Κώστας Β. Ζήσης

Έγινε η ανακοίνωση του προγράμματος του Ολύμπια Δημοτικού Μουσικού Θεάτρου «Μαρία Κάλλας», παρουσία του Δημάρχου Αθηναίων κ. Κώστα Μπακογιάννη. Ο δήμαρχος, η αντιδήμαρχος και απερχόμενη πρόεδρος του ΟΠΑΝΔΑ (Οργανισμός Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας  Δήμου Αθηναίων) Άννα Ροκοφύλλου, και ο νέος καλλιτεχνικός διευθυντής του θεάτρου Olivier Descotes, ανακοίνωσαν  τις παραστάσεις που θα παρουσιαστούν, οι οποίες φέτος αποφασίστηκε να είναι εξ ολοκλήρου παραγωγές ή συμπαραγωγές του θεάτρου.   Παραστάσεις που στο σύνολό τους αφορούν το μουσικό θέατρο και την όπερα, με τη προσθήκη εμβόλιμα κάποιων θεματικών συναυλιών . Αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι τον Ιανουάριο , στο πρόγραμμα περιλαμβάνεται μόνο μια θεατρική παράσταση και αυτή μόνο για δύο ημέρες.

Κι ενώ ο Κώστας Μπακογιάννης, παρόλο που επέμεινε στον προσδιορισμό του Θεάτρου ως Κέντρο Πολιτισμού της Αθήνας, σημείωσε και ο ίδιος την παραδοσιακή προσήλωσή του Ολύμπια στο μουσικό και λυρικό θέατρο, κι ενώ ο Olivier Descotes εξήρε το παράδειγμα του Παρισιού με τα δύο δημοτικά θέατρα (ένα αφιερωμένο στο θέατρο και το χορό και το δεύτερο αφιερωμένο στο μουσικό θέατρο την όπερα και την ελαφριά μουσική), κι ενώ η Άννα Ροκοφύλλου επέμεινε στην ιστορική διαδρομή και συμβολή του γκρεμισμένου από το 1940 Δημοτικού Θεάτρου Αθηνών επί της σημερινής πλατείας Κοτζιά*, εύλογα δημιουργήθηκε η απορία γιατί η Αθήνα το 2021, παραμένει η μοναδική ίσως πρωτεύουσα της Ευρώπης χωρίς Δημοτικό Θέατρο. Απορία που την εξέφρασα με ερώτηση στον δήμαρχο, ο οποίος απάντησε με κατηγορηματικό τρόπο  ότι δεν προτίθεται ο Δήμος να προχωρήσει σε απόκτηση και ίδρυση Δημοτικού Θεάτρου στην Αθήνα.

Το ερώτημα απόκτησε και νέες διαστάσεις λίγο αργότερα, όταν σε ερώτηση συναδέλφων, μάθαμε για ενοίκια της τάξης των 20.000 ευρώ μηνιαίως για το οίκημα του Ολύμπια προς την Τράπεζα Ελλάδας και για τις χορηγίες ιδιωτικών κεφαλαίων και συμπαραγωγών («γιατί κάπως έτσι μπορούμε να προχωρήσουμε», όπως σημείωσε ενδεικτικά η κυρία Ροκοφύλλου). Και κάπως έτσι,  έρχεται αυθόρμητα ο προβληματισμός, κατά πόσο μπορεί να ανταποκριθεί η Αθήνα στην πρόκληση ενός σύγχρονου Ευρωπαϊκού πολιτιστικού κέντρου, όταν για παράδειγμα ο Δήμος προκρίνει επένδυση 2.000.000 ευρώ για ένα έργο που ο ίδιος τελικά  έκρινε αναποτελεσματικό και η ίδια η κοινωνία πρακτικά το απέρριψε ως περιττό (και αναφέρομαι στον περίφημο πειραματικό «μεγάλο περίπατο» που επανασχεδιάζεται με νέα κονδύλια) και θεωρεί ανώφελη (με εμπορικούς και μόνο ίσως όρους;) την ίδρυση και απόκτηση ενός Δημοτικού Θεάτρου. Και εδώ, αξίζει να σημειωθεί, πως ένας διαβάτης στην Αθήνα δεν μπορεί να μην σταθεί μπροστά σε θαυμάσια κτίρια που καταδικάζονται σε καταστροφή  μέρα με την ημέρα, ενώ θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν σε αυτήν την κατεύθυνση από τοω Δήμο, ομορφαίνοντας μια πόλη που οδεύει στον μαρασμό (το υπέροχο κτίριο του πάλαι ποτέ κινηματογράφου Star επί της Αγίου Κωνσταντίνου, δίπλα στο Εθνικό Θέατρο, σε έναν δρόμο που παρακμάζει ενώ θα μπορούσε να μετατραπεί σε πολιτιστικό, θεατρικό επίκεντρο της πόλης είναι ένα τρανό παράδειγμα,).

Αλλά, τελικά,  είναι θέμα  προτεραιοτήτων και κυρίως πολιτικής αντίληψης και  επιλογών για τον τρόπο και την κατεύθυνση της ανάπτυξης της κοινωνίας και του πολιτισμού…

* To 1888 σε σχέδια Τσίλερ, εγκαινιάστηκε το Δημοτικό Θέατρο Αθηνών. Γκρεμίστηκε το 1940 από τον Κωνσταντίνο Κοτζιά που ήταν τότε Υπουργός Διοικήσεως Πρωτευούσης της κυβέρνησης του δικτάτορα Μεταξά. Ό ίδιος το διάστημα 1934-1936 είχε διατελέσει Δήμαρχος Αθηναίων. Η πλατεία που δημιουργήθηκε από την κατεδάφισή του πήρε το όνομά του! Η επίσημη αιτιολογία της κατεδάφισης ήταν οι φθορές που είχε υποστεί το κτίριο, αλλά παραμένει κοινό μυστικό ότι πίσω από αυτήν κρύβεται ο τότε Δοικητής της παρακείμενης Εθνικής Τράπεζας Ιωάννης Δροσόπουλος, ο οποίος διαμαρτύρονταν ότι το Δημοτικό Θέατρο κρύβει την θέα από το γραφείο του!