Γιάννης Παναγόπουλος //

Αυτό που ο συνθέτης Δημήτρης Παπαδημητρίου θεωρεί χρέος του είναι εξοφλητέο μέσα από την καλλιτεχνική δημιουργία, το πλάσιμο ιδεών, την τριβή τους στον τον διάλογο, την έρευνα. Καθόλου τυχαία περιγράφει τη διασκευή-λιμπρέτο και μουσική σύνθεση που έκανε στον “Μόμπι Ντικ” του Χέρμαν Μέλβιλ ως επιταγή. Από τις 15 Φεβρουαρίου ο “Moby Dick – The Musical” που έγραψε, σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα, ανεβαίνει στο Christmas Theater. Καλλιτεχνικό φαινόμενο, απομάγευση και δίψα για μαγεία, οι ποιητές που πρέπει να φτάσουν στα μάτια μας, τα σαλονοσκυλάδικα και η παγκοσμιότητα της μουσικής. Ο δημιουργός της παράστασης άπλωσε τις σκέψεις και τις υποσχέσεις που έδινε στον εαυτό του δοκιμάζοντας να συστήσει το έργο του Μέλβιλ στο κοινό της Αθήνας. Πολλαπλή πρόκληση δεν το λένε αυτό;

-Τι σας έστειλε στον Μόμπι Ντικ;

Με ενδιαφέρει έντονα η εισαγωγή στην ελληνική πραγματικότητα των μεγάλων, των θεϊκών μορφών της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Πριν τον Μόμπι Ντικ, στον Μεγάλο Αιρετικό, μελοποίησα ποιητές που το έργο τους στη χώρα μας είναι άγνωστο. Φίλιπ Λάρκιν, Ουίσταν Ώντεν, η ποίησή τους έχει περάσει απαρατήρητη. Ίσως δεν την γνωρίζουν ακόμα και εκείνοι που αυτοπροσδιορίζονται διανοούμενοι. Για να διαδοθεί η ποίησή τους διάλεξα δύο τρόπους. Ο πρώτος ήταν φυσικά η προώθηση του έργου τους ως είχε. Ο δεύτερος ήταν βαθύτερος. Είχε να κάνει με την ανάδειξη τού πόσο εμείς ως λαός, ως ιστορία, το έχουμε επηρεάσει.

-Στην κατηγορία που μόλις είπατε ανήκει και το βιβλίο του Μέλβιλ;

Είμαι πεπεισμένος πως ο Χέρμαν Μέλβιλ γράφοντας τον Μόμπι Ντικ είχε στο μυαλό του τον Όμηρο. Και δεν είναι μόνο αυτό. Υπάρχει μέσα στο Μόμπι Ντικ στίχος που περιγράφει τον Μιαούλη και όσα έκανε αυτός ο Έλληνας στην τούρκικη αρμάδα. Ο Μέλβιλ ήταν ένας φιλέλληνας με τη βαθιά ουσία του πράγματος. Ζούμε πια σε μια παγκόσμια κοινωνία, όμως έχει βαθιά σημασία να καταλάβουμε τους λαούς που γειτονεύουμε και συνυπάρχουμε μαζί τους, έχουμε βαθιά άγνοια για τη δική τους υπόσταση. Είναι σαν να μην τους γνωρίζουμε καθόλου. Σαν να μην ενδιαφερθήκαμε ποτέ να τους μάθουμε.

Εδώ και αρκετά χρόνια η επιστήμη κατάφερε να απομαγεύσει περιοχές της ζωής είτε εξηγώντας, είτε απομυθοποιώντας. Ζωή, όμως, χωρίς μαγεία, χωρίς παραμύθι είναι ανυπόφορη. Ο άνθρωπος πασχίζει να βάλει το παραμύθι στη ζωή του. Το ψάχνει απεγνωσμένα. Η τέχνη πια δεν του το προσφέρει. Έγινε σκληρή, πεζή, επιστημονίζουσα.

-Δώστε μας ένα παράδειγμα.

