά τις κρίσιμες για ένα έθνος ιστορικές συγκυρίες. Κι αν οι ανακρίβειες και τα μισόλογα για την Επανάσταση του 1821 μπορούν (με ορισμένη καλή διάθεση) να βρουν τη δικαιολογία τους στην ανάγκη για εθνική ομοψυχία και ισχυρούς συνεκτικούς δεσμούς σε μια νεοσύστατη κρατική οντότητα, τα εξωφρενικά αφηγήματα με αφορμή την ιταλική εισβολή έχουν ως αφετηρία μια ύπουλη επιχείρηση στυγνού ιδεολογικού «ξεσκαρταρίσματος».

Με μια πρώτη ματιά, ο εορτασμός της έναρξης ενός πολέμου που οδήγησε μετά τη γερμανική επέμβαση στη μαύρη περίοδο της Κατοχής φαίνεται να στερείται λογικής. Θα ήταν πολύ πιο φυσιολογικό να εορτάζεται ως εθνική επέτειος η Απελευθέρωση της χώρας, με συμβολική ημερομηνία την 12η Οκτωβρίου, οπότε και απεχώρησαν τα κατοχικά στρατεύματα από την πρωτεύουσα. Γεγονός όμως που δεν συμβαίνει για έναν απλούστατο λόγο: Η ιδιαιτερότητα του εορτασμού της έναρξης – αντί του συνηθέστερου σε άλλες χώρες εορτασμού της λήξης του πολέμου – έγκειται στο γεγονός ότι η καθιέρωση του επετειακού χαρακτήρα της 28ης Οκτωβρίου προηγήθηκε χρονικά της απελευθέρωσης. Κατά τη περίοδο της Κατοχής, η επέτειος της κήρυξης του ελληνοϊταλικού πολέμου ήταν για την Εθνική Αντίσταση το σύνθημα για την περαιτέρω ενίσχυση του απελευθερωτικού αγώνα. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι οι οργανωμένες από το ΕΑΜ πορείες την ημέρα εκείνη συγκέντρωναν πλήθος κόσμου και κατέληγαν σε σφοδρές συγκρούσεις με τους ταγματασφαλίτες.

Το μετεμφυλιακό ελληνικό κράτος βρέθηκε αντιμέτωπο με μια επέτειο συνυφασμένη με το ΕΑΜ και την Εθνική Αντίσταση. Βρέθηκε επίσης αντιμέτωπο και με κάτι πολύ χειρότερο: Την πλήρη απουσία προσωπικοτήτων συνυφασμένων με οποιαδήποτε αντιστασιακή δράση ενάντια στον κατακτητή. Καθότι οι ταγματασφαλίτες και οι δωσίλογοι είχαν βρεθεί εν μία νυκτί και ελέω αγγλικής παρέμβασης από τα μπουντρούμια της ιστορίας σε θέσεις εξουσίας κι ενώ όλοι οι πολιτικοί παράγοντες της εποχής «αντιστέκονταν» από το εξωτικό… Κάιρο, η ανάγκη για την οικοδόμηση ενός νέου αφηγήματος κρινόταν επιτακτική.

