Η «Κουλτούρα της αυτοπεποίθησης» υπενθυμίζει, ακατάπαυστα, στις γυναίκες να έχουν μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση.
Τα γυναικεία περιοδικά τις παροτρύνουν να τονώσουν τη σεξουαλική τους αυτοπεποίθηση με σλόγκαν όπως «νιώσε καλά με το σώμα σου» και να τερματίσουν τον αρνητισμό στη συζήτηση.
Η αυτοπεποίθηση ωστόσο δεν είναι ένα ζήτημα μόνο για την ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου, των καλοκαιρινών διακοπών, του Πρωτοχρονιάτικου ρεβεγιόν. Είναι πλέον καθημερινή υποχρέωση για τις γυναίκες.
Η αυτοπεποίθηση είναι τελικά «το νέο σέξι»;
Ακόμη και ο βρετανικός στρατός στοχεύει τώρα στην κατάταξη γυναικών με την υπόσχεση ότι η ένταξη στο στρατό θα δώσει στις νέες γυναίκες αυτοπεποίθηση που «διαρκεί μια ζωή». Η ανάγκη για αυτοπεποίθηση έχει γίνει τόσο πολύ μέρος της κοινής μας λογικής που παρουσιάζεται πια αδιαμφισβήτητη. Προβλήθηκε ως φεμινιστική πράξη και στοχεύει στο προφανές καλό της ενδυνάμωσης των γυναικών, ποιος θα μπορούσε ενδεχομένως να είναι εναντίον της;
Το πρόβλημα όμως με αυτές τις επιταγές, τα προγράμματα και τις παρεμβάσεις – αυτό δηλαδή που ονομάζουμε Κουλτούρα Αυτοπεποίθησης – είναι ότι μας ενθαρρύνουν να αναλάβουμε εκτεταμένη δουλειά για τον εαυτό μας και μας απομακρύνουν από το να αναγνωρίσουμε και να καταδείξουμε τις δομικές ανισότητες που είναι πραγματική πηγή των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες.
Προσωπικό έλλειμμα;
Η αυτοπεποίθηση παρουσιάζεται ως η λύση σε ένα ευρύ φάσμα θεμάτων σε πολλούς τομείς της ζωής: από το σύστημα πρόνοιας μέχρι την καταναλωτική κουλτούρα, την εικόνα του σώματος, τον χώρο εργασίας, την ανατροφή των παιδιών, την εκπαίδευση και τις συμβουλές για το σεξ και τις σχέσεις. Αντί να εντοπίζει τις βαθύτερες αιτίες της ανισότητας, η κουλτούρα αυτοπεποίθησης προσεγγίζει και ερμηνεύει τις κοινωνικές αδικίες ως προς τα εσωτερικά εμπόδια και τα προσωπικά ελλείμματα μέσω γνωστών φράσεων όπως «Η έλλειψη εμπιστοσύνης σε κρατά πίσω» ή «Εμείς το προκαλούμε αυτό στον εαυτό μας .»
Πάρτε τις καταστροφικές και δυσανάλογες οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας στις γυναίκες, συμπεριλαμβανομένης της αυξημένης ανεργίας, της μείωσης της αμειβόμενης εργασίας και της διεύρυνσης της μισθολογικής διαφοράς μεταξύ των δύο φύλων. Ως απάντηση, τα προγράμματα στον χώρο εργασίας έχουν προσφέρει μαθήματα «εκπαίδευσης αυτοπεποίθησης» και συμβουλές για γυναίκες, ενώ οργανώσεις, σύμβουλοι coaching και τα λάιφ στάιλ μέσα ενημέρωσης προτρέπουν με θέρμη τις γυναίκες να πιστέψουν στον εαυτό τους.
•Έτσι, αντί να λογοδοτούν οι κυβερνήσεις, οι χώροι εργασίας, οι εταιρείες και το εκπαιδευτικό σύστημα, η κουλτούρα της αυτοπεποίθησης —ακόμα και καλοπροαίρετη— καλεί τις γυναίκες να δουλέψουν με τον εαυτό τους προκειμένου να αντιμετωπίσουν το σύνδρομο του απατεώνα, να αλλάξουν τον τρόπο που σκέφτονται, αισθάνονται, επικοινωνούν, σχετίζονται με το σώμα τους και καταλαμβάνουν χώρο.
Αλλάζοντας τον κόσμο, όχι τη γυναίκα
Η κουλτούρα της αυτοπεποίθησης μάς κατευθύνει όλο και περισσότερο προς τα ενδότερα, μεταθέτοντας τις αιτίες για τα κοινωνικά δεινά στην ατομική ευθύνη των γυναικών.
Επιπλέον, με την εκθετική άνοδο του στρες και των ζητημάτων ψυχικής υγείας — που επιδεινώθηκαν βαθιά από τα χρόνια λιτότητας και τώρα την πανδημία— οι ηλεκτρονικές εφαρμογές αυτοπεποίθησης και αυτοβοήθειας, που στοχεύουν τις γυναίκες, έχουν αυξηθεί. Η ανάπτυξη των εφαρμογών αυτοβοήθειας προσδιορίζεται ως μία από τις μεγαλύτερες τάσεις για την υγεία τον καιρό της πανδημίας, που οδηγείται σε μεγάλο βαθμό από γυναίκες και τους μιλένιαλς.
•Στον τομέα της εικόνας του σώματος, οι περισσότεροι ειδικοί συμφωνούν ότι οι πιέσεις στις γυναίκες εντείνονται. Ωστόσο, αντί να αντιμετωπίζουν κριτικά αυτά τα αυστηρά και μη ρεαλιστικά πρότυπα, οι εταιρείες καλλυντικών προσλαμβάνουν «πρεσβευτές αυτοπεποίθησης» και γυναίκες διασημότητες υποστηρίζουν τη θετικότητα του σώματος και την αγάπη για τον εαυτό τους. Από τη “διαφήμιση αφύπνισης” έως τα hashtags στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πολλά εμπνευσμένα μάντρα και θετικές επιβεβαιώσεις που απευθύνονται σε κορίτσια και γυναίκες προάγουν αδιάκοπα την αυτοπεποίθηση και τη θετικότητα.
Χρειάζεται επειγόντως να μετατοπίσουμε αυτή την έμφαση και να αντιμετωπίσουμε τις διαρθρωτικές ανισότητες που τόσο ξεκάθαρα έχει επισημάνει η πανδημία και που η κρίση του κόστους ζωής αναδεικνύει τώρα τόσο βάναυσα. Πρέπει να αμφισβητήσουμε την ατελείωτη ενθάρρυνση των γυναικών και των κοριτσιών να εργαστούν και να φροντίσουν τον εαυτό τους (γιατί κανείς άλλος δεν θα το κάνει). Αντί για μια εξατομικευμένη και ψυχολογικοποιημένη κουλτούρα αυτοπεποίθησης, πρέπει να επενδύσουμε στην οικοδόμηση και τη διατήρηση κοινωνικών δομών και πολιτικών που υποστηρίζουν, διασφαλίζουν και ενισχύουν την ασφάλεια, την ευημερία και την ενδυνάμωση των γυναικών.
Δεν χρειαζόμαστε περισσότερη έμφαση στο να επιρρίψουμε την ευθύνη στις γυναίκες και να τις αλλάξουμε. Οφείλουμε να αλλάξουμε τον κόσμο, λες να το καταφέρουμε;
εικόνα: “Becoming a desperate housewife” by phillyfamily is licensed under CC BY-NC-SA 2.0