Οι Τούρκοι. Τους γνωρίζουμε; Τους Βουλγάρους; Τους γνωρίζουμε; Τους πρώην Γιουγκοσλάβους; Είναι λαοί που ζουν δίπλα μας. Στρουθοκαμηλίζουμε όταν πρέπει να κοιτάξουμε το ξένο. Αυτό που λέω περιλαμβάνει και τους Έλληνες της διασποράς. Αν δύο φίλοι “πάρουν των ομματιών τους” και φύγουν από εδώ και πάνε να ζήσουν στη Φινλανδία ή τη Γερμανία, μετά από λίγο θα πάψουν να είναι Έλληνες. Μάλιστα, αν περάσουν χρόνια θα είναι σαν να έχουμε ξεχάσει την ύπαρξη τους, δεν θα μας ενδιαφέρουν. Πιστεύω πως υπάρχει μια άλλη Ελλάδα που δε ζει στην Ελλάδα αλλά έχει τεράστια αξία σε σημασία και αριθμό. Στη λογική που μας θέλει ως οργανικά μέλη μεγαλύτερων ενοτήτων θεωρώ πως πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο Όμηρος της Αμερικής είναι ο Μέλβιλ και ότι ο Μόμπι Ντικ είναι η Ιλιάδα τους. Στο έργο που έγραψα στηρίχτηκα στον Χριστοδούλου που είναι ο Έλληνας μεταφραστής του Μόμπι Ντικ. Είναι μια ανακατασκευή, λιμπρέτο φυσικά. Οι χιλιάδες σελίδες που μετέφρασε ο Χριστοδούλου έγιναν 105. Το κείμενο της παράστασης είναι έμμετρο και δουλεύοντάς το είχα τρία πράγματα κατά νου μου. Το πρώτο, όπως είπα και πριν, ήταν πως για μένα ο Μόμπι Ντικ είναι κατά κάποιον τρόπο μια Ιλιάδα. Το δεύτερο ήταν το θεοσοφικό περιεχόμενο του έργου του Μέλβιλ. Στο βιβλίο ο άνθρωπος στέκεται στα πόδια του, νιώθει αρκετά δυνατός να ορθωθεί απέναντι στον αδιάφορο και σκληρό θεό. Το τρίτο είχε να κάνει με το παρόν και την απομάγευση της ζωής. Εδώ και αρκετά χρόνια η επιστήμη κατάφερε να απομαγεύσει περιοχές της ζωής είτε εξηγώντας, είτε απομυθοποιώντας. Ζωή, όμως, χωρίς μαγεία, χωρίς παραμύθι είναι ανυπόφορη. Ο άνθρωπος πασχίζει να βάλει το παραμύθι στη ζωή του. Το ψάχνει απεγνωσμένα. Η τέχνη πια δεν του το προσφέρει. Έγινε σκληρή, πεζή, επιστημονίζουσα. Γι’ αυτό παρατηρούμε τη διόγκωση του καλλιτεχνικού φαινομένου. Αναζητούμε τα τελευταία ρινίσματα παραμυθιού που θα μπορούσε να μας δώσει. Γι’ αυτό χαμηλής ποιότητας τέχνη έχει μεγάλη επιτυχία. Προσφέρει το ψέμα. Έστω και ένα φάλτσο παραμύθι ή ο κακής ποιότητας μύθος προφέρει, σε πολλούς, την ασφάλεια του παραμυθιού. Κοιτάξτε, το κατ ‘εξοχήν μαγεμένο μυθιστόρημα είναι ο Μόμπι Ντικ και αυτό για μένα είναι και επιταγή. Δεν πήρα ποτέ συνειδητά την απόφαση να βουτήξω μέσα του και να το αναπλάσω. Οι μεγαλύτερες αποφάσεις στη ζωή δεν είναι αποφάσεις. Είναι επιταγές. Θυμάμαι δουλεύοντας το κείμενο κάποια στιγμή αναρωτήθηκα “μα καλά πως μπήκα εγώ εδώ”; Είχα ήδη αρχίσει να κολυμπώ στον κόσμο της γραφής απλά και συγκεκριμένα χωρίς όμως να υπάρχει πρότερη απόφαση.

