Αντί κριτικής | Η τραγική ειρωνεία ως πολιτική πράξη στην «Εκάβη-όχι Εκάβη» του Τιάγκο Ροντρίγκεζ – μια μπρεχτική αποκάλυψη. Αντιλαμβανόμενος την ουσία της αρχαίας τραγωδίας  και τη βαρύτητα της αντίστασης ως μέρος της ηθικής τάξης που πρεσβεύει, αναδεικνύει το τραγικό ως την αντίθεση του ατομικού αιτήματος με την κοινωνική πραγματικότητα.  Η Μοίρα και οι Θεοί, που στην περίπτωση της σύγχρονης Νάντιας-Εκάβης δίνουν τη θέση τους σε ένα σάπιο δικαστικό σύστημα, ενώ συνθλίβουν τον Άνθρωπο, γίνονται το έναυσμα της δραστηριοποίησής του

Θα γραφούν πολλά για την παράσταση του Τιάγκο Ροντρίγκεζ στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου με τη Comédie-Française με τον τίτλο «Εκάβη, όχι Εκάβη».  Ο Πορτογάλος καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ της Αβινιόν, διατρέχει την τραγωδία του Ευριπίδη «Εκάβη», διαπλέκοντας την με την ιστορία μιας σύγχρονης γυναίκας-ηθοποιού, που παράλληλα με τις πρόβες της σε αυτή τα αρχαίο δράμα, έρχεται αντιμέτωπη με το προσωπικό της δράμα (ή τελικά όχι και τόσο προσωπικό;), την κακοποίηση του αυτιστικού γιού της στο ίδρυμα που φιλοξενούνταν  και τον δικαστικό αγώνα της για τη δικαίωση του παιδιού της.  Θα γραφτούν πολλά για τις γεμάτες φυσικότητα ερμηνείες των ηθοποιών, για τη στιβαρότητα της πρωταγωνίστριας, για τη σύλληψη και τη δραματουργία, τη σκηνική απόδοση και τη θεατρική αναμέτρηση με το Μύθο του Ευριπίδη.

Το επίτευγμα του Τιάγκο Ροντρίγκεζ  είναι σπουδαίο, όχι απλά γιατί ανέδειξε μια τέτοια αληθινή ιστορία, όχι γιατί ανακάτεψε την τράπουλα της αρχαίας τραγωδίας με το σύγχρονο παράδειγμα, αλλά γιατί επαναπροσδιόρισε την έννοια και την αξία του τραγικού, μέσα από μια συνεπή μπρεχτική προσέγγιση και ακολουθία. Και για να συμβεί αυτό, αναμφισβήτητα προϋπήρξε βαθιά μελέτη του αρχαίου δράματος, και –προπάντων – ένα όραμα πάνω σε αυτό. Αυτό, το τελευταίο, δεν το συναντάς εύκολα στις μέρες μας.

Η σύλληψη του τραγικού στην «Εκάβη, όχι Εκάβη» είναι πολυεπίπεδη, σύνθετη και εξόχως αριστοτεχνική μιας και μεταλαμπαδεύεται στο κοινό μέσα από φαινομενικά απλοϊκά ερμηνευτικά και θεατρικά μέσα. Η τραγική ειρωνία που δεν εντοπίζεται απλά σε σημεία, αλλά αποτελεί την πεμπτουσία της παράστασης, δεν περιορίζεται απλά στο Λόγο και στον υπαινιγμό. Η τραγική ειρωνία απλώνεται σε όλα τα στοιχεία της παράστασης, από τα κοστούμια και τη σκηνογραφία, στις ερμηνείες , στη μουσική, στις λέξεις και το λόγο, στην κίνηση και την εκφορά. Σύσσωμη η παράσταση δονείται και πάλλεται στους ρυθμούς της. Η τραγική ειρωνία εισβάλλει αργόσυρτα και ύπουλα στην πρώτη σκηνή της «πρόβας» για να κατακτήσει την Ορχήστρα, ενώ τα κύματά της  θα έχουν «πνίξει» καθηλωτικά το Κοίλον στο φινάλε της.

