από τον Γιάννη Παναγόπουλο //
Είναι αρχές δεκαετίας του 1980. Ο Άρης Ρέτσος στο Παρίσι, παράλληλα με τα γυρίσματα που κάνει για την ταινία “Φωτογραφία” του Νίκου Παπατάκη, εθίζεται στην Αρχαία Τραγωδία. Το ταξίδι του σ’ έναν υπέροχο θεατρικό κόσμο μόλις τώρα ξεκινά. Ο δρόμος που διαλέγει είναι μοναχικός. Η εκπομπή ωμής τέχνης, άποψης και προτάσεων γύρω από τη μεγαλοσύνη της τραγωδίας παραμένει ενεργή από τότε στο σήμερα.
(το πρώτο μέρος της συνέντευξης με τον Άρη Ρέτσο υπάρχει εδώ: https://fragilemag.gr/aris-retsos-theatro-kinhmatografos/)
-Το 1983 είσαι στο Παρίσι για τα γυρίσματα της ταινίας του Νίκου Παπατάκη. Και μετά….
-Σκέφτηκα πως θα μπορούσα να εκμεταλλευτώ παίζοντας ως πρωταγωνιστής σε ταινίες, τηλεόραση και θέατρο να προωθήσω μια άλλη άποψη. Έναν άλλο θεατρικό δρόμο. Έφαγα τα μούτρα μου. Η βροχή δεν ήταν απλώς δυνατή, έπεσαν καρεκλοπόδαρα. Ξέρεις, στη ζωή μου είχα δει Ταρκόφσκι, Μπέργκμαν, Παζολίνι, Φελίνι. Αυτών οι δουλειές υπήρχαν μέσα μου. Και εδώ κινηματογραφικά ερμηνεύαμε τη βαλκανική σκοτεινιά που φτάνει ως σήμερα με τον Λάνθιμο.
-Θεωρείς πως ως τη στιγμή του Παρισιού, που άρχισες να μελετάς Σοφοκλή και άλλους τραγικούς ποιητές, η ζωή σου εντός επαγγέλματος ήταν γεμάτη καλλιτεχνικούς εξαναγκασμούς;
-Είναι κάτι πιο απλό. Δεν με έπειθε αυτή η ζωή του πρωταγωνιστή όπως την είχαμε συλλάβει στην Ελλάδα. Το να χρησιμοποιείς την τέχνη σου απλώς για να φλερτάρεις ή να κοιμηθείς με κάποια ή να αποκτήσεις κάτι το θεωρούσα ξεφτίλα. Δεν τα είχα ανάγκη όλα αυτά. Με ενδιέφερε η τέχνη. Όχι με τη λογική που την προσεγγίζει ένας φιλότεχνος. Αν δεν υπάρχει τέχνη θα υπάρχει χάος. Και αυτό ισχύει και για την προσωπική μου ζωή. Αν δεν πήγαινα ηθοποιός θα πήγαινα στις πολεμικές τέχνες. Θα πήγαινα οπουδήποτε λαμπυρίζει τέχνη για να καθαρίσω από αυτό το ακαθάριστο υλικό που μαζεύουμε καθημερινά μέσα και έξω μας.
-Και κάποια στιγμή επιστρέφεις από το Παρίσι στην Αθήνα. Και τότε τι;
-Επιτυχία και όλα τα παρελκόμενα. Τίτλοι του τύπου “Ο νέος φέρελπις του Ελληνικού σινεμά”. Αυτά δεν σταματούν ποτέ. Υπήρξαν πριν από μένα. Υπάρχουν και σήμερα.
-Και αρχίζεις να κάνεις δικά σου πράγματα;
-Όχι δικά μου ακριβώς. Ξέρεις, η αγωνία μου τότε ήταν μια και συγκεκριμένη. Να ενταχθώ σε μια μεγάλη τέχνη. Αν δεν το έβρισκα στο θέατρο θα πήγαινα στη γλυπτική. Και αν δεν το έβρισκα σ’ εκείνη θα το έβρισκα στις πολεμικές τέχνες. Ήθελα κάτι που θα λειτουργούσε ομαδικά χωρίς να είμαι ο μπροστινός. Ήθελα τη μεγάλη τέχνη. Εκείνη είχε σημασία για μένα.