Ένα νέο αφήγημα που οικοδομήθηκε γύρω από την προσωπικότητα του Ιωάννη Μεταξά. Έμοιαζε εξάλλου το ιδανικό πρόσωπο για τη δουλειά αυτή, αφού ενσάρκωνε όλα τα στοιχεία εκείνα που παρουσιάζονταν και στο μετεμφυλιακό ελληνικό κράτος: Ησυχία-τάξη-ασφάλεια, πειθαρχία και προ πάντων αντικομμουνισμός. Ο στυγνός δικτάτορας που έστειλε δεκάδες χιλιάδες Έλληνες στις εξορίες και τα βασανιστήρια, ο θαυμαστής του ιταλικού φασισμού και του ναζισμού ήταν αυτός που μπήκε στην κολυμπήθρα της ιστορικής παραχάραξης και βαφτίστηκε εθνικός ήρωας. Τού αποδόθηκε και ένα βροντερό «ΟΧΙ» που ποτέ δεν εξεστόμισε («Alors, c’est la guerre» η απάντηση προς τον Γκράτσι), ενώ τα προπαγανδιστικά αφηγήματα δεν σταμάτησαν εκεί. Έπρεπε επίσης να δημιουργηθούν και δεσμοί με τους δυτικούς συμμάχους σε αντιπαραβολή με τους Σοβιετικούς (εξ ου και η ανύπαρκτη ιστορικά δήλωση Τσώρτσιλ για ήρωες που πολεμούν σαν Έλληνες), καθώς και μια ψευδαίσθηση ότι το μεγαλείο του Ελληνισμού και το ιστορικό ενδιαφέρον ευρισκόταν αποκλειστικά στη διάρκεια των εχθροπραξιών και όχι στην Κατοχή (εξ ου και οι αστείοι ισχυρισμοί περί… καθυστέρησης των Γερμανών και συμβολή στη νικηφόρα έκβαση του Πολέμου για τις Συμμαχικές Δυνάμεις).

Η 28η Οκτωβρίου αποτέλεσε κατά την περίοδο της Κατοχής το σύμβολο για τον αγώνα ενάντια στον φασισμό και είναι τουλάχιστον ατυχές να συνδέεται – ακόμα – με τον δήθεν ηρωισμό ενός φασίστα

Όλη αυτή η αντικομμουνιστική παράκρουση του μετεμφυλιακού κράτους που έσπευσε να σφετεριστεί την κατ’ αρχήν αντιστασιακή επέτειο οδήγησε στο παράδοξο της αγιοποίησης ενός φασίστα που αναγκάστηκε να ψελλίσει με μισή καρδιά πέντε μισόλογα σε έναν Ιταλό πρεσβευτή. Διότι παρά τη μεγάλη συμπάθεια που έτρεφε ο Μεταξάς προς τον Άξονα, η οικονομική και πολιτική επιρροή της Αγγλίας στη χώρα μας ήταν τέτοια που καμία απόφαση δεν μπορούσε να ληφθεί ενάντια στην αγγλική βούληση, πολλώ δε μάλλον μια προσχώρηση στο αντίπαλο στρατόπεδο. Ούτε ο ίδιος ο Μεταξάς δεν θα μπορούσε να φανταστεί τέτοιον εναγκαλισμό από την Ιστορία, όταν εκτελούσε εντελώς διεκπεραιωτικά όσα η πλήρης εξάρτηση της χώρας από την Αγγλία υπέτασσε. Το γεγονός αυτό μαρτυρά και η τηλεγραφική εξιστόρηση της συνάντησης με τον Γκράτσι από τον ίδιο τον Μεταξά στο ημερολόγιό του, σαν να επρόκειτο για κάτι αναμενόμενο και «άλλη μια μέρα στη δουλειά».

-Τι σημαίνουν όλα αυτά για την 28η Οκτωβρίου; Μειώνουν τον αγώνα και τις στρατιωτικές επιτυχίες των Ελλήνων ενάντια στον φασισμό; Ουδόλως. Είναι όμως ανάγκη για το ελληνικό κράτος να απαγκιστρωθεί από τα ψυχροπολεμικά κατάλοιπα του παρελθόντος και να σταματήσει να αναμασά τη χρησιμοθηρική καταγραφή της ιστορίας από τους μετεμφυλιακούς νοσταλγούς του Μεταξά. Η 28η Οκτωβρίου αποτέλεσε κατά την περίοδο της Κατοχής το σύμβολο για τον αγώνα ενάντια στον φασισμό και είναι τουλάχιστον ατυχές να συνδέεται – ακόμα – με τον δήθεν ηρωισμό ενός φασίστα.