Για να καταλάβουμε καλύτερα τον χαρακτήρα ενός από τους κορυφαίους, πιο ιδιόρρυθμους, σίγουρα πιο ευφυείς Γερμανούς ποδοσφαιριστές, του Πάουλ Μπράϊτνερ, πρέπει να επιστρέψουμε στο φινάλε της δεκαετίας του 1960. Την εποχή που η νεολαία του 68er Bewegungm – μιας σειράς γερμανικών φοιτητικών διαδηλώσεων που συχνά κατέληγαν σε βίαιες συγκρούσεις με την αστυνομία – διακινούσε αιτήματα ενάντια στον αυξανόμενο αυταρχισμό της κυβέρνησης της Γερμανικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας, τις κακές συνθήκες διαβίωσης για τους μαθητές και την εργατική τάξη και την άνοδο στη δημοτικότητα του νεοσύστατου δεξιού Εθνικού Δημοκρατικού Κόμματος.

Οι διαμαρτυρίες του 1968 σηματοδότησαν μια αποφασιστική στιγμή. Η γερμανική νεολαία μετατοπίστηκε προς τα αριστερά και οδήγησε στον σχηματισμό ριζοσπαστικών οργανώσεων όπως το Κόμμα του Κόκκινου Στρατού. Μέχρι τη δεκαετία του 1970, το κίνημα είχε εξαπλωθεί από την πολιτική σε άλλους τομείς της ζωής. Αν το σύμβολο της σεξουαλικής επανάστασης στη (Δυτική τότε) Γερμανία ήταν το θρυλικό μανεκέν Uschi Obermaier, το ποδόσφαιρο είχε τον Πάουλ Μπράϊτνερ.

«Στην ηλικία των 16 ετών, ο θάνατος του Τσε Γκεβάρα είχε μεγάλο αντίκτυπο για μένα. Αυτό ήταν ένα πολύ σημαντικό στάδιο της ανάπτυξής μου», ισχυρίστηκε κάποτε ο Μπράϊτνερ.

Ο Μπράϊτνερ έφτασε στους επίλεκτους ποδοσφαιριστές της εθνικής (Δυτικής) Γερμανίας κάτω των 18 ετών παίζοντας για την ομάδα ESV Freilassing. Στο ντεμπούτο του, αφού σημείωσε το μοναδικό γερμανικό γκολ, ήττα 4-1 από τη Γιουγκοσλαβία, επέστρεψε στα αποδυτήρια περιμένοντας επαίνους. Αντ’ αυτού διατάχθηκε από τους παράγοντες της Γερμανικής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας να κουρευτεί. Ο γνωστός και ως “Άφρο Πολ” ή “Red Paul” (σ.σ. Κόκκινος Πολ) δεν θα γινόταν ανεκτός στις τάξεις της ομάδας αν δεν ήταν clean cut. Η απαίτηση της Ομοσπονδίας ήταν η αρχή της θυελλώδους σχέσης ανάμεσά τους.

Ο Πάουλ Μπράϊτνερ διαβάζοντας το Peking Review. Περιοδικό που χρηματοδοτούσε το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας. Στο φόντο βλέπουμε τον ηγέτη Μάο

Ο Μπράϊτνερ ήταν ένα τεράστιο ταλέντο για να αγνοηθεί. Ο τρόπος που κέρδιζε την προσοχή του κόσμου, ακόμα και εκείνου που δεν ασχολείται με το ποδόσφαιρο, ήταν ο απερίγραπτος και ο ανελαστικός βαθμός ειλικρίνειάς του. Ισχυριζόταν ότι οι εθνικοί ύμνοι πριν από τους διεθνείς αγώνες ποδοσφαίρου ήταν βαρετοί και «καταστρέφουν τη συγκέντρωση» των ποδοσφαιριστών. Οι οπαδοί των αντίπαλων πλευρών τον αποκαλούσαν συχνά «Μαοϊκό! Κομουνιστή!» μη συνειδητοποιώντας ότι έπαιρνε αυτά τα ονόματα ως κοπλιμέντα.

Το 1970, ο Μπράϊτνερ μετακόμισε στην Μπάγερν Μονάχου. Την ίδια χρονιά κλήθηκε να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία. Δεν παρουσιάστηκε. Και όταν η στρατιωτική αστυνομία μπήκε στο κυνήγι της αναζήτησής του εκείνος βρήκε καταφύγιο στο κελάρι του σπιτιού του. Λίγο αργότερα οι στρατιωτικές αρχές των επικήρυξαν. Αφίσες με το όνομά του τοιχοκολλήθηκαν στην πόλη. Τελικά ο ατίθασος ποδοσφαιριστής δέχτηκε να καταταγεί. Η θητεία του δεν ήταν τυπική. Πέρασε έναν χρόνο καθαρίζοντας στρατιωτικές τουαλέτες την ίδια περίοδο που οι συμπαίκτες του πανηγύριζαν την πρωτιά τους στην Μπουντεσλίγκα.

Ο Red Paul (σ.σ. Κόκκινος Πάουλ), όπως ήταν τότε το ψευδώνυμό του, με το πέρας της στρατιωτικής του θητείας δεν άλλαξε μυαλά. Προς απογοήτευση της διοίκησης της Μπάγερν, φωτογραφήθηκε καθισμένος σε μια πολυθρόνα διαβάζοντας ένα τεύχος του περιοδικού  Peking Review, μια αγγλόφωνη επιθεώρηση που χρηματοδότησε το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας, ενώ στο φόντο υπήρχαν αφίσες του προέδρου Μάο και του Τσε Γκεβάρα. Ήταν η περίοδος που οι New York Times τον χαιρέτισαν ως «τον νεότερο ήρωα του γερμανικού αριστερού πολιτικού κινήματος».

Ο Μπράϊτνερ ξεκίνησε ως επιθετικός. Όμως η θέση που του πήγαινε περισσότερο ήταν ως αμυντικός της αριστερής πλευράς. Με την Μπάγερν Μονάχου πήρε πρωταθλήματα, όμως η πιο αξιοσημείωτη χρονιά της καριέρας του ήταν το 1974. Ήταν ένα από τα αστέρια που βοήθησαν την εθνική Γερμανίας να στεφθεί πρωταθλήτρια στο παγκόσμιο πρωτάθλημα ποδοσφαίρου.

Η πρωταθλήτρια εθνική Γερμανίας στο παγκόσμιο πρωτάθλημα ποδοσφαίρου το 1974. Ο Παουλ Μπράϊτνερ ξεχωρίζει για το μαλλί του

Σε συνέντευξη που έδωσε στην εφημερίδα Die Zeit, αρχές δεκαετίας 1970, ο  Μπράϊτνερ δήλωσε πως η ζωή ενός σταρ του ποδοσφαίρου είναι βαρετή. Περιέγραψε τα διεθνή τουρνουά ως ένα πάρε-δώσε ταξιδιών χωρίς νόημα.

Ο Κόκκινος Πάουλ ήθελε να είναι μόνο ποδοσφαιριστής. Δεν του άρεσε να παίζει για τη Bayern. Περιέγραφε τον σύλλογο που τον είχε στις τάξεις του ως «αριστοκρατία που βασίζεται σε χρήματα νεόπλουτων». Ήταν η εποχή που ο ταλαντούχος ποδοσφαιριστής με τα δυνατά πόδια δήλωνε: “Η Μπουντεσλίγκα είναι μεγάλη επιχείρηση. Σχεδόν όλα περιστρέφονται γύρω από τα χρήματα. Δεν υπάρχει χώρος για σοσιαλισμό. Όλη η δραστηριότητα γύρω από τις μεταγραφές ποδοσφαιριστών είναι παράνομη. Αντίθετη με τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη βασική ανθρώπινη αξιοπρέπεια.”

Παρά τη μέχρι εκείνη τη στιγμή δεδηλωμένη άποψή του γύρω από την πολιτική, ο Μπράϊτνερ δέχτηκε να πάρει μεταγραφή για τη Ρεάλ Μαδρίτης. Την αγαπημένη ομάδα του δικτάτορα στρατηγού Φράνκο. Με την ομάδα έπαιξε 84 φορές. Σημείωσε 10 γκολ. Κέρδισε ένα πρωτάθλημα και ένα κύπελλο Ισπανίας.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 Πάουλ Μπράϊτνερ άρχισε να νερώνει το κρασί του για την πολιτική και βούτηξε με τα μούτρα στα αγαθά του καπιταλισμού. Τη θέση των πολιτικών δηλώσεων πήραν εκείνες γύρω από τα πανάκριβα καπρίτσια του. Πια δήλωνε την αδυναμία του στα πολυτελή σπίτια και τα γρήγορα αυτοκίνητα.

Οι αριστεροί εκείνης της εποχής ήταν δύσκολο να χωνέψουν πως το άτομο που νόμιζαν πως στεκόταν στο πλευρό τους είχε ρίξει μαύρη πέτρα στις κοινές τους αρχές. Πια για εκείνους ήταν ένας ξεπουλημένος στο μισητό καπιταλιστικό σύστημα. Λίγο πριν το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1982, ο Πάουλ Μπράϊτνερ υπέγραψε συμβόλαιο 150.000 Γερμανικών μάρκων με εταιρεία καλλυντικών και ξυρίζει τη γενειάδα του – τη γενειάδα που επιβεβαίωνε τα αριστερά του πιστεύω. «Η γενειάδα δεν είναι κάτι πολύ σημαντικό για μένα. Το έχω απλώς επειδή αρέσει στη γυναίκα μου», είπε. Λίγο αργότερα έγινε κεντρικό πρόσωπο στη διαφημιστική καμπάνια της αμερικανικής αλυσίδας γρήγορου φαγητού McDonald’s.

Στη Μαδρίτη έγινε είδωλο. Έκανε τις αριστερές του ιδέες στην άκρη και διαφήμιζε προϊόντα περιποίησης προσώπου

Σήμερα, ο Πάουλ Μπράϊτνερ, μετά από δεκάδες εναλλαγές απόψεων γύρω από το τι είναι ποδόσφαιρο, είναι αρθρογράφος εφημερίδων και σχολιαστής ποδοσφαιρικών αγώνων. Παίζει περιστασιακά σε φιλανθρωπικού χαρακτήρα αγώνες που δίνουν οι παλαίμαχοι ποδοσφαιριστές της Μπάγερν Μονάχου. Αν κάποιος έδειχνε έναν επαναστάτη χωρίς αιτία στον κόσμο του ποδοσφαίρου θα ήταν εκείνος. Πάντα αλλάζοντας τις συμπάθειες και τις υποτιθέμενες «πεποιθήσεις» του το μόνο σταθερό πάνω του, εκτός του υπερβολικού ταλέντου στο ποδόσφαιρο, ήταν η αστάθειά του.