από την Μαριλιάνα Ρηγοπούλου *//

Στις θεατρικές σκηνές της Αθήνας φέτος τα έργα που πραγματεύονται τη μοναξιά, την ερημιά, τον συναισθηματικό κατακερματισμό των ανθρώπων, την απόγνωση είναι πάρα πολλά. Τυχαίο ή μήπως απορρέει από μια βαθύτερη ανάγκη για σχολιασμό για καυτηριασμό των συνθηκών της ζωής των ανθρώπων σήμερα, για τις κλειστές πόρτες, τα σφαλισμένα παράθυρα, το βουβό μειδίαμα που σηματοδοτεί φόβο, την αποξένωση, τη θεοποίηση του χρήματος και των υλικών αγαθών σε μια καταναλωτική κοινωνία που μετέτρεψε τους ανθρώπους της όπως και τα προϊόντα της σε αναλώσιμα υλικά.

Εδώ όμως σε αυτή την παράσταση: Marilyn Monroe « Συνέντευξη με το θάνατο» της Βασιλείας Δημηνίδου, το ίδιο θέμα παρουσιάζεται με εντελώς διαφορετικό τρόπο καθώς όλη η υπόθεση του έργου βασίζεται πάνω σε αληθινά γεγονότα της ζωής της Marilyn Monroe, δια στόματος αυτής σε μια βαθειά εξομολόγηση της ίδιας πτώμα ούσα, παραπαίοντας συνεχώς ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα, ένα αέναο, αγωνιώδες παιχνίδι, όπως ακριβώς και η ζωή της.

«Έτσι έζησα. Έτσι διάλεξα να ζήσω. Κι ας προμηνύουν ένα πρόωρο τέλος όλα αυτά. Κι ας κρύβουν κίνδυνο. Ήταν η επιλογή μου αλλά δεν είχα και άλλη. Φωτιά έκαιγε μέσα μου», λέει η Marilyn μέσα απ’ το κείμενο της Βασιλείας Δημηνίδου.

Λόγος αφηγηματικός, ρέων, με ρυθμό και τέμπο, άλλοτε τρυφερός κι άλλοτε κοφτερός σαν γροθιά σε μαχαίρι, θαρρείς και θέλει να κατακεραυνώσει την ίδια τη ζωή, την ύπαρξη, μα πάνω από όλα, λόγος βαθειά ουσιαστικός και ανθρώπινος.

Η Βασιλεία Δημηνίδου στο έργο της: Marilyn Monroe « Συνέντευξη με το θάνατο», είχε να κάνει εξαιρετικά δύσκολη δουλειά, καθώς το αρχικό στάδιο, ήταν η έρευνα, η συλλογή στοιχείων και πληροφοριών για τη ζωή της Marilyn Monroe και εν συνεχεία ο συγκερασμός αυτός με την υπόσταση ενός μύθου και η αφηγηματική του διάσταση μέσα από την ίδια τη ντίβα, καθώς ή ίδια ξετυλίγει το νήμα της ζωής της από την παιδική της ηλικία μέχρι τη στιγμή του θανάτου της, μας μιλά για όλα μέσα από το νεκροτομείο. Μ’ αυτήν της την επιλογή κινήθηκε επί ξηρού ακμής, καθώς θα μπορούσε να μετατραπεί το όλο εγχείρημα σε ντοκιμαντέρ, αντιθέτως κατόρθωσε με ευρηματικό τρόπο να χτίσει ένα εξαιρετικό θεατρικό έργο.

Σ’ ένα σκηνικό όπου το κυρίαρχο χρώμα είναι το λευκό με τόνους γκρί, ιδιαιτέρως λιτό το οποίο πλαισιώνεται από μια τουαλέτα κι ένα καθρέφτη για το μακιγιάζ της ντίβας, πολλά λευκά σεντόνια που παραπέμπουν σε σάβανο και τον κυρίαρχο, πρωταγωνιστικό ρόλο στο κέντρο της σκηνής, καταλαμβάνει το παγερό κρεβάτι του νεκροτομείου.

Αυτό αποτελεί το εφαλτήριο της ιστορίας.

Η ίδια ντυμένη στα λευκά, σωστή ενδυματολογική επιλογή με διττή υπόσταση, καθώς από τη μια μεριά συμβολίζει το σάβανο που ενδύουν τους νεκρούς, ενώ από την άλλη σηματοδοτεί την αγνότητα της ψυχής της, την ατελείωτη παιδικότητά της.

Η σκηνοθετική γραμμή της Βασιλείας Δημηνίδου σε συνεργασία με το Γιάννη Φυρό, είχε ως στόχο όχι την απλή περιγραφή των γεγονότων, αλλά την ανάδειξη της πολυσχιδούς αυτής προσωπικότητας, τη σκιαγράφηση του ψυχολογικού της προφίλ, την ηθική δύναμη της προσωπικότητάς της. Η ερμηνεία της είναι βαθιά εσωτερική και συνάμα εναργής, αναδεικνύει και τις πιο σιβυλλικές πτυχές της προσωπικότητας της Marilyn Monroe.
Επιτυγχάνει απ’ τη μια να προβάλλει τον ευκλεή μύθο της ντίβας, μιας divina του κινηματογράφου και του έρωτα για τους άνδρες, σύμβολο του σεξ αιώνιο στο σύμπαν, πέρα και πάνω από κάθε όνειρο, από κάθε φαντασίωση.

