Από τον Ελευθέριο Λεβαντή //

Αν κοιτάξουμε  με προσοχή γύρω μας – αν  στρέψουμε  όλη  μας  την προσοχή στις εικόνες, τα χρώματα και τους ήχους που ξετυλίγονται  γύρω μας  καθε τόσο, είναι βέβαιο ότι  θα εκπλαγούμε  με τις ανοησίες που μας  έρχονται στο μυαλό  και  τολμούν να μας απασχολούν κάθε τόσο..

Άλλωστε στο μεσοδιάστημα όλοι οι αναγνώσται θα έχουν ήδη συνειδητοποιήσει, ότι ο τρόπος που ζουν τελευταία, δεν έχει καμία σχέση με τον τρόπο που κάποτε λογάριαζαν να ζήσουν .Το ίδιο βέβαια και η Inga

 

 

Η Ινγκα σήκωσε το κεφάλι της και τον κοίταξε παραξενεμένη – ποτέ στο παρελθόν δεν της είχε μιλησει έτσι!

Μετά τον δείπνο , την πήγε κατευθείαν στο αεροδρόμιο Schwechat της Βιέννης, για μια πτήση προς τα μακρινα  βουνά της πατρίδας της – έπρεπε και εκείνη να ξαναβρεί τον δρόμο της -μακριά  του φυσικά.

Και ο  γέρος έφευγε για Αθήνα.

Κάθισαν να πιούν ένα τελευταίο espresso  σε ένα καφέ στον διάδρομο  προς τα gates τους – το πράσινο μίλι ,όπως έλεγε ο μονίμως ταξιδιώτης και φευγάτος γέρος , η ουδέτερη ζώνη!

-Άκου γέρο του είπε γλυκά φεύγοντας. Θα σε ξαναδώ ,το ξέρω  – και άκου δεν παίζει ρόλο με ποιον και πώς επέλεξα να ζήσω την ζωή μου!

-Ναι ξέρω , θα με έχεις πάντα στην καρδιά σου , συμπλήρωσε ο γέρος ειρωνικά …

-Μην μου κρατάς κακία …

-Μόνο πες μου Inga  , γιατί – είναι για κείνη την παλιά ιστορία ;

-Αφού ξέρεις – εγώ  ποτέ δεν σου έταξα ..

-Ξέρεις , είπε ο γέρος κάνοντας έναν μορφασμό απελπισίας, δεν είναι αυτό το θέμα μας . Το ζήτημα μας είναι ότι από εδώ που είμαστε δεν μπορούμε να πάμε αλλού  – μόνο μπρος ή πίσω ..

Και όποιος πάει πίσω , υποχρεωτικά κάποια στιγμή θα αναγκαστεί να προχωρήσει και πάλι μπροστά στην ίδια όμως  – damned! – στην ίδια παλιά γνώριμη ρoτα !

-Δεν με ενδιαφέρουν πια αυτά που λες – εγώ θέλω να γυρίσω σπίτι μια ώρα αρχύτερα..

-Τι κάθομαι και σου λέω και εγώ τώρα; Συγχώρα με αν σε στενοχωρώ

-Συγχωρεμένος γλυκέ μου – au revoir λοιπόν ..

Πόσο γρήγορα αλήθεια αλλάζουν τα πράγματα- και πόσο γρήγορα ωστόσο επανέρχονται στην προηγούμενη κατάσταση – και γενικά πόσο θαυμαστά,  απλά και ανάλαφρα είναι όλα αυτά, για να ξαναθυμηθούμε τον Κούντερα .

Και ενώ εκείνη είχε πια αποφασίσει να διανύσει  μόνη της τα τελευταία μέτρα προς τα  αστέρια και ενώ σηκώθηκε για να φύγει προς την έξοδο της πτήσης της , τότε συνέβη!

Κάτι που οι υπάλληλοι  του αεροδρομίου έμελλε να συζητούν για χρόνια. Ο γέρος  απλά άρπαξε από το τραπέζι του την ζαχαριέρα και την εκσφενδόνισε προς την κατεύθυνση της. Άκουσε τον υπόκωφο γδούπο σαν να ανοίγει καρπούζι!

Μετά απομακρύνθηκε ήρεμα μέσα στον πανικό.. .

-Ει .. με ακούει κανείς εκεί έξω ;  ..ακούστηκε  ,μέσα στα όνειρα του ,την φωνή της μελαχρινής  δικηγόρου ,  που είχε πάρει πριν λίγο στις τουαλέτες του Mai Tai..

-Μάγκες κουράστηκα σήμερα, πάω να την πέσω ,είπε ο γέρος , καθώς είδε να μπαίνει μεσα και να τους πλησιάζει ο γιάπης φίλος της πολιτικού. Να τη χαίρεσαι τη γκόμενα σου φίλε σκέφτηκε με κακία.

Ο γέρος, που μετά τα πρωινά ρεζιλίκια δεν είχε όρεξη να δει κανένα , χαιρέτισε ,βγήκε από το μπαρ ,διέσχισε τον δρόμο και μπήκε στη πολυκατοικία του στην οδό Καρνεάδου.

Στον τρίτο όροφο είχε νοικιάσει ένα μικρό διαμέρισμα δίπλα στο γραφείο του , για να γυρνά να αράζει, όταν ήθελε να μένει για λίγο μόνος. Τα τελευταία χρόνια ζούσε πια μόνιμα εκεί.

Τι του ΄χε συμβεί σήμερα .Έπρεπε να σκεφτεί και να βρει γρήγορα μια λύση.

Το πρόβλημα είναι ότι σε τέτοιες περιπτώσεις συνήθως δεν χτυπάει κανένα κουδούνι τηλεφώνου ή εξώπορτας σκέφτηκε,  όπως συμβαίνει στις ταινίες ,για να δώσει τη λύση.

Και όμως εκείνη ακριβώς τη στιγμή  χτύπησε το κινητό του! Ήταν δυο παλιές του συνάδελφοι από τον Οργανισμό που δούλευε κάποτε. Μια μαυρομάλλα καλλονή και μια καστανομάλλα με ωραίο στήθος.

-Κατεβαίνουμε Κολωνάκι του ‘παν , πάμε για ένα ποτό;