Ήταν 9 Οκτωβρίου 1967 όταν ο Ερνέστο “Τσε” Γκεβάρα δολοφονήθηκε στη Βολιβία. Το πρόσωπο του επαναστάτη “Τσε” “αντέχει” ως σήμερα περισσότερο ως προϊόν διαφήμισης παρά ως εικόνα πολιτικής έμπνευσης. Μια διαφημιστική καμπάνια είναι πιο δυνατή από την αλλαγή που μπορεί να φέρει μια επανάσταση;

•Ο Ερνέστο Γκεβάρα ντε λα Σέρνα γεννήθηκε στο Ροσάριο της Αργεντινής, στις 14 Ιουνίου 1928. Και σκοτώθηκε στη Βολιβία, μετά από μάχη του Βολιβιανού στρατού και ανταρτών στις 9 Οκτωβρίου 1967.

Ο Τσε Γκεβάρα σπούδασε γιατρός. Συμμετείχε στο κίνημα της 26ης Ιουλίου που πέτυχε την ανατροπή του δικτατορικού καθεστώτος του Φουλχένσιο Μπατίστα στην Κούβα, αρχικά προσφέροντας τις ιατρικές γνώσεις του και αργότερα ως διοικητής των ανταρτών, ενώ υπήρξε μέλος της επαναστατικής κουβανικής κυβέρνησης προωθώντας ριζικές μεταρρυθμίσεις.

Το 1965, πιστός στη νίκη της επανάστασης στην Κούβα, έφυγε με στόχο την οργάνωση νέων επαναστατικών κινημάτων στο Κονγκό και αργότερα στη Βολιβία, όπου τραυματίστηκε, συνελήφθη και δολοφονήθηκε. Ο Ερνέστο Γκεβάρα ανέπτυξε θεωρίες πάνω στη στρατηγική και την τακτική του μοντέρνου ανταρτοπόλεμου και προσπάθησε να εφαρμόσει τις θεωρίες στην πράξη.

•Η επίσημη ανακοίνωση θανάτου του Τσε Γκεβάρα έγινε από τον διοικητή του 8ου Στρατιωτικού Τομέα του Βολιβιανού στρατού. Όμως υπάρχουν διάφορες φήμες για τις συνθήκες που το σύμβολο της επανάστασης έφυγε από τη ζωή.

Αέρα στην παραφιλολογία έριξε ύστερη νεκροψία που υποστήριξε πως ο Τσε Γκεβάρα δεν πέθανε στο πεδίο της μάχης αλλά πως ο Βολιβιανός στρατός τον συνέλαβε και τον εκτέλεσε μια μέρα αργότερα.

Στο Μεξικό

Στα τέλη Σεπτεμβρίου του 1954, ο Γκεβάρα ταξίδεψε στο Μεξικό. Το καλοκαίρι του 1955 ήρθε σε επαφή με τον αδελφό του Φιντέλ Κάστρο, Ραούλ, από τον οποίο πληροφορήθηκε την επικείμενη άφιξη του Κάστρο στο Μεξικό. Στις αρχές Ιουλίου του 1955, o Γκεβάρα συνάντησε για πρώτη φορά τον Φιντέλ Κάστρο.

Πεπεισμένος πως ο Κάστρο είχε τις προϋποθέσεις να αποτελέσει ένα χαρισματικό ηγέτη της κουβανικής επανάστασης, ο Γκεβάρα συμμετείχε στο κίνημα της 26ης Ιουλίου, με στόχο την ένοπλη δράση για την ανατροπή του κουβανικού καθεστώτος.

Ο Γκεβάρα συμφώνησε να τους συνοδεύσει με την ιδιότητα του γιατρού, ωστόσο έλαβε κανονικά μέρος στη στρατιωτική εκπαίδευση των ανταρτών, το βασικό στάδιο της οποίας ξεκίνησε στις αρχές του 1956, υπό τις οδηγίες του Μεξικανού παλαιστή Αρσάνιο Βαγένας σε ζητήματα εκγύμνασης και αυτοάμυνας, καθώς και του πρώην συνταγματάρχη του Ισπανικού Δημοκρατικού Στρατού, Αλπέρτο Μπάγιο. Στα απομνημονεύματα του Μπάγιο, πληροφορούμαστε πως ο Γκεβάρα επέδειξε μεγάλη θέληση κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης, αποτελώντας τον καλύτερο μαθητή του.

Την ίδια περίοδο, θεωρείται πιθανό πως απέκτησε το παρωνύμιο Τσε (Che), εξαιτίας της συχνής χρήσης της λέξης che (φίλος ή και επιφώνημα: Ε εσύ!) που έκανε ο ίδιος μιλώντας, έκφραση που αν και είχε εισαχθεί στη γλώσσα των Αργεντινών, φαινόταν αστεία στους Κουβανούς.

Στη Κούβα

Στις 25 Νοεμβρίου του 1956, 82 επαναστάτες, μεταξύ αυτών ο Φιντέλ Καστρο και ο Τσε Γκεβάρα, ξεκίνησαν με το πλοιάριο Γκράνμα από τον ποταμό Τούξπαν του Mεξικoύ και στις 2 Δεκεμβρίου έφτασαν παράνομα στην παραλία Λας Κολοράδας της Κούβας.

