Του Παύλου Θ. Κάγιου //

Ο σκοταδισμός της ανδροκρατούμενης κοινωνίας, η βαρβαρότητα του πολέμου, η ηλιθιότητα του Χόλιγουντ και μια γαλλική κομεντί ανάμεσα στα νέα φιλμ, αλλά την παράσταση κλέβουν το προπολεμικό πρωτοποριακό φιλμ του Τζίγκα Βερτόφ «Kino eye» και το «Mystery train» του Τζίμ Τζάρμους.

“Ομίχλη τον Αύγουστο”
-Γερμανικό φιλμ βασισμένο στο ομώνυμο ιστορικό μυθιστόρημα του Ρόμπερτ Ντόμες. Με φόντο το ταραχώδες σκηνικό του πολέμου, ο 13χρονος Eρνστ θα βρει την οικογένεια που είχε από καιρό χάσει, ανάμεσα στις νοσοκόμες και τα άλλα παιδιά του ιδρύματος που κρατείται. Μέσα από τη φιλία ανακαλύπτει και την ασφάλεια μέσα σε αυτό το αφιλόξενο περιβάλλον. Σύντομα όμως θα ανακαλύψει ότι πίσω από τη βιτρίνα του ιδρύματος κρύβεται ένα θανάσιμο μυστικό. Και τότε ο Eρνστ θα κάνει τα πάντα για να βοηθήσει τους νέους φίλους του και να σαμποτάρει τα σχέδια των μεγάλων…
Σκηνοθεσία: Κάι Γουέσελ
Παίζουν: Σεμπάστιαν Κοχ, Ιβο Πιέτζκερ, Φρίτζι Χάμπερλαντ

 

 

“Ακόμα κρύβομαι για να καπνίσω”
-Κάθε μέρα η 50χρονη Φατιμά ανυπομονεί να φτάσει στη δουλειά της. Το χαμάμ αυτό είναι για εκείνη, όπως και για τις υπόλοιπες γυναίκες που συχνάζουν σε αυτό, ένα καταφύγιο από την κακομεταχείριση των ανδρών τους, την απειλή των φανατισμένων φονταμενταλιστών, τη βία και τον θάνατο. Μαζί με τη βοηθό της, η Φατιμά προσφέρει παρηγοριά, μασάζ και ηρεμία σε δεκάδες γυναίκες -από έφηβες ως ηλικιωμένες γυναίκες- που επιθυμούν να βγάλουν τις μαντίλες τους, να ηρεμήσουν και να αποδράσουν από την καταπίεση του έξω κόσμου. Οι συζητήσεις τους κυμαίνονται από τα μικρά και καθημερινά ως τα πιο κρίσιμα ζητήματα της ζωής τους, και τους οδηγούν σε αντιπαραθέσεις όλων των ειδών – και όταν η 16χρονη έγκυος Μεριέμ έλθει στο χαμάμ για να γλιτώσει από την οργή του αδερφού της, οι γυναίκες θα πρέπει να ενωθούν για να αντιμετωπίσουν την απειλή.

Βασισμένο στο ομώνυμο θεατρικό έργο που είχε προκαλέσει αίσθηση στο Παρίσι και ολόκληρο τον κόσμο για την τολμηρή του γραφή, και γυρισμένο στη Θεσσαλονίκη, το «Ακόμη Κρύβομαι για να Καπνίσω» είναι μια ταινία για την καταπίεση και τον θρησκευτικό και πολιτικό φονταμενταλισμό, από μια γυναίκα που έχει βιώσει τη φρίκη τους από πρώτο χέρι και έζησε για να αφηγηθεί την ιστορία της. Η Ραϊάνα απέδρασε από την Αλγερία για να κάνει σινεμά και, με τη βοήθεια της παραγωγού της, Μισέλ Γαβρά, παρουσιάζει μια ταινία για μια ολόκληρη χώρα που βυθίστηκε στο σκοταδισμό, αλλά και για τις απανταχού γυναίκες, οι οποίες πληρώνουν το ακριβότερο τίμημα κάθε φορά που ο σκοταδισμός αυτός επιστρέφει, ή επιμένει να επικρατεί, σε κάθε μεριά του πλανήτη.
Σκηνοθεσία-σενάριο: Ραϊάνα
Παίζουν: Χιάμ Αμάς, Φαντιλά Μπελκεμπλά, Νάντια Κάσι, Νάσιμα Μπενσικού

 