-Ποιο ήταν το πρώτο βήμα που έκανες σ’ εαυτή την κατεύθυνση;
-Σταματάω να είμαι αναλώσιμος. Αρνούμαι κάθε πρόταση που έρχεται. Όλες τους ήταν του στυλ “είσαι κάπου μόνος, συναντιέσαι με έναν άλλο που είναι και αυτός και η σχέση σας γίνεται ταινία”. Γελοιότητες. Έχω δει Ρώσους ηθοποιούς, μεγάλους ηθοποιούς, έχω δει κινηματογράφο και λέω πως όλα αυτά που ο Ελληνικός κινηματογράφος πρότεινε στο κοινό είναι μια αθλιότητα. Την ίδια περίοδο, που λες, δεν είχα να πληρώσω το νοίκι μου. Σοβαρά στο λέω. Από την άλλη άρχισα να δουλεύω ασταμάτητα. Μπήκα στο τάι – τσι, καταλάβαινα πως έπρεπε να δουλέψω μέσα μου. Γιατί στις συνθήκες που ζούσα ως εκείνη τη στιγμή ή μου πρότειναν να είμαι, αυτό δεν υπήρχε περίπτωση να το κάνω. Δεν είχα καμιά όρεξη να κάνω ένα θίασο που θα επαναλαμβανόταν διαρκώς. Μαζί με το τάι – τσι, άρχισα ν’ ακούω μουσικές, να ψάχνω διαρκώς δρόμους, να καταλάβω τι είναι τα χορικά. Αυτός ο δρόμος είναι που με στήριξε σοβαρά και υπαρξιακά. Γιατί υπάρχει ένας χώρος δημιουργίας προς τα έξω και ένας άλλος προς τα μέσα. Αν τον προς τα μέσα δεν τον ενδυναμώσεις, δεν τον ανακαλύψεις, δεν μπορείς προς τα έξω να κάνεις κάτι. Και εγώ επέμενα σ’ αυτό. Μου έλειπαν πάρα πολλά πράγματα. Από τη σχολή δεν πήρα τίποτα. Τα παραδείγματα γύρω μου δεν έλεγαν τίποτα.
-Πόσα χρόνια κράτησε αυτή η δουλειά;
-Mε κρατά ως σήμερα. Ο χώρος της τραγωδίας είναι πραγματικά ζωογώνος. Περιέχει απίστευτη δύναμη. Ούτε ψωνίζεσαι, ούτε τρελαίνεσαι μελετώντας τη. Για μένα τραγωδία χωρίς μουσική δεν υπάρχει. Έπαιζα σαξόφωνο. Άκουγα τζαζ, ινδική μουσική, μουσική αρχαίων φυλών. Ήμουν ανοιχτός σε οτιδήποτε θα μπορούσε να μου παρέχει μια καλλιτεχνική δομή όπως την εννοούσα.
Όσο ο καιρός περνούσε άρχισα να αποχωρίζομαι όσα συνέβαιναν στην Ελλάδα και μάλιστα πληρώνοντας το κόστος και επιλέγω να ζω στα Εξάρχεια γιατί μέσα τους μπορώ να έχω αυτή τη χαλαρότητα που επιθυμώ. Να ζω χωρίς συγκρούσεις με τους γύρω μου.
-Μένεις ακόμα στα Εξάρχεια;
-Όχι. Μένω σε άλλη περιοχή.