Τρεις μέρες αργότερα, η ομάδα έπεσε σε ενέδρα του κυβερνητικού στρατού και αποδεκατίστηκε: μόλις 22 μαχητές διασώθηκαν, μεταξύ των οποίων ο Φιντέλ, ο αδελφός του, Ραούλ, και τραυματισμένος αλλά αποφασισμένος όσο ποτέ, ο Γκεβάρα.

Οι αντάρτες κατάφεραν να ανασυνταχθούν και να καταφύγουν στην οροσειρά της Σιέρρα Μαέστρα, που έγινε το ορμητήριό τους. Με σημείο εκκίνησης την επίθεση αυτή, ο ρόλος του Τσε Γκεβάρα στον ανταρτοπόλεμο διαφοροποιήθηκε σταδιακά, αντιλαμβανόμενος o ίδιος όλο και λιγότερο ως μοναδικό καθήκον του την ιατρική συμπαράσταση και λαμβάνοντας ενεργό μέρος στις ένοπλες δραστηριότητες τον επαναστατών. Υπήρξε ο πρώτος αντάρτης, στον οποίο δόθηκε το αξίωμα του Κομαντάντε του Επαναστατικού Στρατού της Κούβας, στις 21 Ιουλίου 1957. Στις μάχες που ακολούθησαν, ο Αργεντινός εντυπωσίασε τον Κάστρο όχι τόσο για το θάρρος και τη δεξιοτεχνία του στην εκτέλεση των ιατρικών του καθηκόντων, όσο για τα στρατιωτικά του χαρίσματα και το πολιτικό του κριτήριο.

Αν και μέχρι τότε αποτελούσε έναν απλό οπλίτη, χωρίς να έχει διακριθεί ιδιαιτέρως σε στρατιωτικό επίπεδο αλλά έχοντας επιδείξει γενναιότητα και αρχηγικές δεξιότητες, ο Κάστρο τού εμπιστεύτηκε την ηγεσία της Δεύτερης Φάλαγγας του αντάρτικου στρατού. Αυτή η περίοδος έγινε η αποφασιστική μεταμόρφωση του ρομαντικού διανοούμενου Ερνέστο Γκεβάρα σε χαρισματικό “Κομαντάντε Τσε”.

Η μεγαλύτερη ίσως στρατιωτική επιτυχία του Τσε Γκεβάρα υπήρξε η κατάκτηση της Σάντα Κλάρα στις 29 Δεκεμβρίου 1958, μία καθοριστική στιγμή στην ιστορία της κουβανικής επανάστασης. Είχαν προηγηθεί δύο χρόνια ανταρτοπολέμου στη Σιέρρα Μαέστρα εναντίον του πολύ μεγαλύτερου στρατού του Μπατίστα, o οποίος δεχόταν και την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών. Με την κατάκτηση της Σάντα Κλάρα, ο δρόμος για την πρωτεύουσα Αβάνα ήταν πλέον ελεύθερος και την 1η Ιανουαρίου του 1959, ο δικτάτορας Μπατίστα εγκατέλειψε την Κούβα, με προορισμό την Δομινικανή Δημοκρατία. Τη μάχη στη Σάντα Κλάρα ακολούθησαν και άλλες σημαντικές πολεμικές συγκρούσεις, πριν την τελική επικράτηση των ανταρτών.

•Ο Τσε Γκεβάρα μαζί με τους Φιντέλ Κάστρο, Ραούλ Κάστρο και Καμίλο Σιενφουέγος, αποτέλεσε μετά την επανάσταση σημαντικό μέλος της νέας κουβανικής κυβέρνησης, η οποία σύντομα ξεκίνησε να πραγματοποιεί ριζικές μεταρρυθμίσεις, καθιερώνοντας για παράδειγμα δωρεάν σύστημα υγείας, όπως και ένα εκπαιδευτικό σύστημα που εξασφάλιζε και στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα (μέχρι τότε κυρίως αναλφάβητα) σχολική μόρφωση.

Στις 11 Δεκεμβρίου του 1964 εκπροσώπησε την Κούβα στη Συνδιάσκεψη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Στην ομιλία του ξεχωρίζει η έντονη διαμαρτυρία του ενάντια στην πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών και τις λατινοαμερικανικές δικτατορίες, η συμπαράταξή του στο θέμα του πυρηνικού αφοπλισμού και το ειρηνευτικό σχέδιο που προτείνει για την Καραϊβική. Λίγες ημέρες αργότερα, ξεκίνησε μία τρίμηνη διεθνή περιοδεία, κατά την οποία επισκέφτηκε την Αλγερία, την Κίνα, τη Γκάνα, τη Γουινέα, το Μάλι, το Κονγκό, την Τανζανία, με μικρές στάσεις στο Παρίσι, την Ιρλανδία και την Πράγα. Στις 24 Φεβρουαρίου έλαβε μέρος στη διάσκεψη του δεύτερου Οικονομικού Σεμιναρίου Αφροασιατικής Αλληλεγγύης, πραγματοποιώντας την τελευταία δημόσια παρουσία στο διεθνές προσκήνιο. Η ομιλία του προκάλεσε αρκετές εντάσεις στο σοβιετικό μπλοκ, δηλώνοντας πως οι σοσιαλιστικές χώρες όφειλαν να επωμιστούν το κόστος των εθνικοαπελευθερωτικών αγώνων. Στις 14 Μαρτίου του 1964 επέστρεψε από την Αφρική στην Κούβα και μετά από περίπου μία εβδομάδα παραμονής του στην Αβάνα τα ίχνη του χάθηκαν για αρκετούς μήνες.