Η συνθήκη της πρόβας, τα κοστούμια (μαύρες χλαμύδες και χιτώνες, που με ένα πρόσθετο σακάκι, μετατρέπονται σε σύγχρονα ρούχα), η εμβόλιμη ιστορία-αφήγηση της πληγωμένης σκύλας που έχασε και ξαναβρήκε το μικρό της,  το άγαλμα/εικονοποίηση της που στέλνει πύρινες γλώσσες φωτός από τα τραύματα του στο κοινό, η ασύλληπτη αντιθετική εναλλαγή άσπρου-κίτρινου φωτισμού, το κομμένο πόδι που γίνεται βρέφος στα σπάργανα, οι υπόκωφοι βόμβοι από το υπερπέραν, σε συνδυασμό με τις μουσικές του Otis Redding,, τα πολλαπλά ερμηνευτικά επίπεδα,  οι υπαινιγμοί για τη θεατρική τέχνη, ο λόγος του δωδεκάχρονου αυτιστικού Ότις, όπου κάθε λέξη έχει την άρνησή της, αυτός ο λόγος που έχει γίνει η δική μας πραγματικότητα(το απαύγασμα της ειρωνίας), όπου σε κάθε «θέλω» μας υπάρχει η «αδυνατότητά» του, σε κάθε κατάφασή, υπάρχει η άρνηση. Ο ηθοποιός που γίνεται Αγαμέμνονας, που γίνεται εισαγγελέας, ο ηθοποιός που γίνεται Πολυμήστορας, που γίνεται υφυπουργός Υγείας, η τύφλωση που γίνεται σε θεατρικό και πραγματικό χρόνο. Η ερμηνευτική αποστασιοποίηση, η οποία δεν εργαλειοποιείται ως κίβδηλη «νεωτεριστική» πρόταση, αλλά έχει θέση και αξία στην δραματουργία του Ροντρίγκεζ.

Αποστασιοποίηση που επικοινωνεί διαλεκτικά με την ποιητικότητα του λόγου και την αναπόφευκτη συγκινησιακή φόρτιση η οποία όμως δε βαρύνεται από μελό ευκολίες.  Το σπάσιμο του χρόνου και του τόπου. Η αποσυμβολοποίηση που επιτυχάνεται με τη διαχρονικότητα. Η εισβολή του θεάτρου στην πραγματικότητα, η πολιορκία του θεάτρου από την πραγματικότητα. Ο σπαρακτικός σκυλίσιος λυγμός, ως υπόσχεση στο τέλος της παράστασης.

Με ιψενική ακρίβεια ο Τιάγκο Ροντρίγκεζ ασφαλίζει από παντού αυτό το τόσο σύγχρονο έργο που διανύει την αρχαία τραγωδία και δημιουργεί μια συμπαγή παράσταση, ντοστογιεφσκικής υφής και μπρεχτικής πολιτικής προσέγγισης. Είναι απίστευτο με πόση προσοχή και μελέτη ο Πορτογάλος σκηνοθέτης «δένει» όλες αυτές τις σχολές. Και είναι εντυπωσιακό πως η σύλληψη του τραγικού στο έργο του δεν περιορίζεται μόνο στις αναμφισβήτητες  λογοτεχνικές και καλλιτεχνικές δεξιότητές του κειμένου, αλλά επεκτείνεται κυρίως σε ανθρωπολογικές, υπαρξιακές, κοινωνικές και πολιτικές , ακόμα και μεταφυσικές, αλληλένδετες και αλληλοεξαρτούμενες προεκτάσεις.

Η «Εκάβη, όχι Εκάβη» του και η απόδοση του τραγικού μέσα από αυτήν, αποτελεί μια βαθιά πολιτική πράξη. Ας μην την περιορίσουμε, μόνολιθικά στο επίπεδο μιας κούφιας Δικαιοσύνης, που κατά τη γνώμη μου αποτελεί απλά μια αφορμή. Ο Τιάγκο Ροντρίγκεζ, με την παράσταση αυτή καταθέτει ένα θεατρικό μανιφέστο σύγχρονου πολιτικού θεάτρου που αφορά όλον το θεατρικό κόσμο ως προς τη σύλληψη, δομή και εφαρμογή του και όλη  την κοινωνία ως προς την απεύθυνσή του.

Αντιλαμβανόμενος την ουσία της αρχαίας τραγωδίας  και τη βαρύτητα της αντίστασης ως μέρος της ηθικής τάξης που αυτή πρεσβεύει, αναδεικνύει το τραγικό ως την αντίθεση του ατομικού αιτήματος με την κοινωνική πραγματικότητα. Η Μοίρα και οι Θεοί, που στην περίπτωση της σύγχρονης Νάντιας-Εκάβης δίνουν τη θέση τους σε ένα σάπιο δικαστικό σύστημα, ενώ συνθλίβουν τον Άνθρωπο, γίνονται το έναυσμα της δραστηριοποίησής του. Και στα χνάρια του ιστορικού υλισμού, ο Άνθρωπος και ο ψυχισμός του δεν εμφανίζονται αποκομμένοι από το κοινωνικό περιβάλλον του κα τον συνάνθρωπο του αλλά επικοινωνεί, επηρεάζεται, διαμορφώνεται και αλληλεπιδρά με αυτόν, όταν σπάσει τα δεσμά της γεμάτης από ηττοπάθεια και ματαιότητα ατομικότητάς του και εμπλακεί στην κοινωνική διαδικασία.