-Μένοντας εκτός κυκλώματος πως κέρδιζες τα προς το ζην;
-Και εγώ τώρα που το σκέφτομαι δεν έχω ιδέα πώς την έβγαλα. Πήγαινα και έπαιζα χορικά σε διάφορα μέρη. Σε νησιά ή όπου αλλού μπορούσα. Κάποιοι αυτό το θεώρησαν και ύβρη λέγοντας πως χρησιμοποιώ αυτά τα μεγάλα κείμενα για να τη βγάζω. Δεν ήταν καθόλου έτσι. Για μένα όσα έκανα ήταν μια πρόταση. Έπαιζα μόνος και έλπιζα πως μετά θα με πλησίαζαν άνθρωποι που θα ήθελαν να πάρουν μέρος σ’ αυτό που κάνω. Το πλαίσιο όμως ήταν τόσο καθορισμένο που κάποια στιγμή κατάλαβα πως δεν είχαν νόημα όσα έκανα. Εγώ ήθελα τη συμμετοχή των ανθρώπων στις παραστάσεις μου αλλά κανείς δεν θέλησε να συμμετέχει. Όποτε το σταμάτησα όλο αυτό. Ήθελα να περάσω μια πρόταση μπας και υπάρξουν συνοδοιπόροι σ’ αυτό που έκανα.
-Το 1993 και μετά από 7 χρόνια σιωπής επιστρέφεις θεατρικά στο Εμπρός παίζοντας τον Αίαντα σε αρχαίο κείμενο….
-Όταν δουλεύεις μεγάλα πράγματα δεν αποφασίζεις εσύ πότε μπαίνεις και πότε βγαίνεις από μια κατάσταση, αυτό γίνεται μόνο του. Όταν δουλεύεις μεγάλα πράγματα δεν καταλαβαίνεις πόσων χρονών είσαι, πόσο έκατσες έξω, ούτε αν γύρισες ή πότε γύρισες στα πράγματα.
-Έβγαινες στη σκηνή με ένα έγχορδο όργανο.
-Ήταν η πρόταση που έλεγα προηγουμένως. Η παράσταση εκείνη ακούστηκε. Ήρθε ως θεατής και ο Χατζιδάκις. Ενθουσιάστηκε. Αν κατάφερνα μόνος να παρουσιάσω μια άποψη για την τραγωδία φαντάσου τι θα μπορούσε να είχε γίνει αν αυτό γινόταν οργανωμένα και με περισσότερους ανθρώπους να συμμετέχουν. Δεν τα κατάφερα.
-Η παράσταση που λες σηματοδοτεί όμως την επιστροφή σου στο Θέατρο.
-Ναι. Και μου γίνονται διάφορες προτάσεις. Να παίξω τον Τειρεσία στην Επίδαυρο. Το αρνήθηκα. Δεν θα μπω στην Επίδαυρο με τον τρόπο που μου προτείνουν. Θα μπω με οργανωμένο θίασο. Με δουλεμένα όλα τα μέτρα από τον πρώτο ως τον τελευταίο στίχο. Δεν υπάρχει περίπτωση να μπω σ’ ένα θέατρο με την άποψη πως όλα κινούνται γύρω από το πάθος που διακρίνει τον ένα και μοναδικό πρωταγωνιστή. Τον ένα και μοναδικό ήρωα. Έτσι ανεβαίνουν τα έργα. Μένουν στους πρωταγωνιστές και όλα τα υπόλοιπα απλά υπάρχουν ως διακόσμηση. Αυτή η διαίρεση αδικεί το ίδιο το έργο.
-Με ένα τέτοιο τρόπο σκέψης ακυρώνεις σκηνοθέτες, ηθοποιούς, τις θεατρικές απόψεις που καταθέτουν στη σκηνή.
-Θα το πω όσο πιο καθαρά μπορώ. Δεν έχει προχωρήσει το θέμα της τραγωδίας από τον πέμπτο αιώνα και μετά. Αυτή είναι η άποψή μου. Τώρα έχουν μπει απ’ όλες τις πόρτες σύμβολα, νοήματα, συνειρμικά έχουν γίνει όλα αλλά δεν έχουμε καταλάβει το νόημα του θέματος της ίδιας της τραγωδίας. Ξεκινά με φόρμες τελείως ονειρώδεις, διακριτικά. Είναι σαν να παίρνει το θεατή από το χέρι και σιγά – σιγά τον βάζει στα δύσκολα. Υπάρχει θρησκευτικός σεβασμός στον θεατή γιατί θα μπει σε δοκιμασία. Ποια είναι αυτή; Όταν αρχίζουν οι ρυθμοί και διασπώνται, διαθλώνται υπάρχει ένα σοκ. Γίνεται μια αναβάθμιση της κατανόησης και της αντιληπτικότητάς του. Αυτό ήταν η τραγωδία. Η αναβάθμιση των αισθήσεων του θεατή.
-Διαβάζω Παπαδιαμάντη σε ένα χώρο. Από κάποια στιγμή και μετά έπαψε να με νοιάζει αν στη σκηνή θα παίζω μόνος ή όχι.
-Θεωρείς πως γεννήθηκες σε λάθος εποχή;
-Όχι. Δεν το πιστεύω αυτό. Όμως περισσότερο απ’ όλα στη ζωή μου θα ήθελα να δω έστω και μια φορά την τραγωδία σε θέατρο έτσι πως την επιθυμώ. Δεν έχει γίνει ακόμα. Δεν θα μπορούσα ποτέ να κάνω ένα θίασο για να προβάλω τον εαυτό μου. Να παίζω το τάδε έργο εδώ και εκεί και να καταλήξω να παίζω τον Ηλία του 16ου σήμερα. Αυτό δεν θα είχε καμία αξία.
-Οι ασπρόμαυρες ταινίες του ελληνικού σινεμά θα κριθούν ως μέρος του ελληνικού κινηματογράφου.
-Η γενιά της ελληνικής ασπρόμαυρης ταινίας έπιασε το ζητούμενο που ήθελε. Πέτυχε περισσότερο απ’ όλα τα καλλιτεχνικά είδη και όλα τα καλλιτεχνικά ρεύματα που πέρασαν από εδώ γιατί αυτό που αναζητούσε το πέτυχε.
-Τι αναζητούσε;
-Την κωμωδία. Το τρελό. Το άναρχο αυτό χιούμορ που πέτυχε να το καταγράψει υποκριτικά. Εμείς οι δήθεν από εδώ, οι δήθεν κουλτουριάρηδες, οι δήθεν ψαγμένοι, αν φτάναμε στο ίδιο ποσοστό επιτυχίας που είχαν ο Σταυρίδης, ο Αυλωνίτης, ο Λογοθετίδης να πιάσουν το ζητούμενο της εποχής, θα ήμασταν ευτυχισμένοι. Κατάλαβες τι εννοώ; Όταν βλέπω τον Σταυρίδη τον ζηλεύω. Γιατί παίζει σε έναν κόσμο, η ταινία του απευθύνεται σε ένα συγκεκριμένο καλλιτεχνικό κόσμο με άποψη και το τερματίζει. Ο Σταυρίδης κι ο Χατζηχρήστος και ο Λογοθετίδης ήταν τυχεροί. Πέτυχαν αυτό που η δική μου γενιά δεν πέτυχε.
-Έχεις γυρίσει και εσύ μια ταινία. Τι έγινε με αυτή;
-Μιλάς για “Το Τάβλι” του Δημήτρη Κεχαϊδη. Το γύρισα μαζί με δύο καλούς ηθοποιούς τον Βασίλη Νανάκη και τον Ηλία Κούτλα. Η ταινία δεν μπορεί να ολοκληρωθεί λόγω μπάτζετ. Άνθρωποι που συνεργάστηκα και γνώρισα στον κινηματογράφο μου γύρισαν την πλάτη όταν τους ζήτησα να βοηθήσουν. Και δεν λείπουν πολλά. Το τελικό μοντάζ θέλουμε να γίνει.
-Τις ταινίες που έχεις παίξει μπορείς να τις ξαναδείς σήμερα;
-Εντάξει υπάρχουν κάποια θετικά πράγματα αλλά μου φαίνονται λίγες, μικρές.
