Βασίλης Βηλαράς: μια απάντηση (;) και έξι παρατηρήσεις. Παραθέτουμε (ως οφείλουμε) αυτούσια την επιστολή του, σεβόμενοι όπως πάντα τη δημοσιογραφική δεοντολογία και βεβαίως παραθέτουμε και τις δικές μας παρατηρήσεις, με την επισήμανση ότι είναι το τελευταίο δημοσίευμα μας σε σχέση με την έρευνά μας για την περίπτωση του «Καταποντισμού», σε αυτό το απόλυτα θολό δημοσιογραφικό τοπίο, ανταποκριθήκαμε στις επιταγές  της πραγματικά αδέσμευτης από κάθε πολιτική ή οικονομική εξάρτηση δημοσιογραφίας.

Σε συνέχεια του ρεπορτάζ και της έρευνάς μας σχετικά με την κρατική επιχορήγηση 20.000 ευρώ της «MONSTERA ΑΜΚΕ» και της παράστασης «Καταποντισμός» σε σκηνοθεσία Βασίλη Βηλαρά, η οποία ωστόσο πραγματοποιήθηκε σε παραγωγή  του Εθνικού Θεάτρου (αναλυτικά μπορείτε να διαβάσετε ΕΔΩ και ΕΔΩ), λάβαμε μια εκτενή επιστολή του κ. Βασίλη Βηλαρά, ο οποίος δίνει τη δική του οπτική γύρω από το θέμα.

Την ίδια στιγμή που το Γραφείο του Γενικού Διευθυντή Σύγχρονου Πολιτισμού του Υπουργείου Πολιτισμού, τηρεί σιγή ιχθύος για την διατεταγμένη κατά τον ισχυρισμό του επιστροφή της κρατικής επιχορήγησης  και τη διαδικασία της (έχουμε υποβάλλει σχετικά ερωτήματα στις 22/5/2024 και  25/5/2024), ο κ. Βασίλης Βηλαράς περιορίζεται για μια ακόμα φορά σε μια γενικόλογη, κάπως προσωπική  (και όχι ιδιαιτέρως πειστική) κατάθεση για τον τρόπο που διαχειρίστηκε το όλο ζήτημα.

Παραθέτουμε (ως οφείλουμε) αυτούσια την επιστολή του, σεβόμενοι όπως πάντα τη δημοσιογραφική δεοντολογία και βεβαίως παραθέτουμε και τις δικές μας παρατηρήσεις, με την επισήμανση ότι είναι το τελευταίο δημοσίευμα μας σε σχέση με την έρευνά μας για την περίπτωση του «Καταποντισμού», και με το αίσθημα ότι εμείς, σε αυτό το απόλυτα θολό δημοσιογραφικό τοπίο, ανταποκριθήκαμε στις επιταγές  της πραγματικά αδέσμευτης από κάθε πολιτική ή οικονομική εξάρτηση δημοσιογραφίας.

Η επιστολή (απάντηση;) του κ. Βασίλη Βηλαρά

Αξιότιμε κ.Ζήση,

Επανέρχομαι για να σας απαντήσω με λεπτομέρειες σχετικά με το θέμα που ερευνάτε και αφορά την επιχορήγηση από το ΥΠΠΟ της παράστασης «Καταποντισμός».

Ψάχνοντας χρηματοδότηση για την παράσταση «Καταποντισμός» – όπως σας  έχω ήδη αναφέρει – έκανα αίτηση τόσο στο θεσμό των Επιχορηγήσεων του ΥΠΠΟ, όσο και στο Εθνικό Θέατρο. Η επιλογή της παράστασης από το Εθνικό  προηγήθηκε χρονικά από τα θετικά (για την παράσταση) αποτελέσματα των επιχορηγήσεων του ΥΠΠΟ.

Ωστόσο, πιστεύοντάς λανθασμένα πως το ποσό της επιχορήγησης του ΥΠΠΟ μπορεί να χρησιμοποιηθεί για επόμενο project των ίδιων συντελεστών κατέθεσα τα σχετικά δικαιολογητικά προκειμένου να εισπράξει η εταιρεία το εν λόγω ποσό. Αφελώς και στηριγμένος σε λανθασμένες πληροφορίες που κυκλοφορούν είχα πειστεί πως επιχορηγείται ο καλλιτέχνης – ομάδα και όχι το συγκεκριμένο project και άρα το ποσό αυτό θα μπορούσε να μεταφερθεί χωρίς περαιτέρω διατυπώσεις προκειμένου να χρησιμοποιηθεί για την επόμενη δουλειά μας, που ήδη προγραμματίζαμε στο επόμενο διάστημα. Εξάλλου, συχνά γίνονται αλλαγές που αφορούν συντελεστές παραστάσεων που έχουν επιχορηγηθεί χωρίς αυτό (και σωστά) να αποτελεί πρόβλημα ή λόγο ακύρωσης της επιχορήγησης. Με άλλα λόγια, θεώρησα πως εύκολα θα μπορούσα να αξιοποιήσω αυτό το ποσό για μια νέα καλλιτεχνική πρόταση.