Και μάλλον εδώ ο Ροντρίγκεζ  συμφωνεί με αυτό  κάποτε είχε πει ο Ερνστ Σουμάχερ*, πως αντίθετα με όσα έχουν διατυπώσει οι θεωρητικοί της τραγωδίας από τον Αριστοτέλη μέχρι τον Χέγκελ,  το τραγικό  αναδύεται περισσότερο στον ήρωα ή τους ήρωες που, ενεργώντας, έχουν την πρόθεση να επιβάλουν ένα νέο τρόπο ανθρώπινης συνύπαρξης αλλά τελικά εμποδίζονται από τις επικρατούσες άρχουσες δυνάμεις..

Και είναι συγκλονιστικό, πόσο μετά το τέλος της παράστασης ο Τιέγκο Ροντρίγκεζ , σε μια απαράμιλλη αποκάλυψη της περίφημης αριστοτελικής «καθάρσεως», η δική του «Εκάβη» μας υπενθυμίζει υπέροχα τον Μπρεχτ που είχε γράψει για μια άλλη τραγωδία, τον Προμηθέα Δεσμώτη του Αισχύλου, πως «οι θεατές  δεν πρέπει μόνο να ακούν την πράξη της απελευθέρωσης του δεσμώτη Προμηθέα αλλά πρέπει εξίσου να παρασύρονται στην επιθυμία να τον απελευθερώσουν». Πραγματικά, έτσι δε νοιώσαμε;

* Ο Ερνστ Σουμάχερ (1921-2012) γεννήθηκε στη Βαυαρία. Υπήρξε καθηγητής της Θεατρολογίας  στο πανεπιστήμιο Χούμπολτ (Βερολίνο) της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας. Ήταν ένας από τους σημαντικότερους μαρξιστές μελετητές του Μπρεχτ. Υπήρξε μέλος του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου της ΓΛΔ. Έγραψε πέρα από πολυάριθμες μελέτες και δοκίμια, μια σειρά από αφηγήματα, ποιήματα και θεατρικά έργα.

Η παράσταση παίχτηκε στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου στις 26 και 27 Ιουλίου σε συμπαραγωγή με το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου.

Κείμενο – Σκηνοθεσία Tiago Rodrigues
Μετάφραση στα γαλλικά Thomas Resendes
Σκηνογραφία Fernando Ribeiro
Κοστούμια José António Tenente
Φωτισμός Rui Monteiro
 Πρωτότυπη μουσική και ήχος Pedro Costa
 Καλλιτεχνική συνεργασία Sophie Bricaire
 Με τον θίασο της Comédie-Française Eric Génovèse, Denis Podalydès, Elsa Lepoivre, Loïc Corbery, Gaël Kamilindi, Elissa Alloula, Séphora Pondi
 Παραγωγή Comédie-Française
 Συμπαραγωγή Festival d’Avignon, ThéâtredelaCité Centre dramatique national, Toulouse Occitanie
 Ελληνικοί υπέρτιτλοι Δημήτρης Κοσμίδης

  • Διαβάστε ΕΔΩ την κριτική για την παράσταση «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» του Ευριπίδη από τον Τιμοφέι Κουλιάμπιν στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου
  • Διαβάστε ΕΔΩ την κριτική για την παράσταση «Ιφιγένεια/Βορά – Εγώ μια δούλα» των Βίβιαν Στεργίου και Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη από την Αικατερίνη Παπαγεωργίου και Νίκο Χατζόπουλο αντίστοιχα, στο Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου.
  • Διαβάστε ΕΔΩ την κριτική για την παράσταση «Ορέστεια» του Αισχύλου από τον Θεόδωρο Τερζόπουλο και το Εθνικό Θέατρο στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου
  • Διαβάστε ΕΔΩ την κριτική για την παράσταση «Πλούτος» του Αριστοφάνη από τον Γιάννη Κακλέα και το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδας στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου
  • Διαβάστε ΕΔΩ την κριτική για την παράσταση «Βάκχες» του Ευριπίδη από τον Θάνο Παπακωνσταντίνου και το Εθνικό Θέατρο στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου