επιμέλεια: Ελένη Σωτάκη //

Οι πιο ευχάριστες και ωφελιμιστικές συμπεριφορές στη ζωή “πληρώνονται” με μεγάλο τίμημα. Όσες κατά γενική ομολογία θεωρούνται ανιδιοτελείς πράξεις μπορεί να έχουν πολλές ανεπιθύμητες, ακόμη και επιβλαβείς, συνέπειες. Αυτό είναι αναμενόμενο, όταν οι προθέσεις και οι σκοποί αγιάζουν τα μέσα.

Τι συμβαίνει, όμως, όταν κάποιος επιθυμεί να είναι καλός και να κάνει το καλό;  Η φράση «ο δρόμος προς την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις» το περιγράφει χαρακτηριστικά. Στη βουδιστική ψυχολογία υπάρχει ένα όνομα για αυτό το φαινόμενο. Οι «κοντινοί εχθροί» είναι συναισθήματα που εκλαμβάνονται λανθασμένα ως θετικά και ως αρετές.

Ο Βουδισμός, για παράδειγμα, εξηγεί ότι τα θετικά, υγιή συναισθήματα οδηγούν στην ευτυχία μακροπρόθεσμα, ενώ τα αρνητικά, καταστροφικά συναισθήματα οδηγούν σε πόνο. Με αυτόν τον τρόπο, τα συναισθήματα δείχνουν την τροχιά, στην οποία προσανατολίζουμε τη ζωή μας.

Η έννοια των κοντινών εχθρών καταδεικνύει πως, μολονότι κάτι μπορεί να φαίνεται ενάρετο, μπορεί να εξαπατήσει και να προκαλέσει περισσότερα προβλήματα μακροπρόθεσμα. Για παράδειγμα, μια κτητική σχέση μπορεί να μοιάζει σαν αγάπη, αλλά στην πραγματικότητα είναι γεμάτη φόβο και απόρριψη. Μια χαλαρή συμπεριφορά μπορεί να μοιάζει πολύ με ηρεμία, ενώ στην πραγματικότητα ίσως είναι παραίτηση και αδιαφορία.

Ο κοντινός εχθρός της αγάπης: προσκόλληση
Αν ομολογήσετε την αγάπη σας σε κάποιον, τότε του έχετε ανοίξει τον εαυτό σας. Όταν σκεφτόμαστε την αγάπη, το βλέπουμε συχνά από μια εγωκεντρική προοπτική. Είναι η εκπλήρωση της προσωπικής μας επιθυμίας να αγαπηθούμε και να νιώσουμε ασφαλείς. Όταν αυτό αποτύχει ή σταματήσει, τότε η αγάπη τελειώνει. Στη βουδιστική ψυχολογία, αυτός ο τύπος αγάπης μοιάζει περισσότερο με προσκόλληση, που συνδέεται με το όφελος και θεωρείται ανταγωνιστική της πραγματικής αγάπης. Στην προσκόλληση ανησυχεί πολύ κάποιος για αυτό που του λείπει και φροντίζει να το αποκτήσει και να το κρατήσει. Η αγάπη όμως δεν βασίζεται στην ικανοποίηση των προσωπικών αναγκών ή στην κατοχή. Βλέποντας την αγάπη ως κάλυψη αναγκών, το άτομο διαχωρίζει τον εαυτό του από τον κόσμο και αδυνατεί να νιώσει ασφαλές. Η ουσιαστική αγάπη δεν κάνει διάκριση σε ποιον και σε τι απευθύνεται. Αυτό μπορεί να ακούγεται ακόμα και ιερό. Είναι όμως περισσότερο μια βάση για τη ζωή, μια ποιότητα. Η αγάπη δεν παύει. Δεν τελειώνει. Επιτρέπει να είμαστε ανοιχτοί.

Οι κοντινοί εχθροί της συμπόνιας: οίκτος και απελπισία
Σε γενικές γραμμές, οι περισσότεροι άνθρωποι θέλουν να βοηθούν με όποιο τρόπο μπορούν. Ωστόσο, ακόμη και όταν έχει κανείς τις καλύτερες προθέσεις, αυτό δεν το πετυχαίνει πάντοτε. Όταν κάποιος θεωρώντας πως είναι συμπονετικός και βοηθητικός, στην πραγματικότητα, δίνει απλώς αυτό που θέλουν οι άλλοι. Σε αυτού του είδους τη συμπόνια το άτομο επιλέγει να είναι ευχάριστο, αποφεύγει τις συγκρούσεις και προστατεύει την καλή εικόνα του.

Ο οίκτος από την άλλη διευρύνει μια αίσθηση διαχωρισμού ανάμεσα στους ανθρώπους και δεν ευνοεί την σύνδεση. Ο πόνος του άλλου βλέπεται από απόσταση και έτσι μπορεί κανείς να συνεχίσει τη μέρα του.

Η απελπισία επίσης υπερβαίνει τη συμπόνια στην προσπάθεια κανείς να πάρει τα δεινά των άλλων πάνω του και να αισθανθεί αποδεκτός, αλλά και σαν να κάνει μια χάρη. Αυτό μπορεί να τον καταστήσει αλαζόνα. Μπορεί ακόμα να του ασκήσει υπερβολική πίεση σε προσωπικό επίπεδο.

