επιμέλεια: Ελένη Σωτάκη //

Κάθε άνθρωπος αναπτύσσει στην παιδική ηλικία ένα προσχέδιο για τις σχέσεις: το λεγόμενο στυλ προσκόλλησης. Δεκαετίες αργότερα, αυτό καθορίζει ποια ζευγάρια θα είναι ευτυχισμένα μαζί.

Η μεγάλη αγάπη. Μερικοί τη βρίσκουν. Μερικοί την ψάχνουν σε όλη τους τη ζωή δίχως να τη συναντήσουν. Πιστεύουν ότι είναι άτυχοι στην αγάπη. Μπορεί όμως να υπάρχει και κάτι άλλο πίσω από τις σχέσεις που αποτυγχάνουν ξανά και ξανά: Ο φόβος της δέσμευσης. Τυπικά σημάδια: Το άτομο αποσύρεται με κάποιον τρόπο όταν η σχέση γίνεται πιο κοντινή, πιο οικεία, πιο δεσμευτική. Μπορεί ακόμα να βρίσκει άλλα άτομα περισσότερο ελκυστικά, όταν εκείνα δεν είναι διαθέσιμα ή δεν ανταποδίδουν το ενδιαφέρον γενικότερα.

Tα ζευγάρια με ανασφαλή δεσμό συχνά παγιδεύονται σε έναν φαύλο κύκλο: όσο περισσότερο το ένα άτομο αναζητά την εγγύτητα, τόσο περισσότερο το άλλο απομακρύνεται και το αντίστροφο.

Ο δεσμός μεταξύ ενός ατόμου με αποφευκτικό στυλ προσκόλλησης και ενός αγχώδους που επιζητά την έντονη προσκόλληση παρουσιάζει τις πιο σταθερές και μακροχρόνιες σχέσεις – παρόλο που τα μέλη δεν είναι ιδιαιτέρως ικανοποιημένα. Οι σχέσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών με ασφαλές στυλ προσκόλλησης αποδείχθηκαν πιο ικανοποιητικές, αλλά λιγότερο μόνιμες.

Μια σταθερή σχέση, όμως, δεν είναι πάντα συνώνυμη με την αμοιβαία ικανοποίηση και ευχαρίστηση. Στην πραγματικότητα αυτό θα ήταν ένας λόγος για να σκεφτεί κανείς τη διάλυση της σχέσης. Πολλοί άνθρωποι ωστόσο δεν θέλουν να μείνουν μόνοι. Η ερευνήτρια προσκόλλησης Eva Neumann από το πανεπιστημιακό νοσοκομείο του Μπόχουμ στη Γερμανία συμβουλεύει τον χωρισμό μόνο σε έναν περιορισμό βαθμό και σε πολύ συγκεκριμένες καταστάσεις: όταν εμπλέκονται στις σχέσεις αλκοόλ, άλλοι εθισμοί ή βία. Εάν αυτό δε συμβαίνει, το πιο σημαντικό ερώτημα είναι: Είναι ο χωρισμός η καλύτερη επιλογή;

Ψυχολόγοι που συνεργάζονται με το Πανεπιστήμιο της Jena έχουν επίσης μελετήσει τη διάρκεια των σχέσεων. Για μια περίοδο επτά ετών, παρατήρησαν περίπου 2.000 ζευγάρια ανά τακτά χρονικά διαστήματα ως προς τη σχέση τους. 16% χώρισαν κατά τη διάρκεια της μελέτης, όπως ανέφερε η ερευνητική ομάδα το 2020. Η αρχή της σχέσης έδειξε και την πορεία της: Ένα άσχημο ξεκίνημα σηματοδοτούσε μια πιο άσχημη εξέλιξη της σχέσης με τα ζευγάρια να χωρίζουν σύντομα. Οι σύντροφοι με παρόμοια έντονη επιθυμία για εγγύτητα είχαν την καλύτερη πρόγνωση – με την έννοια ότι επέτρεπαν ο ένας στον άλλο ελευθερίες και την επιδίωξη και καλλιέργεια τόσο κοινών όσο και ατομικών στόχων. Τα ζευγάρια ήταν πιο πιθανό να μείνουν μαζί, αν κατάφερναν να επιτύχουν μια ισορροπία μεταξύ εγγύτητας και ανεξαρτησίας.

Τούτο γίνεται πιο δύσκολο όταν υπάρχει άγχος προσκόλλησης. Ο Guy Bodenmann, θεραπευτής ζευγαριών και καθηγητής κλινικής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης, μιλά για μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία: “Ένα αγχώδες άτομο αναζητά συχνά κάποιον που επιβεβαιώνει τις αρνητικές του εμπειρίες.” Η εύρεση του σωστού βαθμού εγγύτητας και απόστασης γίνεται σε αυτήν την περίπτωση εξαιρετικά επίπονο. Από την αρχή ήδη της σχέσης έχει την πεποίθηση πως αυτή δεν θα λειτουργήσει γιατί δεν βρίσκει τον εαυτό του αξιαγάπητο.