Άλλοτε πάλι τρυφερή, γλυκιά με παιχνιδιάρικη διάθεση, μ’ ένα χαμόγελο που θυμίζει μικρό παιδί που χαίρεται μ’ ένα λουλούδι, με το πέταγμα μιας πεταλούδας, δείχνει την απόλυτη μοναξιά της, τον εσωτερικό της θρήνο, την ερημιά της ψυχής της, την αέναη προσπάθεια για επιβίωση, τους βασάλτες συλλογισμούς της που δεν την άφηναν να κοιμηθεί, τι ποιο χαρακτηριστικό από τα λόγια της ίδιας: « Με ανακήρυξαν την πιο όμορφη γυναίκα της Νέας Υόρκης. Η πιο όμορφη γυναίκα στο κέντρο του κόσμου και ταυτόχρονα η πιο μόνη γυναίκα σ’ ολόκληρο τον κόσμο».

Η Βασιλεία Δημηνίδου με μια καθηλωτική ερμηνεία κάτω από τους υποβλητικούς φωτισμούς του Βαγγέλη Μαρούλη, ρίχνει φως σε αυτόν τον ταλαπείριο άνθρωπο την Marilyn Monroe που δίνει την τελευταία της συνέντευξη, μια ευκλεή προσωπικότητα ίσως όσο καμία σταρ, με όλα τα φώτα της δημοσιότητας επάνω της, δεν άντεχε ούτε τον ίδιο της τον εαυτό: « ……..αυτό το κορμί είναι ότι σιχαίνομαι περισσότερο πάνω μου. Η δίψα μου», « είχα την ανάγκη να μην υπάρχω, περισσότερες ώρες απ’ όσες είχα την ανάγκη να υπάρχω».
Μόνη, εξαθλιωμένη, καταρρακωμένη ψυχικά, μέσα στις εξαρτήσεις χάπια , αλκοόλ, μέσα από όλα αυτά ο ύψιστος συμβολισμός τα λόγια της: « Η μοίρα. Ποιός τολμάει να τα βάλει μαζί της; Και εγώ που τα έβαλα τελικά με νίκησε. Το κέρδισε το στοίχημα».

Η Ειμαρμένη αδυσώπητη για όλους, δεν κάνει διακρίσεις, πόσες αναγωγές με την αρχαία τραγωδία.

Η Βασιλεία Δημηνίδου επί σκηνής είναι αποκαλυπτική καθώς ως Marilyn μιλά για τη ζωή της με μια ευφράδεια λόγου και σώματος απαράμιλλη, μοιάζει κάποιες στιγμές, με σκιά, με άυλη ύπαρξη που κινείται στην αιωνιότητα, μια παρουσία αέρινη, σχεδόν ονειρική συμβατή με το πεδίο δράσης που κινείται, σ’ ένα απόκοσμο σύμπαν και δίνει την ύπαρξή της στο τώρα, όταν φτάνει σε κρεσέντο εσωτερικών συγκρούσεων και συναισθηματικών εξάρσεων.

Ένα αδιάκοπο στοπ καρέ, περνά η ζωή της μπροστά από τα μάτια των θεατών και σ’ αυτό συμβάλλουν ενεργά και τα εξαιρετικά βίντεο του Άρη Αγγέλου.

« Κυκλοφορούσα μ’ ένα σκαραβαίο, σύμβολο της βιασύνης μου να ζήσω ότι περισσότερο. Ήμουν περαστική».
Ψυχή αχόρταγη, διψασμένη για ζωή, να γευτεί, να αδράξει, να ρουφήξει, ως άλλη άελλα σάρωνε την ίδια τη ζωή στο πέρασμά της.

Μια τραγική φιγούρα που καθιστά την παράσταση αληθινή τραγωδία κι όχι απλά έναν δραματικό μονόλογο.
‘Ισως η πιο αντιπροσωπευτική εικόνα ανθρώπου στην απόλυτη απόγνωση. Αυτή ακριβώς είναι και η διαφορά που επισήμανα στην αρχή με τις άλλες παραστάσεις που πραγματεύονται ανάλογο θέμα, ότι εδώ η ηρωίδα ήταν υπαρκτό πρόσωπο με σάρκα και οστά, ένας μύθος γεμάτος ζωή που έχασε στην πορεία τη δική της, ένας ανθρώπινος κοπετός, μια κραυγή απόγνωσης, μια φωνή που ζητά βοήθεια, μόνη ανάμεσα στο πλήθος, μόνη στην απεραντοσύνη του κόσμου, ζητώντας Αγάπη: « Ήθελα κάποιον να μου δείξει πώς να μη φοβάμαι τον ήλιο, να μου μάθει τι είναι η αγάπη….. Μαθαίνεται η αγάπη; Ήθελα πάντα αυτό που δεν είχα, αυτόν που δεν κατάφερα να κατακτήσω……».
Άραγε ερώτηση ή συμπέρασμα για τη ζωή της, για τις ζωές όλων μας: «……………….η έπαρση σβήνει στο κατώφλι του θανάτου».

*Η Μαριλιάνα Ρηγοπούλου είναι εκπαιδευτικός, σοπράνο, κριτικός θεάτρου