“Μαμά ή γιαγιά;”
-Η Avril και η μητέρα της Mado είναι αχώριστες αν και τελείως διαφορετικές. Η Avril είναι 30χρονών, παντρεμένη, εργάζεται και γενικώς είναι πολύ οργανωτική. Αντίθετα η μητέρα της είναι μία αιώνια έφηβη που από την ημέρα που πήρε διαζύγιο έχει εγκατασταθεί στο σπίτι της κόρης της. Όταν η Avril της ανακοινώνει ότι είναι έγκυος αυτή συμπεριφέρεται σαν κακομαθημένο παιδί και αρνείται να αποδεχτεί την μελλοντική της ιδιότητα σαν γιαγιά. Όταν μάλιστα συνειδητοποιεί ότι είναι και η ίδια έγκυος τότε η ευαίσθητη ισορροπία στη σχέση μάνας και κόρης κλονίζεται και η Avril αναρωτιέται πως είναι δυνατόν η μητέρα της να είναι τόσο ανώριμη ώστε να μείνει έγκυος ταυτόχρονα με την κόρη της. Έτσι ενώ η Mado δεν είναι καθόλου έτοιμη να γίνει μητέρα για δεύτερη φορά, η Avril την ίδια στιγμή δεν είναι καθόλου έτοιμη να δει την μητέρα της να γίνεται ξανά μητέρα.
Η Ζυλιέτ Μπινός και ο Λαμπέρ Ουίλσον συναντιούνται ξανά στην μεγάλη οθόνη, 32 χρόνια μετά το “Rendez-vous” του Αντρέ Τεσινέ.

Σκηνοθεσία: Νοεμί Σαλιό
Παίζουν: Ζιλιέτ Μπινός, Καμίλ Κοτέν, Λαμπέρ Ουίλσον, Κατρίν Τζακόμπ, Ζαν – Λικ Μπιντό

 

“Kingsman: H Μυστική Υπηρεσία”

-Αν θέλετε να διαπιστώσετε ότι η ηλιθιότητα και η αφέλεια δεν έχουν όρια, δείτε αυτό το ανεκδιήγητο χολιγουντιανό κατασκεύασμα και παραδοθείτε! Τα γραφεία της εταιρείας Kingsman – μίας ανεξάρτητης, διεθνούς υπηρεσίας πληροφοριών που … κρατάει τον κόσμο ασφαλή- καταστρέφονται και ο κόσμος βρίσκεται σε ομηρία. Τότε, κάποια ξεφτέρια αυτής της εταιρείας, ανακαλύπτουν έναν οργανισμό κατασκοπείας στην Αμερική με το όνομα Statesman που θέλει να πάρει τη δική τους θέση και να αιχμαλωτίσει όλο τον πλανήτη. Ε, το τι γίνεται από δω και πέρα είναι απερίγραπτο και μάλιστα με την παρουσία πολύ καλών ηθοποιών που … θυσιάζονται προκειμένου να σώσουν τον κόσμο.
Βασισμένο στο κόμικ «The Secret Service» από τους Μαρκ Μίλαρ και Ντέιβ Γκίμπονς.

Σκηνοθεσία: Μάθιου Βον
Παίζουν: Κόλιν Φερθ, Τζούλιαν Μουρ, Τάρον Έγκερτον, Μαρκ Στρονγκ, Χάλι Μπέρι,
Έλτον Τζον, Τσάνινγκ Τέιτουμ, Τζεφ Μπρίτζες

“KINO EYE”

-Με το «KINO EYE» του 1924 ο Τζίγκα Βερτόφ εισηγείται ουσιαστικά για πρώτη φορά τον ποιητικό, όχι μυθοπλαστικό, κινηματογράφο της τεκμηρίωσης, όπου η κάμερα κινηματογραφεί τη ζωή με αναπάντεχο τρόπο, πιάνοντας στα «πράσα» την πραγματικότητα με μια συλλογή μικρών επεισοδίων από την καθημερινότητα της νεαρής Σοβιετικής Ένωσης. Σύμφωνα με τον Βερτόφ η οθόνη του ντοκιμαντέρ δεν πρέπει να αντιγράφει τα ανθρώπινα μάτια, αλλά να αναδεικνύει ό,τι αυτά δεν μπορούν να «δουν».

«Τελειοποιεί» την ανθρώπινη θέαση των γεγονότων, με την κάμερα να μετατρέπεται σε «προέκταση» του ματιού, σε οπτικό «νυστέρι» αποκάλυψης της πραγματικότητας στις λιγότερο φωτισμένες, αλλά υπαρκτές πλευρές της.

-Με την κάμερα στα χέρια του αδελφού του, Μιχαήλ Κάουφμαν, ο Βερτόφ πειραματίζεται συνεχώς στην ταινία, η οποία δομείται σαν «συλλογή» μικρών επεισοδίων από την καθημερινότητα της νεαρής Σοβιετικής Ένωσης. Ό,τι ακολουθεί είναι για τον Βερτόφ μια συνεχής αναζήτηση νέων τρόπων, μεθόδων, τεχνικών, από το γύρισμα μέχρι και το μοντάζ, ώστε να φέρει τον κινηματογράφο σε ένα επίπεδο αλληλεπίδρασης με το θεατή. Ιδιαίτερα δούλεψε πάνω στην «αντιπαράθεση» των σκηνών στο μοντάζ, χρησιμοποιώντας στα κατάλληλα σημεία και γραπτές πινακίδες (τίτλους), σε μια προσπάθεια ακριβώς να μετατρέψει το θεατή σε «συμμέτοχο» των γεγονότων που παρατίθενται. Μια αναζήτηση που αντικειμενικά άνοιξε νέους δρόμους, τόσο για το ντοκιμαντέρ, όσο και για τον κινηματογράφο εν γένει, με πρωτόγνωρους, για την εποχή, πειραματισμούς, οι οποίοι εξακολουθούν να λειτουργούν με τον ίδιο φρέσκο τρόπο και στο σημερινό θεατή.

-Ο Βερτόφ θα έχει την ευκαιρία να εφαρμόσει τις ιδέες του με εκπληκτικά αισθητικά και προπαγανδιστικά αποτελέσματα στο περίφημο κινηματογραφικό, θεματικό «περιοδικό» κάτω από το γενικό τίτλο «Κινοπράβντα» (σ.σ. κινηματογραφική/κινηματογραφούμενη αλήθεια) μεταξύ 1922 – 1924. Το πιο σημαντικό αποτέλεσμα αυτής της περιόδου είναι η ταινία «KINO EYE» ( κινηματογραφικό μάτι») του 1924, το οποίο διακρίθηκε και στη διεθνή έκθεση του Παρισιού την ίδια χρονιά.

ΤΖΙΓΚΑ ΒΕΡΤΟΦ – ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Ο Τζίγκα Βερτόφ γεννήθηκε στην Πολωνία το 1896 και το πραγματικό του όνομα ήταν Ντενίς Αρκάντεβιτς Κάουφμαν. Θέλοντας ωστόσο να συμβολίσει ακόμη και μέσα από το ψευδώνυμό του τους ιδεολογικούς και αισθητικούς προσανατολισμούς του, διάλεξε σαν όνομα το «Τζίγκα», που στα πολωνικά σημαίνει «λυκόπουλο» και επώνυμο το «Βερτόφ », βασισμένο στη ρωσική λέξη που αναφέρεται στη συνεχή κίνηση.

Αν και οι προεπαναστατικές σπουδές του ήταν στο ψυχονευρολογικό ινστιτούτο της Μόσχας, ωστόσο, ο Οχτώβρης, τον βρίσκει πίσω από την κινηματογραφική κάμερα, στο τμήμα κινηματογραφικών χρονικών της «Κινοκομιτέτ» (επιτροπή κινηματογράφου) της Μόσχας. Εκεί θα συμμετάσχει στο μοντάζ του πρώτου σοβιετικού κινηματογραφικού χρονικού «Κινηματογραφική Εβδομάδα» (1918-19).

Στον εμφύλιο που ακολούθησε την Επανάσταση, ο Βερτόφ θα είναι ένας από τους κινηματογραφιστές και άλλους καλλιτέχνες που επάνδρωσαν τα θρυλικά «προπαγανδιστικά τρένα», τα οποία «όργωναν» το νεαρό σοβιετικό κράτος για να αφυπνίσουν και να ενδυναμώσουν τις λαϊκές συνειδήσεις ενάντια στη λυσσαλέα επίθεση της εγχώριας μπουρζουαζίας και των σπαραγμάτων της αριστοκρατίας και των ξένων συμμάχων τους. Αναδείχθηκε σε επικεφαλή των κινηματογραφικών συνεργείων στα μέτωπα του εμφυλίου, εντυπωσιακά όσο και επικίνδυνα γυρίσματα που μετατράπηκαν σε ταινίες όπως «Η μάχη στο Τσαρίτσινο» (1919), «Ιστορία του εμφυλίου πολέμου» (1922) κ.ά. Μέσα από αυτή τη δράση ο Βερτόφ θα αρχίσει να συγκροτεί την προσέγγισή του στο ντοκιμαντέρ: Η οθόνη της τεκμηρίωσης δεν πρέπει να αντιγράφει τα ανθρώπινα μάτια, αλλά να αναδεικνύει ό,τι αυτά δεν μπορούν να «δουν».. Από τα πιο γνωστά του έργα είναι : «Λενινιστική κινοπράβντα» (1924), «Στην καρδιά του αγρότη ο Λένιν ζει» (1925), «Προχώρα, Σοβιέτ!» (1927), «Ενδέκατος» (1928), «Το ένα έκτο της γης» (1929), «Η Συμφωνία του Ντονμπάς» (1930) και το συγκλονιστικό «Τρία τραγούδια για τον Λένιν» (1934).