Για να ξεπεράσει κανείς αυτούς τους φόβους χρειάζεται να ανακαλύψει την αίσθηση αυταξίας και αυτοεκτίμησης. Τα άτομα με αγχώδες στυλ προσκόλλησης εμπλέκονται συχνά παρορμητικά σε ερωτικές σχέσεις, λέει ο Bodenmann. «Με αυτόν τον τρόπο, προσπαθούν να δημιουργήσουν έναν συναισθηματικό δεσμό μέσω της σεξουαλικότητας». Σύμφωνα με την πεποίθηση «Το καλό σεξ σημαίνει αγάπη και ο σύντροφος παραμένει στη σχέση.» Οι απογοητεύσεις που ακολουθούν αυτού του είδους τις αντιλήψεις είναι καθημερινό φαινόμενο.

Ο Bodenmann συνιστά σε όσους ανησυχούν ιδιαίτερα για τις σχέσεις τους: “Πρέπει να επιλέξει κανείς προσεκτικά, να κάνει τον εαυτό του λιγότερο διαθέσιμο ερωτικά και να εξετάσει προσεκτικά τη συναισθηματική βιωσιμότητα της σχέσης που επιδιώκει”.

Οι ανασφαλείς δεσμοί και η χαμηλή αυτοεκτίμηση συμβαδίζουν, σύμφωνα με τον Bodenmann. Οι ανασφαλείς άνθρωποι αποφεύγουν την αντιπαράθεση: “Προτιμούν να λένε ναι σε όλα – επειδή φοβούνται μήπως χάσουν τον άλλο. Άτομα με σταθερή αυτοπεποίθηση και ασφαλές στυλ προσκόλλησης επιβιώνουν καλύτερα από έναν χωρισμό. «Το διαζύγιο και ο χωρισμός είναι μια τεράστια πρόκληση για την αυτοεκτίμησή μας. Τα άτομα που είναι ασφαλώς προσκολλημένα μπορούν να ρυθμίσουν αυτόν τον πόνο και την απώλεια πιο γρήγορα. Ο ανασφαλής παραμένει τραυματισμένος περισσότερο χρόνο και συνεχίζει να έχει συγκρούσεις με τον πρώην σύντροφο”.

Οι χωρισμοί και άλλες τραυματικές εμπειρίες θα μπορούσαν να επηρεάσουν το στυλ προσκόλλησης στην ενηλικίωση. Σύμφωνα με τον Bodenmann, μπορεί να αλλάξει και προς το καλύτερο, αλλά και προς το χειρότερο.

Ο ψυχίατρος, ψυχολόγος και ερευνητής του άγχους Borwin Bandelow είναι επίσης πεπεισμένος ότι οι άνθρωποι μπορούν να αλλάξουν – το έχει δει ξανά και ξανά. Η εμπειρία του: “Ένας άντρας που έχει αλλάξει τακτικά συντρόφους για πολλά χρόνια μπορεί να γίνει πιστός, φροντιστικός σύντροφος.”

Ωστόσο, ο κανόνας είναι ότι σε μια σχέση συνήθως ο ένας αγαπά περισσότερο από τον άλλο, λέει ο Bandelow και παραθέτει ένα πολύ γνωστό απόσπασμα του Γάλλου συγγραφέα Ονορέ ντε Μπαλζάκ: «Σε κάθε σχέση υπάρχει κάποιος που βαριέται και κάποιος που φωνάζει.» Τα άγχη μέσα στη σχέση μπορούν επίσης να αντιμετωπιστούν μέσω της αντιπαράθεσης. Γίνεται όμως πιο δύσκολο, όταν το ανασφαλές στυλ προσκόλλησης είναι μέρος μιας διαταραχής της προσωπικότητας για ένα από τα μέλη της σχέσης.

Επίσης, μετά από ψέματα, εξαπάτηση ή εγκατάλειψη οι άνθρωποι τείνουν να αποφεύγουν τις σταθερές σχέσεις . “Γίνονται πιο επιλεκτικοί για να προστατευτούν”, εξηγεί ο Bandelow. Ο φόβος, η λογική και η αναζήτηση της ευχαρίστησης έρχονται σε σύγκρουση μεταξύ τους: «Και τα τρία λειτουργούν ως αρχές. Αντιμάχονται διαρκώς.». Ο φόβος κερδίζει συχνά.
Κάποτε, ωστόσο, έρχεται η στιγμή να αναρωτηθεί κανείς, αν με κάποιο τρόπο εμποδίζει ο ίδιος την ευτυχία του και πώς μπορεί να αντιμετωπίσει κάτι τέτοιο, αν συμβαίνει.