Γιάννης Κακλέας – Δημήτρης Παπαδημητρίου

Θέλουμε συνθέτες που δεσμεύονται από την παγκοσμιότητα ή συνθέτες που μεταφέρουν κάτι από τις εμπειρίες τους;

-Θεωρώ πως η μουσική είναι η μόνη από τις τέχνες έκτος παγκοσμιοποίησης. Συμφωνείτε;

Όχι. Θα σου φέρω ένα παράδειγμα. Τα παραλιακά σαλονοσκυλάδικα όπως τα λέω δεν είναι ούτε σκυλάδικα ούτε, όμως, λαϊκά μαγαζιά. Στη μουσική που ακούγεται εκεί δεν υπάρχει μπουζούκι. Οι δε καλλιτέχνες θεωρούν πως είναι ροκ σταρ. Πολλοί εξ αυτών δε, αν είναι μουσικοί, δεν προέρχονται από το μπουζούκι ή το κλαρίνο αλλά από τη ντραμς ή την ηλεκτρική κιθάρα. Οι παλιοί μουσικοί – τραγουδιστές παίζανε μπουζούκι. Ο Μπιθικώτσης έγραφε μάλιστα και μουσική, ο Γαβαλάς έπαιζε λαϊκή κιθάρα. Συναντιέμαι με το φαινόμενο συχνά. Βλέπω μουσικούς με τύψεις και ενοχές που παίζουν με ροκ συμπεριφορά σκυλάδικα. Ακούγοντάς τους αισθάνομαι λες και και δύο διαφορετικοί μουσικοί κόσμοι δοκιμάζουν να συνυπάρξουν χωρίς επιτυχία. Το αποτέλεσμα δεν ήταν ούτε ροκ, ούτε λαϊκή μουσική. Συχνά συμβαίνει και το άλλο. Πολλοί ποπ σταρ τραγουδώντας αλλάζουν τόνο στα ελληνικά τους. Θέλουν ν’ ακουστούν σαν ξένοι. Δεν έχουν καταλάβει πως η τέχνη έχει τόπο και χρόνο. Χωρίς αυτά τα συστατικά δεν υπάρχει. Η ατονικότητα απέβαλε τον τόπο από τη μουσική. Θέλουμε συνθέτες που δεσμεύονται από την παγκοσμιότητα ή συνθέτες που μεταφέρουν κάτι από τις εμπειρίες τους; Από την άλλη, παρακολουθώ τους μεγάλους θεσμούς όπως τα κράτη, τα υπουργεία, κάθε είδους μηχανισμούς να ενισχύουν την ανάμιξη των πολιτισμών. Έχει περάσει η εποχή που ενισχύονταν η διατήρησή τους. Από τη διατήρηση της παράδοσης περάσαμε στην ανάμιξη λες και η διατήρηση είναι κάτι κακό, κάτι αναχρονιστικό, κάτι γεροντικό, κάτι πεθαμένο. Στο μέτρο που ορίζουμε τη ζωή μας θα έκανα μια μικρή αντίσταση σε αυτό. Ένας λαός που δεν εκφράζεται με τη δική του γλώσσα δεν μπορεί παρά να είναι κομπάρσος. Δεν ξέρω πόσοι Έλληνες μπορούν να γράψουν ανταγωνιστική σόουλ μουσική, ανταγωνιστική ποπ μουσική, ξέρω όμως πως όσο και να θέλουν να απαλλαγούν από την ελληνική γλώσσα δεν θα το καταφέρουν. Είναι στο dna τους.

-Θυμάμαι σε προηγούμενη συνέντευξή μας να μιλάτε για τα χρόνια που ζήσατε στον Πειραιά. Πως εκεί κάποια στιγμή μυήθηκατε στο ρεμπέτικο και στο τρίχορδο μπουζούκι. Πώς έγιναν όλα αυτά;