Η συμπόνια δεν έχει να κάνει με το να κάνουμε τους άλλους να αισθάνονται καλύτερα.Ή να εμφανίζεται κάποιος σαν ένα καλό άτομο. Η συμπόνια είναι η ικανότητα αποδοχής τόσο του δικού μας πόνου, όσο και του πόνου του άλλου. Γίνεται με ανοιχτή καρδιά.

Ο κοντινός εχθρός της αμοιβαίας χαράς: υπεραισιοδοξία
Όλοι γνωρίζουμε έναν υπεραισιόδοξο άνθρωπο που εκδηλώνει χαρά και θετικότητα με κάθε τρόπο. Η υπερβολική αισιοδοξία όμως μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο για απομάκρυνση από ανεπιθύμητα συναισθήματα ή εμπειρίες. Είναι τα μικρά ψέματα και η προσποίηση ότι όλα είναι εντάξει, όταν η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Κάτι τέτοιο μπορεί να λειτουργήσει ως μια ισχυρή ασπίδα που εμποδίζει την αναγνώριση και αποδοχή των συναισθημάτων και της κατάστασης που το άτομο βρίσκεται. Για παράδειγμα, μπορεί να σημαίνει ότι αποφεύγει να βιώσει κανείς την πλήξη, τη μοναξιά, τη θλίψη ή τη λύπη.

Μια τέτοια στάση ωστόσο, δεν ευνοεί την εσωτερική ησυχία, ώστε να αισθανθεί κανείς και να εκτιμήσει την πραγματική χαρά. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η υπερβολική αισιοδοξία, συχνά συνδέεται με την «υποκρισία».

Η χαρά δεν είναι μια ευφορική ή παραληρηματική κατάσταση. Είναι μια έμφυτη εκτίμηση που επιτρέπει να συμμετέχει κανείς πλήρως στη ζωή, ενώ αισθάνεται χαρά με ευτυχία των άλλων. Χωρίς αμοιβαία χαρά, το άτομο μπορεί να βιώνει ένα αίσθημα ζήλειας απέναντι σε άλλους ανθρώπους. Μπορεί να κάνει σύγκριση της ζωής και της χαράς του με άλλους και να νιώθει μειονεκτικά. Η χαρά εκτείνεται πέρα από τον ανταγωνισμό. Δεν επιθυμεί να εξασφαλίσει και να συσσωρεύσει την περιορισμένη προσφορά χαράς στον κόσμο. Είναι η συνειδητοποίηση ότι η χαρά είναι απεριόριστη και έρχεται μέσα από την κοινή εκτίμηση και απόλαυση της ζωής. Λόγω του ατομικιστικού μας κόσμου, αυτό το είδος γενναιόδωρης χαράς μπορεί να γίνεται ολοένα και πιο σπάνιο.

Ο κοντινός εχθρός της αυτοκυριαρχίας: απάθεια ή αδιαφορία
Μία από τις πιο πολύτιμες αρετές του Βουδισμού είναι η αταραξία. Αυτό δεν πρέπει να συγχέεται με μια παθητική, αδιάφορη στάση απέναντι στη ζωή. Αυτό είναι ψευδο-ισορροπία και «πνευματική παράκαμψη». Όπως κάποιος μπορεί να χρησιμοποιήσει ουσίες, αλκοόλ ή το κινητό του, για να αποφύγει να αντιμετωπίσει τον συναισθηματικό του κόσμο, έτσι και στην πνευματική παράκαμψη στόχος είναι η φυγή από τις δυσκολίες.

Υιοθετώντας κανείς τη στάση αυτή μπορεί να γίνει υπερβολικά παθητικός, απαθής και αδιάφορος. Πολλοί άνθρωποι μετέρχονται τέτοιες πρακτικές για να πάρουν προσωρινή ανακούφιση και απόσταση από άλυτα συναισθηματικά ζητήματα.

Ωστόσο, υπάρχει μια βασική διαφορά. Σε αντίθεση με την αταραξία, η απάθεια και η αδιαφορία βασίζονται στη σκόπιμη απομάκρυνση από την εμπειρία, αντί να στραφούν προς αυτήν. Το άτομο δεν στρέφεται στη ζωή, απομονώνεται και αποδυναμώνεται. Καθίσταται απρόθυμο να αντιμετωπίσει τις ανεπιθύμητες πτυχές της πραγματικότητας.

Η αταραξία δεν κατακτιέται γρήγορα. Θεωρείται μια υψηλή αρετή του Βουδισμού για τον λόγο τού ότι είναι μια σταδιακή διαδικασία και πρακτική. Φέρνει αγάπη, συμπόνια και χαρά στον εαυτό και στον κόσμο. Μέσω αυτής της πρακτικής, σταδιακά αλλά σίγουρα, εγκαταλείπει το άτομο την παθητικότητα ή την πνευματική παράκαμψη. Αποκτά εμπιστοσύνη σε όσα έχει να του προσφέρει η ζωή – όσο δύσκολη, προκλητική, χαρούμενη και απίστευτη είναι.