-Τις αρνήθηκες εντελώς;
-Έγιναν πολλά. Ο Νίκος (σ.σ. Νικολαΐδης) με προσέγγισε για να παίξω στη Γλυκιά Συμμορία. Μου είπε πως δεν θα υπήρχε ένας πρωταγωνιστής αλλά τέσσερις. Σκέφτηκα υπέροχα. Θα είναι ωραίο πράγμα, απολαυστικό να δουλέψουμε ηθοποιοί μαζί σαν ομάδα. Πηγαίνοντας στις πρόβες είδα πως όλοι ήταν καινούργιοι στη δουλειά. Και πως εκεί δεν γινόταν κάτι σοβαρό. Ενδεχομένως όλα αυτά να ήταν φυσιολογικά, όμως εγώ ερχόμουν με τέτοια ταχύτητα που μέσα σε δέκα πρόβες έβγαλα το ρόλο. Ο Νίκος τρελάθηκε. Κάποια στιγμή είπε “κάνε πρόβα στους ηθοποιούς εσύ”. Σηκώθηκα και έφυγα. Όλο αυτό το πράγμα δεν μου έλεγε κάτι.
-Ο Νικολαΐδης προσπάθησε να σε φέρει πίσω;
-Ο Νίκος κατάλαβε πώς αισθανόμουν. Είχαμε πολύ καλή σχέση. Γνώριζε πως δεν υπήρχε περίπτωση να γυρίσω. Κρατήσαμε πολύ καλή σχέση. Τώρα που τα λέμε όλα αυτά, μου είχε προτείνει και ο Βούλγαρης να παίξω στη Φανέλα με το Εννιά.
-Το ρόλο που ερμήνευσε τελικά ο Τζώρτζογλου.
-Ναι ναι.
-Το αρνήθηκες;
-Ναι. Δεν μπορείς να φανταστείς τον τρόπο που φίλτραρα τα πράγματα τότε. Μου ‘λεγαν για ρόλους σε ταινίες και εγώ σκεφτόμουν Τσέχοφ, Μπέκετ τέτοια πράγματα. Είχα φύγει.
-Και απέρριπτες προτάσεις έτσι απλά.
-Ναι. Η ταινία του Παπατάκη ήταν η καλύτερη. Η πιο ελεύθερη.
-Με τον Αγγελόπουλο γιατί δεν δούλεψες;
-Με τον Αγγελόπουλο βρεθήκαμε και κάτσαμε σε ένα γραφείο που είχε κάπου στην Ασκληπιού. Είδα το στοχαστικό του ύφος, μια φιγούρα που θύμιζε Καίσαρα, δεν χρειάστηκε να περάσει πολύς χρόνος για να του πω “Έντάξει, σας ευχαριστώ πάρα πολύ” και να φύγω. Τον εκτιμώ σε πολλές ταινίες του. Έχει κάνει πολλά μεγάλα πράγματα. Συναντηθήκαμε πριν κάνει το Μετέωρο Βήμα. Εκείνη την περίοδο όλα, μα κυριολεκτικά όλα, τα σενάρια που ανέβαιναν στο φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης είχαν περάσει από το σπίτι μου
-Τι άλλο θυμάσαι από εκείνη την εποχή;
-Το σχόλιο του Τάσου Λιγνάδη μόλις με είδε στην πρώτη εμφάνισή μου στο έργο του Ο΄Νηλ “Μακρύ ταξίδι μέσα στη νύχτα” με ένα θίασο άστα να πάνε. Ήμουν μόλις 19 ετών. Είχε πει “Ο Ρέτσος, αν και δεκαεννέα ετών, θα γίνει μεγάλος ηθοποιός αν παραμείνει πιστός σε αυτό που κάνει”. Σε μια πρόταση είπε τα πάντα.
-Τι θέλεις από το σήμερα Άρη;
– Ο δρόμος μου είναι ανοιχτός. Μπορεί να είναι άγνωστους για τους περισσότερους αλλά η δροσιά της δημιουργίας τονίζει τις ανάσες μου. Δίνει νόημα στο παρόν και το μέλλον. Αισθάνομαι έτοιμος, περισσότερο από ποτέ, για ερμηνεία, για μοιρασιά.