Ήδη από τα χρόνια της Αιγύπτου άκουγα στη Φωνή της Ελλάδος ρεμπέτικο, αλλά η πραγματική γνωριμία με τον ήχο του οργάνου έγινε όταν ήρθαμε στην Ελλάδα. Μου άρεσε πολύ το περπάτημα. Μια μέρα επιστρέφοντας από το σχολείο μου, το 2ο Γυμνάσιο Πειραιά, στον Άγιο Νείλο, δίπλα από τη Σχολή Δοκίμων μαζί με τον φίλο μου τον Μωράτο, στην Αρχή της Βασιλέως Κωνσταντίνου από ένα ημιυπόγειο άκουσα βυζαντινίζον ήχο μπουζουκιού. Από το σημείο που βρισκόμασταν δεν μπορούσα να δω πολλά. Να δω, ας πούμε, το πρόσωπο του ανθρώπου που έπαιζε το μπουζούκι του. Μπορούσα όμως να δω όσα φορούσε. Σορτσάκι, παντόφλες, φανέλα. Εγώ ήμουν ήδη στην ανωτέρα τάξη της κιθάρας και ο ήχος του οργάνου που άκουγα μου έκανε τρομερή εντύπωση. Κάποια στιγμή ο τύπος που κρυφάκουγα με πήρε χαμπάρι. Ενοχλήθηκε. Πετάχτηκε από το παράθυρο και φώναξε “Ρε ουστ από εδώ”. Την επόμενη μέρα συνέβη ακριβώς το ίδιο. Την επόμενη ήμουν μόνος. Όταν έφτασα στο παράθυρό του με προσέγγισε, με κοίταξε ερευνητικά. Είπε: “Παίζεις μουσική;” του απάντησα: “είμαι κιθαρίστας”, πρότεινε: “Έμπα μέσα”. Μπήκα στο υπογειάκι του, πήρα μια σιδερένια κιθάρα που είχε, ό,τι χειρότερο για κλασικό κιθαρίστα, και άρχισα να παίζω μπασοκίθαρο. Μαζί του έμαθα μπουζούκι. Αυτός ο άνθρωπος με πήγε σε παρέες που είχε στην Πειραϊκή, κάτι Έβγες των δύο τραπεζιών που έβγαζαν και μεζεδάκι. Η παρέα μου εκείνη την εποχή ήταν κάτι 70άρηδες ρεμπέτες. Δεν ήταν επαγγελματίες, έπαιζαν μπουζούκι όμως. Ξέρεις, ακόμα ο Πειραιάς βγάζει τα καλύτερα μπουζούκια. Στα Καμίνια γεννήθηκαν και μεγάλωσαν οι καλύτεροι παίχτες του μπουζουκιού σήμερα. Εκεί το μπουζούκι το έχουν στο αίμα τους. Η επαφή μου με το λαϊκό τραγούδι θα υπήρχε έτσι και αλλιώς αλλά ζώντας στον Πειραιά, παίζοντας μουσική σε μπακάλικα της Δραπετσώνας ή στη ταβέρνα του Μαρκοζάνη στα Καμίνια, καταλαβαίνεις πως το ρεμπέτικο κουβαλιέται, είναι μέρος της συμπεριφοράς, του τρόπου κίνησης των Πειραιωτών. Όταν εγκατασταθήκαμε στον Πειραιά ήμουν 10 ετών. Εκεί αγάπησα αυτό που λέγεται λαϊκό τραγούδι.

•Στο ρεμπέτικο βλέπω το περιθωριακό στοιχείο, τη χρήση ναρκωτικών ουσιών, τη λατρεία του περίεργου, του παράξενου, την επαναστατικότητα απέναντι σε κάθε μορφή εξουσίας. Όλα, μα όλα όλα αυτά τα συναντάμε στον ρομαντισμό. Σ’ αυτό οδηγήθηκα μελοποιώντας Καρυωτάκη. Σκεπτόμενος πως αυτός ο άνθρωπος είναι ρομαντικός σκέφτηκα πως τον διάβαζα με τον ίδιο τρόπο που θα διάβαζα Μποντλέρ.