Είναι σαφές, πως η ελαφρότητα με την οποία αντιμετώπισα το θέμα, αλλά κυρίως η μη έγκαιρη ενημέρωση της αρμόδιας Διεύθυνσης του ΥΠΠΟ για όλα τα παραπάνω που με βαραίνει εξ’ ολοκλήρου αποτελεί το μεγαλύτερο λάθος μου. Επικοινώνησα τελικά με το ΥΠΠΟ την προηγούμενη εβδομάδα -με αφορμή και την ερώτηση που ξεκίνησε την έρευνά σας – και ενημερώθηκα πως αυτό που εγώ νόμιζα εύκολο δεν ισχύει και επομένως το ποσό της επιχορήγησης θα έπρεπε να επιστραφεί όπως και έγινε άμεσα. Αναγνωρίζω πως ήταν λάθος μου που δεν επικοινώνησα απευθείας με το Υπουργείο, αλλά προφανώς δεν υπήρξε ποτέ σκέψη ή πρόθεση κατάχρησης των χρημάτων γεγονός που αποδεικνύεται από το ότι το ποσό ήταν αυτούσιο στον τραπεζικό λογαριασμό της εταιρείας και επιστράφηκε αμέσως.

Πολλές φορές οι καλλιτέχνες που έχουμε ομάδες οφείλουμε να κάνουμε πράγματα που δεν άπτονται της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Είμαστε λίγο λογιστές, λίγο παραγωγοί, λίγο διαφημιστές, λίγο manager και πολλά άλλα που δεν γνωρίζουμε, αλλά αναγκαζόμαστε να τα κάνουμε προκειμένου να εξοικονομήσουμε πόρους για το καλλιτεχνικό κομμάτι της παραγωγής που παραμένει υποχρηματοδοτούμενο.  Δεν είμαι περήφανος, αλλά είναι προφανές πως για μένα εδώ μπαίνει ένα ζήτημα προσωπικής ανεπάρκειας, καθώς μου είναι εξαιρετικά δύσκολο να διαχειριστώ ταυτόχρονα το πρακτικό και το καλλιτεχνικό κομμάτι μιας παραγωγής.

Αναγνωρίζω ότι η περίπτωση μου μοιάζει να έχει κάποιον ενδεχόμενο δόλο, σας βεβαιώνω, ωστόσο, ότι ουδέποτε υπήρξε τέτοια πρόθεση. Δεν υπάρχει εδώ και το δηλώνω με κάθε ειλικρίνεια καμία ιστορία κατασπατάλησης ή κατάχρησης δημοσίου χρήματος. Αυτό που σίγουρα υπάρχει και μπορείτε να μου το καταλογίσετε είναι η μη σωστή μου πληροφόρηση από την αρμόδια Διεύθυνση του ΥΠΠΟ για τις διαδικασίες που θα έπρεπε να ακολουθήσω και ο προσωπικός καθηλωτικός φόβος μπροστά στη γραφειοκρατία κάθε κρατικού φορέα που με ακινητοποιεί πρακτικά και συναισθηματικά οδηγώντας σε μια καταστροφική, όπως αποδεικνύεται, αναβλητικότητα.

Τα λίγα χρήματα με τα οποία οι καλλιτέχνες της γενιάς μου επιχορηγούνται, δεν τα βάζουμε ποτέ στην τσέπη μας και κανείς – είμαι βέβαιος γι΄ αυτό –  δεν θέλει να τα χρησιμοποιήσει για προσωπικούς λόγους. Η πραγματοποίηση του καλλιτεχνικού οράματος είναι εξάλλου το μόνο που μας τρέφει και μας ικανοποιεί. Μπορεί αυτό σε μία εποχή που μεγάλα ποσά από τον κρατικό κορβανά φαίνεται να κατασπαταλούνται χωρίς πραγματικό αντίκρισμα, αυτό να ακούγεται ρομαντικό, αφελές και να μην πείθει και ως εκ τούτου κατανοώ πως κάθε περίπτωση που δημιουργεί υποψίες κατάχρησης πρέπει να ερευνάται. Όμως, στην περίπτωσή μου σας διαβεβαιώνω πως υπάρχει μόνο ρομαντισμός και διαχειριστική ανικανότητα. Ο θεσμός των Επιχορηγήσεων του Θεάτρου από το ΥΠΠΟ είναι ένας τρόπος να υπάρχουμε καλλιτεχνικά και πιστεύω πως εξαιτίας της αφέλειας μου δεν αξίζει να συκοφαντείται.

