Από τον Μιχάλη Καφαντάρη //
Πολλά χρόνια πριν …
 Πολλά χρόνια πριν βγουν κάτι τύποι σε στιλ Ιμάμ Μπαϊλντί και μας ζαλίσουν τα παπάρια με μπιταρισμένα ρεμίξ παλιών λαϊκών τραγουδιών για άθλιες διχαλωτές σαγιονάρες που χοροπηδάνε σε βίντατζ διαφημίσεις της μπύρας φιξ, πολλά χρόνια πριν γκομενίτσες με ζιπουνάκια και προπολεμικά λουλουδωτά φορεματάκια ανακαλύψουν τη μουστάρδα και τον Τζάνκο Ρέινχαρτ και φτάσουν ακόμα και τα σουβλάκια να τα παραγγέλνουν σε στιλ τζίπσι σουίνγκ με ξέπνοες φωνές, σαν να καλούν από τους νεκρούς το φάντασμα της Μπίλι Χόλιντεϊ να πούμε, πολλά χρόνια πριν ένα μεσημέρι, και ενώ ήμουν έτοιμος να φύγω για το σχολείο, αδιάβαστος με ένα άτυπο συμβούλιο χημικών ενώσεων μέσα μου να συζητάει σοβαρά την περίπτωση να κάνω κοπάνα, έτυχε να ακούσω ένα παλιό τραγούδι στο ραδιόφωνο.
-Τότε που τέτοια τραγούδια τα λέγαν ακόμα όχι “βίντατζ” αλλά “oldies but goodies”.
Είχε φτάσει στη μέση πια και τελείωνε επικίνδυνα και τράβα βρέστο μετά, τραγούδι από ραδιόφωνο αρχές του ’90 χωρίς να ξέρεις τίτλο και τραγουδιστή και να προσπαθείς εσύ να τραγουδήσεις τη μελωδία σε τίποτα άλλους μπας και ξέρουν, να μην καταλαβαίνουν και να σε δουλεύουν και χέσε μέσα.
-Τελευταία στιγμή και αφού έκανα μπουρδέλο το δωμάτιο, καταφερα να βρω μια εξηντάρα TDK του Έλβις από τη συναυλία στη Χαβάη, να πατησω το “rec” στο κασετόφωνο και να γράψω από πάνω το άγνωστο τραγούδι, όσο ειχε απομείνει δηλαδή.
Ύστερα βγήκα κατευθείαν από το παράθυρο του δωματίου στον δρόμο, για να αποφύγω την κατσάδα της μάνας μου, αφού το ρολόι δείχνει ηδη περασμένες δύο μετά το μεσημέρι και μαζί μ’αυτό την αργοπορία μου και το χρονικό μιας προαναγγελθείσας κοπάνας. Περπάτησα αντίθετα από τον δρόμο του σχολείου και δεν πέρασε πολλή ώρα μέχρι να συνειδητοποιήσω πως το τραγούδι, εστω και μισό, με κερδισε ανεπανόρθωτα και το επόμενο διάστημα το άκουγα να πετάγεται κάθε φορά άτσαλα γραμμένο από τη μέση και μετά και να διακόπτει τον Πρίσλεϋ ακριβώς στη στιγμή που, χεσμένος από την κόκα, κάνει το αίμα του να αλλάζει επι τόπου να γίνεται νερό του Μισσισιπή, να ανεβάζει ποταμόπλοια, καλαμπόκια, βαμβακοφυτείες και πεσόντες Νοτίους της μάχης του Γκέντισμπεργκ στο κεφάλι του, να αδιαφορεί για την Ανθρωπότητα που τον κοιτάει από την τηλεόραση και τελικά να αφήνει μια κραυγή με τα γνωστά τραβηγμένα φωνήεντα του αμερικανικού Νότου έτοιμος να πετάξει το τελευταίο “γκλόρι-γκλόρι, αλελούγια”στο “Αμέρικαν Τρίλοτζι”…
 Έτσι όπως η κορώνα του κοβόταν βάναυσα από το άγνωστο και μισό τραγούδι, έμοιαζε σαν να με βρίζει ο Βασιλιάς:
-Τι με διακόπτεις ρε την ώρα που τραγουδάω μπροστά σε ενα δισεκατομμύριο κόσμο;
–  Δεν είχα άλλη κασέτα να γράψω το τραγούδι αλλά δεν έσβησα πολύ από τη συναυλια. Συγγνώμη Έλβις …
– Να πα να γαμηθείς μαλακισμένο.
Ήμουν τόσο άσχετος στα μουσικά, που δεν ήξερα ότι αυτό τo τραγούδι επηρέασε τόσο πολύ τους Μπιτλς στο ξεκίνημά τους που έβαλαν το κεφάλι αυτουνού που το τραγούδησε, ανάμεσα σε άλλες πασίγνωστες προσωπικότητες στο εξώφυλλο του άλμπουμ “Stg Pepper’s”.
stg-pep – Και όταν το έμαθα όμως, αφού πια το είχα ακούσει έτσι μισό, καμιά εκατοπενηνταριά φορές δεν άλλαξε κάτι. Ή μάλλον άλλαξε κάτι,  άκουσα θυμωμένο τον Έλβις με βαρειά αργή φωνή αυτή τη φορά, λες και η ταινία της κασέτας πήγαινε πιο αργά:
-Τραγούδι του Ντιον έγραψες τελικά στη δικιά μου την κασέτα;
– Ναι, το “Ruby babe” αλλά σου είπα ούτε ένα λεπτό δεν είναι …
– Του Ντιόν;  Ποιος ειναι αυτός που τον βάλανε οι Μπιτλς στο εξώφυλλό τους και δεν έβαλαν εμένα. Δεν πάτε στο διάολο κωλοπαιδαράδες που σας έκανα μάγκες όλους και κουνιέστε. Πού ‘σαι, εγώ μολις εκατέλειψα την κασέτα …
-Και γίνεται ένα τσακ και το κασετοφωνο μάσησε τόσο άτσαλα την κασέτα που την κατέστρεψε για πάντα.