-Το ρεμπέτικο είναι το μπλουζ της Ελλάδας;

Αυτά τώρα δεν μου αρέσουν. Κρύβουν ένα κόμπλεξ. Το να πεις, ας πούμε, ο Βαμβακάρης είναι ο Μπαχ της Ελλάδας είναι τόσο ανοίκειο όσο να πεις πως ο Μπαχ είναι ο Βαμβακάρης της Γερμανίας. Το μπλουζ είναι μια λαϊκή μουσική και με όλες τις λαϊκές μουσικές θα βρεις κοινά στοιχεία. Εγώ πιστεύω πως το ρεμπέτικο είναι το ρεμπέτικο. Και αν έπρεπε να το παραλληλίσω με κάτι θα έλεγα πως το ρεμπέτικο είναι ο ελληνικός ρομαντισμός. Στην Ελλάδα δεν υπήρξε αυθεντικός ρομαντισμός υπήρξε, όμως, μια πολύ ενδιαφέρουσα, πολύ όμορφη μετάγγιση του γερμανικού, του ιταλικού και κυρίως του γαλλικού ρομαντισμού μέσα από την ποίηση. Στο ρεμπέτικο βλέπω το περιθωριακό στοιχείο, τη χρήση ναρκωτικών ουσιών, τη λατρεία του περίεργου, του παράξενου, την επαναστατικότητα απέναντι σε κάθε μορφή εξουσίας. Όλα, μα όλα όλα αυτά τα συναντάμε στον ρομαντισμό. Σ’ αυτό οδηγήθηκα μελοποιώντας Καρυωτάκη. Σκεπτόμενος πως αυτός ο άνθρωπος είναι ρομαντικός σκέφτηκα πως τον διάβαζα με τον ίδιο τρόπο που θα διάβαζα Μποντλέρ. Ο Καρυωτάκης ως φύση ρομαντική καταλάβαινε, έβλεπε πως στα λαϊκά καταγώγια θριάμβευε η ουσία του ρομαντισμού του. Το ίδιο ισχύει και για τη φωτισμένη ελληνική λογοτεχνία εκείνης της εποχής.

MOBY DICK, The Musical
του ΔΗΜΗΤΡΗ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Βασισμένο στο αριστούργημα του Herman Melville
Σκηνοθεσία: ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΚΛΕΑΣ

ΑΠΟ 15 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2022

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ

Μουσική – Λιμπρέτο: Δημήτρης Παπαδημητρίου
Σκηνοθεσία: Γιάννης Κακλέας
Διεύθυνση ορχήστρας: Αλέξιος Πρίφτης
Σκηνικά: Μανόλης Παντελιδάκης
Κοστούμια: Ηλένια Δουλαδίρη
Χορογραφίες: Αγγελική Τρομπούκη
Φωτισμοί: Στέλλα Κάλτσου
Visual effects, ολογράμματα: Ευάγγελος Κουλουκύθας – CandyshopVFX
σε συνεργασία με τον Hashem Alshaer και τον Στάθη Αθανασίου
Music Co-ordinator:Τάσος Ρωσόπουλος 
Υπεύθυνος Ήχου: PA Front of House Γιάννης Λαμπρόπουλος 
Βοηθοί σκηνοθέτη: Feli Moschos, Ρέα Σαμαροπούλου

Οργάνωση παραγωγής: Βασίλης Δραμουντάνης

Back Tracks:
Διεύθυνση Ορχήστρας: Πάνος Βλάχος
Τon meister: Τάσος Ρωσόπουλος
Ηχογράφηση: Γιάννης Λαμπρόπουλος, Νίκος Παππάς

Διεύθυνση παραγωγής: Κωνσταντίνος Σαγιάς
Συντονισμός παραγωγής: Κωνσταντίνα Τζιλίρα
Εκτέλεση Παραγωγής: Gg Productions

ΔΙΑΝΟΜΗ

ΜΠΑΜΠΗΣ ΒΕΛΙΣΣΑΡΙΟΣ – Καπετάνιος ΑΧΑΑΒ
ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ ΣΤΑΜΑΤΑΚΗΣ – ΙΣΜΑΗΛ (Β’ Διανομή ΑΝΤΩΝΗΣ ΒΛΑΧΟΣ)

ΘΟΔΩΡΗΣ ΒΟΥΤΣΙΚΑΚΗΣ – Α’ Υποπλοίαρχος ΣΤΑΡΜΠΑΚ
(Β’ Διανομή ΝΙΚΟΛΑΣ ΜΑΡΑΖΙΩΤΗΣ)