O Τσε στο Κονγκό

Στο Κονγκό

Πρώτος σταθμός του Τσε Γκεβάρα, μετά τη φυγή του από την Κούβα υπήρξε το Κονγκό (σημερινή Λαϊκή Δημοκρατία του Κογκό), ενισχύοντας και βοηθώντας οργανωτικά τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό. Μαζί με τον δεύτερο στην ιεραρχία Βικτόρ Ντρέκε και δώδεκα ακόμα Κουβανούς πολεμιστές, έφθασε εκεί στις 24 Απριλίου του 1965, ενώ λίγο αργότερα ακολούθησαν και άλλοι Κουβανοί, συνθέτοντας συνολικά μία φάλαγγα με περισσότερα από εκατό μέλη.

Ο Τσε στα “χέρια” του στρατου της Βολιβίας

Στη Βολιβία

O Τσε Γκεβάρα έφτασε στη Βολιβία την 1η Νοεμβρίου του 1966 ταξιδεύοντας με αεροπλάνο από το Σάο Πάολο της Βραζιλίας. Στη Λα Πας σημαντική ήταν η επαφή του με μία γυναίκα γνωστή με το κωδικό όνομα Τάνια (πραγματικό όνομα Χάιντι Ταμάρα Μπούνκε). Μέσω αυτής ο Γκεβάρα εξασφάλισε ένα επίσημο έγγραφο, σύμφωνα με το οποίο αποτελούσε διαπιστευμένο μέλος μιας αποστολής του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών που πραγματοποιούσε έρευνα πάνω στις κοινωνικές και οικονομικές σχέσεις στις αγροτικές περιοχές της Βολιβίας. Το έγγραφο αυτό του έδινε τη δυνατότητα να ταξιδεύει ελεύθερα σε ολόκληρη τη χώρα.

Ο Γκεβάρα από τη στιγμή που πάτησε τα βολιβιανά βουνά, αποκατέστησε ασύρματη επικοινωνία με τον Κάστρο ο οποίος, παρότι κινδύνευε να επισύρει την οργή της Ουάσινγκτον, έκανε ό,τι μπορούσε για να ενισχύσει την προσπάθεια του παλιού του συντρόφου. Ο Κουβανός ηγέτης πίεζε προσωπικά τον πρώην αντιπρόεδρο της Βολιβίας, Χουάν Λεχίν, ο οποίος, αν και εξόριστος στη Χιλή, ασκούσε καθοριστική επιρροή στους αριστερούς εργάτες των ορυχείων, να συντονίσει το βήμα του με το αντάρτικο του Τσε.

Ο Θάνατος

Τη νύχτα της 7ης Οκτωβρίου ένας αγρότης διέκρινε κοντά στο χωριό Λα Ιγκέρα, στην περιοχή της χαράδρας Γιούρο, τις φιγούρες μίας ομάδας ανταρτών (συνολικά 17 άνδρες) και έτρεξε να ειδοποιήσει τον τοπικό στρατιωτικό διοικητή και λοχαγό Γκάρι Πράδο Σαλμόν. Λίγο αργότερα ακολουθούσε κυνηγητό, με τον Τσε Γκεβάρα τραυματισμένο στο πόδι, ανάμεσα στην ομάδα των ανταρτών και τις κυβερνητικές δυνάμεις. Την καταδίωξη παρακολουθούσε επίσης η CIA, με επικεφαλής τον πράκτορα Φέλιξ Ροδρίγκες, ο οποίος μετέφερε την πληροφορία της σύλληψής του στο αρχηγείο της υπηρεσίας του και σύντομα μετέβη ο ίδιος στο πεδίο της μάχης. Ο αιχμάλωτος Γκεβάρα δολοφονήθηκε, στις 9 Οκτωβρίου 1967, από τον υπαξιωματικό του βολιβιανού στρατού Μάριο Τεράν. Ο συγκεκριμένος αρχικά δίστασε να εκτελέσει την εντολή για τη δολοφονία του αλλά τελικά πυροβόλησε τον αιχμάλωτο, ο οποίος φέρεται να του είπε «Ήρθατε να με σκοτώσετε. Ρίξε, δειλέ, έναν άντρα θα σκοτώσεις». Ο θάνατός του σημειώθηκε λίγο μετά τη 1:00 το μεσημέρι.