“Mystery train”
-Ενα ζευγάρι Γιαπωνέζων σ’ ένα ταξίδι προσκύνημα στο Μέμφις, πατρίδα του Πρίσλεϊ, μια νεαρή Ιταλίδα που βλέπει το φάντασμα του Βασιλιά, ένας Άγγλος που τον φωνάζουν κοροϊδευτικά Έλβις. Τρεις παράλληλες ιστορίες που διεξάγονται σε μια πόλη φάντασμα, όπως τις καταγράφει με λιτό αφηγηματικό στυλ ο Τζιμ Τζάρμους.

-Ο ίδιος ο Τζάρμους λέει για το «Mystery train»: «Η ταινία γυρίστηκε το καλοκαίρι του 1988 στο Μέμφις. Μήνες νωρίτερα έφτασα στην πόλη μετά από μια χιονοθύελλα. Οδηγούσα στους δρόμους της πόλης ψάχνοντας για το ιδανικό σκηνικό μου. Σταματώ σε μια διασταύρωση και βλέπω: έναν παροπλισμένο σταθμό τρένων, το εστιατόριο Arcade Luncheonette diner και το εγκαταλελειμμένο ξενοδοχείο Arcade. Το 1990 σε μια συνέντευξή του στο Spin είχα πει: “Έπαθα πλάκα με το μέρος. Αυτό το σταυροδρόμι ήταν γεμάτο φαντάσματα. Το ξέρεις ότι κάποτε σε αυτό το δρόμο έκανε βόλτες ο Ρόμπερτ Τζόνσον και ότι ο Μάντι Γουότερς περίμενε το τρένο σε αυτόν τον σταθμό;”».

O Τζιμ Τζάρμους θεωρείται μία από τις σπουδαιότερες μορφές του αμερικανικού ανεξάρτητου σινεμά. Οι ταινίες του συχνά διακρίνονται για τον υπερβατικό μινιμαλισμό τους και την ανατροπή των παραδοσιακών κινηματογραφικών ειδών, όπως της ταινίας δρόμου, του γουέστερν και του αστυνομικού.
Γεννήθηκε το 1953 στο Οχάιο των Η.Π.Α. Εγκαταστάθηκε αρχικά στο Σικάγο για σπουδές, στη συνέχεια όμως μετεγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη στο πανεπιστήμιο Κολούμπια για να σπουδάσει αμερικάνικη και αγγλική λογοτεχνία, απ’ όπου αποφοίτησε το 1975. Τον τελευταίο χρόνο των σπουδών του ταξίδεψε στο Παρίσι, όπου επηρεάστηκε από τον γαλλικό κινηματογράφο και τους Ιάπωνες σκηνοθέτες. Με την επιστροφή του στις Η.Π.Α. εγγράφηκε στο κινηματογραφικό τμήμα του πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, όπου γνώρισε τον Βιμ Βέντερς, από τον οποίο και επηρεάστηκε. Το 1984 με την ταινία του «Πέρα από τον Παράδεισο» κέρδισε τη Χρυσή Κάμερα Πρωτοεμφανιζόμενου Σκηνοθέτη στο Φεστιβάλ Καννών ενώ το 2005 στο ίδιο Φεστιβάλ τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής για την ταινία του «Τσακισμένα λουλούδια».

Σκηνοθεσία & Σενάριο: Τζιμ Τζάρμους
Παίζουν: Στιβ Μπουσέμι, Σάρα Ντράιβερ, Νικολέτα Μπράσκι, ΜασατόσιΝαγκάσε, Γιούκι Κουντό

“Στην άκρη του Τούνελ”

-Ο Χοακίν είναι παγιδευμένος στο ίδιο του το σπίτι, μετά από ένα ατύχημα που τον άφησε σε αναπηρικό καροτσάκι.
Η δύσκολη οικονομική του κατάσταση, τον αναγκάζει να νοικιάσει ένα δωμάτιο του σπιτιού του. Η άβολη συνύπαρξη του με τη νέα του συγκάτοικο μετατρέπεται σιγά σιγά σε φιλία κι ερωτικό ενδιαφέρον, έως ότου ο Χοακίν ανακαλύψει ότι εκείνη βρίσκεται εκεί για άλλο λόγο.
Μαζί με τους συνεργάτες της είχαν οργανώσει το τέλειο έγκλημα, έως ότου ο Χοακίν αποφάσισε να παρέμβει…
Σκηνοθεσία: Ροντρίγκο Γκράντε.
Παίζουν: Λεονάρντο Σμπαράλιο, Κλάρα Λάγο.