ΙΒΑΝ ΣΒΙΤΑЇΛΟ – Β’ Υποπλοίαρχος ΣΤΑΜΠ, Ναύτης του «ΟΡΚΑ»

Στον ρόλο του Γάλλου Σιτιστή o λυρικός κοντρατενόρος ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΠΑΝΑΤΗΣ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΟΛΛΑΣ – Πέτρος Κιβούρης, Κάπτεν Πίλεγκ, Ναύτης από το Λόγκ Άιλαντ

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΕΩΡΓΑΛΑΣ – Κάπτεν Μπίλνταντ, Ξυλουργός Σμάτ, Ναύτης από το Μαν
ΝΙΚΟΛΑΣ ΚΑΡΑΓΚΙΑΟΥΡΗΣ – Πατήρ ΜΕΗΠΛΣ, Πάρσος Φεϋνταλλάχ
ΘΟΔΩΡΗΣ ΜΠΟΥΖΙΚΑΚΟΣ – Καμακιστής Κουίκουεγκ

ΠΑΝΟΣ ΖΩΗΣ – Γ’ Υποπλοίαρχος ΦΛΑΣΚ, Πιστός στην Εκκλησία των Φαλαινοθήρων
ΛΙΝΟΣ ΜΑΝΕΣΗΣ- ΠΙΠ το καμαρωτάκι

ΑΝΤΩΝΗΣ ΒΛΑΧΟΣ – Ναύτης, κλοσάρ ΗΛΙΟΥ, Ναύτης από Ιρλανδία
JEROM KALUTA – Γέρος Μάγειρας του Καραβιού ΦΛΗΣ, Πιστός στην Εκκλησία των Φαλαινοθήρων
ΘΟΔΩΡΗΣ ΤΣΟΥΑΝΑΤΟΣ – Καπετάνος ΓΚΑΡΝΤΙΝΕΡ του πλοίου «Ραχήλ», Ναύτης

ΣΑΜΟΥΗΛ ΑΚΙΝΟΛΑ – Καμακιστής Ντάγκου
ΘΑΝΑΣΗΣ ΙΣΙΔΩΡΟΥ – Ναύτης, Βοηθός στο Πανδοχείο «Ο Φυσητήρας»
ΝΙΚΟΛΑΣ ΜΑΡΑΖΙΩΤΗΣ – Β’ Ναύτης από το Ναντάκετ
ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΠΟΙΜΕΝΙΔΗΣ – Ξαρτιέρης από το ΜΑΝ, Ναύτης Μαλτέζος
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΤΑΜΑΤΕΛΟΠΟΥΛΟΣ – Ναύτης Σικελός
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΤΑΜΟΣ – Ναύτης
ΟΡΦΕΑΣ ΤΣΑΡΕΚΑΣ – Ναύτης από το Ναντάκετ
ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΣΙΓΚΡΙΣΤΑΡΗΣ – Καμακιστής Τάστιγκο
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΨΥΧΡΑΜΗΣ – Σιδεράς Περθ, Ναύτης Ισπανός

ΜΟΥΣΙΚΟΙ
Sergiu Nastasa – α΄ βιολί | Πέτρος Χρηστίδης – α’ βιολί | Κωνσταντίνος Λούστας – β’ βιολί | Λευτέρης Παπανικολάου, Βασιλική Μαζαράκη – β’ βιολί | Έλλη Φιλίππου – τσέλο |Λυδία Παναγιωταρέα – τσέλο | Παρασκευάς Κίτσος – κοντραμπάσο/ ηλεκτρικό μπάσο | Ηλίας Καρκαβέλιας – κοντραμπάσο/ ηλεκτρικό μπάσο | Ηλίας Σκορδίλης – κλαρινέτο | Ιωάννης Κρητικός – κλαρινέτο | Τσάμου Μίνα – κλαρινέτο | Στέφανος Δάφνης – τρομπέτα | Στυλιανός Δρίτσας – τρομπέτα | Χρήστος Γιάκκας – τρομπόνι | Ηλίας Βορτελίνας – τρομπόνι | Θεόδωρος Ηλίας Βαζάκας – κρουστά |Θεοδώρα Τσιτσιμπή – κρουστά | Σπύρος Παναγιωτόπουλος – ντραμς | Ευριπίδης Ζεμενίδης – ηλεκτρική & ακουστική κιθάρα |Μιχάλης Τσιφτσής – ηλεκτρική & ακουστική κιθάρα | Αντρέας Κουρέτας – πιάνο/ keyboards | Βικτωρία Κιαζίμη – πιάνο/ keyboards |