 Από τότε το “Ruby Babe” παρέμεινε ένα άγνωστο μαγικό τραγούδι φορεμένο μισό πάνω σε μια ΤDK και ο Ντιόν με κάποιου είδους συγκρατημένου τσαμπουκά στην άκρη της φωνής του – συνεχίζει μέχρι σήμερα να μου θυμίζει με προφορά του Μπρονξ και κάτι θριαμβευτικά “χεπ-χεπ” ενδιάμεσα στους στίχους, την εποχή που οι φίλοι μου, οι πραγματικοί μου φίλοι, δεν είχαν αρχίσει να φεύγουν ακόμα από χάπια ή αναποδογυρισμένες μηχανές. Πριν η ενηλικίωση εκραγεί ξαφνικά και κάνει χάλια όσους απομείναμε.
-Τότε που σχεδόν όλα περνάγαν από μπροστά μας μισά άγνωστα αλλά όχι απαρατήρητα.
3-18
 –‘Ενα μισό “Ruby Babe”, έστω και αν σημερα το έχω σε αυθεντικο σαρανταπεντάρι δισκάκι να κρέμεται ολόκληρο πλέον στον τοίχο μου μέσα σε κορνίζα, να φωνάζει αυτά που προλλάβαμε να ζήσουμε παρέα ρε παιδί μου, περιμένοντας να έρθουν όσα τελικά δεν προλλάβαν να ερθουν
Ενα μισό “Ruby Babe” για τα μισοφωτισμένο υπόγειο του ΜΟΝΤΕ ΚΑΡΛΟ στην Κυψέλη και τα μαθήματα μπιλιάρδου που έμειναν μισά, για τις ταινίες στο ΟΣΚΑΡ που είδαμε από τη μέση και μετά, μπαίνοντας ο ένας με το εισιτήριο του άλλου, για τα πάρτυ που έκοψε άδοξα στη μέση η αστυνομία, για τις γιορτές και τις συναυλίες που κόψαμε ένδοξα στη μέση εμείς, για ό,τι φανταστήκαμε  μισοευτυχισμένοι για παντοτινό και αδιαίρετο και στο τέλος κομματιάστηκε σε σωρούς από χρόνια, εβδομάδες, λεπτά και δευτερόλεπτα.
Ένα μισό “Ruby Babe” για τα ποτά που αφήσαμε στη μέση όταν μας πέταξαν έξω από το SALOON γιατι δεν ταίριαζε η εμφάνισή μας με το στιλ του μαγαζιού και για τα μαγαζιά που πετάξαμε εμείς στον γκρεμό γιατί η εμφάνισή τους δεν ταίριαζε στο στιλ μας. Για τη νύχτα που αποφασίσαμε να βάλουμε τον κώλο κάτω και να διαβάσουμε για το αυριανό διαγώνισμα, αλλά αφήσαμε στη μέση το διάβασμα λίγη ώρα μετά που μάθαμε οτι σκοτώθηκε ο Κόχραν στα κωλοβούνια του Αγίου Ιερόθεου και φύγαμε με ωτοστόπ από τις Τρεις Γέφυρες για το σπίτι του.
Ένα μισό “Ruby Babe” για το τελευταίο απογευματινό διάλειμμα στο σχολείο που έμοιαζε πάντα μικρότερο από τα άλλα, εκεί που οι φίλοι μου, ακόμα ζωντανοί περιτριγυρίζουν όλοι τους μισά ερωτευμένοι τη “Ρούμπι” αφήνοντας ο καθένας το άλλο μισό του έρωτά του ελεύθερο για να μην ειναι αιτία μια γκόμενα να τσακωθούν. Αλλά εκείνη δεν διαλέγει ποτέ, κάθεται ανέμελη στα σκαλιά περιμένοντας το κουδούνι για να μπει στην τάξη και ή θα τους μιλάει χωρίς να τους κοιτάζει ή θα τους κοιτάζει χωρίς να τους μιλάει …
Ένα μισό “Ruby Babe” που καμιά φορά μοιάζει με ολόκληρη-μισή ζωή. Το μαγικό άγνωστο μισό τραγούδι που συνεχίζει να βαράει μέσα μου με εκείνα τα μακρόσυρτα “ντου-ουάπ” φωνητικά να το συνοδεύουν και που δεν μπορει καμία βίντατζ εποχή να τα αναπαράγει και κανένα ρεμίξ να τα βρωμίσει.
Ένα μισό “Ruby Babe” σήμερα που όλα σχεδόν περνάνε από μπροστά μας πλήρη πια και πασίγνωστα αλλά τόσο απαρατήρητα.