Με εκτίμηση,

Βασίλης Βηλαράς

Έξι επισημάνσεις προς τον κ. Βηλαρά

  1. Παρόλο ότι δεν είμαστε δικαστές και δε δικάζουμε παρά μόνο ερευνούμε δημοσιογραφικά θα επισημάνουμε ότι όσο κι αν επικαλείστε άγνοια, ολιγωρία, φόβο στο δημόσιο, αδυναμία αντιμετώπισης γραφειοκρατίας, κλπ, ακολουθήσατε με συνέπεια όλη τη διαδικασία εκταμίευσης της επιχορήγησης. Τίποτα από όσα επικαλείστε δεν σας εμπόδισε να το πράξετε και βεβαίως εκεί δεν επιδείξατε καμία «διαχειριστική ανικανότητα».
  2. Επίσης, δεν μπορούμε να μην σχολιάσουμε την επιδεικτική άρνηση (τόσο δική σας, όσο και του ΥΠΠΟΑ) να εξηγήσετε με ποια διαδικασία έγινε ή θα γίνει η επιστροφή. Ούτε αυτό είναι ξεκάθαρο αφού εσείς ισχυρίζεστε ότι η επιστροφή έγινε άμεσα (με ποια διαδικασία, παραστατικά, τραπεζική κίνηση κλπ;) και το ΥΠΠΟ διατείνεται απλά ότι «ζητήθηκε η επιστροφή». Τόση ανταλλαγή επικοινωνίας, και καμία απάντηση σε αυτό το ερώτημα…
  3. Το όλο ζήτημα, μας κάνει να αναρωτηθούμε, ότι αν συμβαίνουν όλα αυτά για 20.000 ευρώ, τι γίνεται στα μεγάλα κονδύλια; Βεβαίως, αυτό το ερώτημα δεν ακυρώνει, ούτε δικαιολογεί την περίπτωσή σας, η οποία φέρει -πρωτίστως- ένα τεράστιο ηθικό βάρος.
  4. Αδικείτε ολόκληρο το θέατρο όταν γκεμπελικά επιχειρείτε να μεταστρέψετε τη συζήτηση σε υποτιθέμενη “συκοφάντηση” από μέρους μας, του θεσμού των κρατικών επιχορηγήσεων. Μια αποστροφή σας, με την οποία συκοφαντείται η δική μας έρευνα, στην οποία παραθέτουμε πραγματικά γεγονότα και πράξεις σας και όχι συκοφαντίες. Το θέατρο, επί της ουσίας, σπιλώνεται από τέτοιες ενέργειες σαν και τη δική σας, ειδικά αν σκεφτεί κανείς τον τύποις, τελικά, ακτιβισμό σας.
  5. Το πόσο απαραίτητος για το θέατρο είναι ο θεσμός των κρατικών επιχορηγήσεων, το γνωρίζει όλος ο κόσμος που ασχολείται από όποια θέση με το θέατρο, και ειδικά όσες θεατρικές ομάδες ούτε συμπεριλαμβάνονται σε αυτόν, ούτε, δε, τυγχάνουν συστηματικής και κατά επανάληψη επιλογής και χρηματοδότησης της δουλειάς τους από κρατικούς φορείς και ιδρύματα.
  6. Επαναλαμβάνουμε, και ας γίνομαστε βαρετοί. Το ζήτημα δεν αφορά μόνο εσάς, τον Βασίλη Βηλαρά. Αφορά, πρωτίστως ένα διάτρητο και ανεξέλεγκτο σύστημα επιχορηγήσεων που έχει υιοθετήσει το ΥΠΠΟΑ και που επιτρέπει να συμβαίνουν τέτοια φαινόμενα. Σε καμία περίπτωση δεν υιοθετείται και δεν προτείνεται η πρακτική «πονάει μάτι-κόψε κεφάλι»!