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Christmas Theater
Λεωφόρος Βεΐκου 139
τηλ. 2117701700

Παραστάσεις
15 Φεβρουαρίου – 10 Απριλίου 2022

Ημέρες και ώρες
Τρίτη, Τετάρτη, Παρασκευή & Σάββατο, ώρα 20:00
Κυριακή ώρα 19:00
ΕΙΣΙΤΗΡΙΑ
Ζώνη VIP: 68 €
Ζώνη Α: 58 €
Ζώνη Β: 48 €
Ζώνη C: 38 €
Ζώνη D: 28 €
Ζώνη E: 18 €
ΑμεΑ, Ανεργίας: 13 €
Συνοδός ΑμεΑ: 18 €
Ισχύουν ειδικές τιμές για τους Φίλους της Στέγης

Με την υποστήριξη:
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΠΩΛΗΣΗ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ
Η υπηρεσία e-ticket / print@home είναι διαθέσιμη για τις online αγορές εισιτηρίων. Ανοίξτε το pdf στη smart συσκευή σας ή τυπώστε το εισιτήριό σας από όπου κι αν βρίσκεστε και μπείτε με αυτό απευθείας στην αίθουσα.
ΠΡΟΣΒΑΣΗ
Το Christmas Theater διαθέτει χώρο στάθμευσης.

Με Μέσα Μαζικής Μεταφοράς:
Από το κέντρο μπορείτε να πάρετε τη γραμμή 608 Γαλάτσι – Ακαδημία – Νεκροταφείο Ζωγράφου με κατεύθυνση προς Γαλάτσι και να κατεβείτε στη στάση Αθλητικό Κέντρο. Από εκεί χρησιμοποιείτε την πεζογέφυρα και να περάσετε απέναντι. Για την επιστροφή σας η αφετηρία της γραμμής βρίσκεται ακριβώς έξω από το θέατρο.
Μπορείτε επίσης να χρησιμοποιήσετε την πράσινη γραμμή του μετρό (ηλεκτρικός) και να πάρετε τη γραμμή 444 από τους σταθμούς Άνω Πατήσια ή Ειρήνη και να κατεβείτε στη Στάση Ολυμπιακό Γυμναστήριο Γαλατσίου.

ONASSIS CULTURE ΜΕ ΑΣΦΑΛΕΙΑ

Ακολουθώντας τις οδηγίες της Πολιτείας και στο πλαίσιο των προληπτικών μέτρων για την εξάπλωση του κορωνοϊού, η είσοδος στο Christmas Theater για την παραγωγή MOBY DICK The Musical επιτρέπεται μόνο με την επίδειξη πιστοποιητικού εμβολιασμού (τουλάχιστον 14 ημερών) ή νόσησης (έως 6 μήνες από τη διάγνωση). Για ανήλικους θεατές από 4 έως 11 ετών, η είσοδος στον χώρο επιτρέπεται με δήλωση αυτοδιαγνωστικού ελέγχου self-test τελευταίου 24ώρου. Για την ταυτοποίηση στοιχείων, θα χρειαστεί να έχετε μαζί σας ταυτότητα ή διαβατήριo. Ο έλεγχος των απαραίτητων δικαιολογητικών πραγματοποιείται από ειδικά εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο με σάρωση του σχετικού κωδικού QR, μέσα από την ειδική ηλεκτρονική εφαρμογή “CovidFreeGr”. Διαβάστε περισσότερα εδώ.
Στις παραγωγές μας, προτεραιότητά μας είναι η ασφάλεια όλων.

Πλήρως εμβολιασμένοι είναι και όλοι ανεξαιρέτως οι ηθοποιοί και συντελεστές της παράστασης.